Γράφει ο Κώστας Φούντης.
Σήμερα θα έχει αρκετή βροχή, σκέφτηκα, ενώ ετοιμαζόμουν να ανοίξω, για ένα άλλο χειμωνιάτικο πρωϊνό, τον υπολογιστή μου να δω την ηλεκτρονική αλληλογραφία, τα email όπως τα λέμε πλέον, και να ταξιδέψω μέσα από αυτόν σε μέρη μακρινά, εκεί που μπορείς να βρεθείς μόνο στα όνειρα.
Aπεφάσισα να μην παίξω το απαραίτητο παιχνίδι στρατηγικής που μου δίνει την δυνατότητα να γίνομαι ξανά ανέμελο παιδί μακριά από την καθημερινή μιζέρια που με έχει κυριεύσει, με τα ΜΜΕ να μας θυμίζουν κάθε λίγο το αδιέξοδο που μας οδήγησαν οι μέχρι τώρα εφαρμοσμένες πολιτικές στην άμοιρη πατρίδα μας.
Το καθημερινό πολιτικό θέατρο στην Βουλή και την τιβούλα, με όλους τους γραφικούς εκφραστές αυτής της πολιτικής ζωής και τα φερέφωνα, προσπαθούν να μας πείσουν ότι, ναι ματώνουμε, άλλα υπάρχει και αισιοδοξία, άσχετα ότι κάθε μέρα και κάποιος κάνει σάλτο μορταλε. Πόση στ' αλήθεια υποκρισία και αναλγησία υπάρχει; Την ηλιθιότητα πού την πας; αναρωτήθηκα, και θυμήθηκα τα πρόσφατα λόγια του Φραγκούλη : "η ηλιθιότητα είναι ανίκητη".
Ένα μήνυμα με έκανε σήμερα να είμαι πιο πολύ χαρούμενος. Ο εγγονός του φίλου Μιχάλη, ο Bastien, έχει γενέθλια, γίνεται δύο χρόνων. Μέσα από το skype, στο Μόντε Κάρλο, θα ευχηθώ στον παππού τώρα, παλαιό συμμαθητή και παντοτινό φίλο από την πρώτη μου πατρίδα την Αίγυπτο, τα χρόνια πολλά. Μαζι του έγινα και εγώ δυο χρόνια γεροντότερος. Μετά το έμφραγμα που έπαθα στην Κάσο, σχεδόν τον ίδιο καιρό με τον μικρό, είναι ευκαιρία και αφορμή να το γιορτάσω. Εξ άλλου, μετά από την καθημερινή δίαιτα που μου έχει επιβληθεί, τέτοιες καταστάσεις για προσωπικό γλέντι είναι ταμαμ, ό,τι πρέπει δηλαδή.
Εξ άλλου έτσι ευγνωμονώ όλους τους χωριανούς μου στο ΑΕΡΙΚΟ και τον ιατρό του νησιού μας, το Νίκο Συμσερίδη. Μην φανταστείτε τίποτε το εξαντρίκ, όπως έλεγε η πεθερά μου η φραγκοσυριανή, αλλά να, τέσσερις πάστες σοκολατίνες θα πάω να πάρω από την "Τουλίπα", πασταρία της γειτονιάς. Σκέπτομαι να καταβροχθίσω εκεί στα κρυφά και κανένα μπαμπά σιροπιαστό παραγεμισμένο με σαντιγί. Το δύσκολο θα είναι πώς θα αντέξω τον Μήτσο τον ζαχαροπλάστη και την γυναίκα του, την Ροδανού, που θα αρχίσει να μου λέει πάλι με την παράξενη φωνή του για την "Μπόλη". Και να σε πω και να με πεις, και εκεί στο Πέρα και τα καζαντιπιά και τα ντονέρ και τα χανούμ μπουρέκ.
Όλοι οι Κωνσταντινουπολίτες του Φαλήρου έτσι είναι. Έχουν όμως άδικο; Σάμπως ο συγχωρεμένος ο κυρ-Χρήστος, αιγυπτιώτης συγκάτοικος της πολυκατοικίας μας, τα ίδια δεν μου έλεγε όταν ο καιρός ζέσταινε και έβγαινε να πάρει αέρα και ήλιο μπροστά στον κήπο της πολυκατοικίας; Μόνο που εκείνος μιλούσε για φούλια, κεμπάμπ, ασίρ, τααμίες και μπασμπούσες, και πόσο ατζαμήδες είναι εδώ οι γραικοί ζαχαροπλάστες που δεν μπορούν να φτιάξουν ένα σωστό μιλφεϊγ. Αυτός χρόνια ήταν ζαχαροπλάστης, από τα μικράτα του στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, και είχε περάσει από όλα τα γνωστά ελληνικά εργαστήρια : Τορναζάκη, Παστρούδη, Τριανόν, Αθηναίου κ.λπ. Είχε όμως και μια αλογοαγάπη. Εκεί έκανε κάθε Σαββατοκύριακο εκδρομή weekend στο ιππόδρομο του Σπόρτινγκ, μόνο που το σπορ το έκαναν τα αλόγατα, όπως έλεγε.
Έτσι, όταν ήρθε στην Ελλάδα, επί Νάσερ, απεφάσισε να είναι κοντά στα αλόγα του Φαλήρου και να κάνει τον μπουκ μέϊκερ, χωρίς να ανοίγει πλέον φύλλα και να αραδιάζει προφιτερόλ σε αλλωνών παραφεντάδων τη δούλεψη. Αιτία και αφορμή ο γαμπρός του και ο εγγονός του τζόκεϊ, και οι δυο τώρα γνωστοί με brand name σε ούλους τους αλογομούρηδες της Αττικής, άλλα και τους εξ Αιγύπτου φίλους του κυρ Χρήστου.
Ο γαμπρός τελευταία κατάφερε και πήρε σύνταξη αναπηρίας, με ένα μέσο που είχε επί ΠΑΣΟΚ, ταΐζοντας διπλωματικό εξ Ελλάδος στο προξενείο της Αλεξάνδρειας με ένα χρυσό σαλόνι απο το Ντομιάτι, και τώρα κάνει προπόνηση με κάτι άλλους πρώην συναδέλφους του στην παλαιά ταβέρνα που παραμένει ακόμα στη μάντρα του παλαιού ιπποδρόμου στις Τζιτζιφιές. Το μενού είναι πάντα ίδιο: ρετσίνα, ρετσίνα, ρετσίνα τον χειμώνα, σαν καλοκαιριάζει αλλάζει σε ούζο. Όπως λέει, όταν σπάνια δεν είναι στουπί, "εμείς είμαστε Έλληνες, δεν πίνομε ουίσκι".
Άλλαξε από ΠΑΣΟΚ, έγινε λέει Χρυσή Αυγή, για να φύγουν όλοι οι ξένοι σταβλίτες και να έρθουν οι δικοί μας να καθαρίζουν τις κοπριές, και όχι να είναι κοπριά στου ξαπλώπουλου. Ολάκερο Αρβανιτοχώρι είναι η πολυκατοικία μας, 67 διαμερίσματα, με μπαξεβάνη και, μέχρι πρότινος, με θυρωρό, ίσως από τους τελευταίους του επαγγέλματος. Κάποτε, όταν πρωτοκαθίσαμε, ήταν αλλιώς, γειτόνοι γνωστοί. Τώρα;
Αλήθεια, πόσο τρέχει η ζωή; Πόσο αλλάζουν όλα, από λεπτό σε λεπτό; Τα μόνα ίδια είναι η γκρίνια στην συνέλευση για το ποιος θα είναι διαχειριστής. Το πετρέλαιο και οι ώρες θέρμανσης, τώρα αυτό είναι πλέον καθημερινό θέμα. Πολλοί κυκλοφορούν σαν μεξικάνοι, πλέον, με κουβέρτες στην πλάτη. Α ρε Αντωνάκη Σαμαρά, Καραμανλή και Παπανδρέου, πώς καταντήσατε τον κόσμο να αλλάξει ακόμα και αμφίεση.
Πολλά σας είπα, πέρασε η ώρα, σχεδόν μεσημέριασε. Ας ξεκινήσω λοιπόν να πάω να πάρω τις πάστες, μη μείνω με την γλύκα. Πού ξέρεις, όπως πάνε τα πράγματα ίσως να γίνουν και τα γλυκά με δελτίο...