Συνέντευξη του Μπάμπη Μπουζάκη στον Ιωσήφ Παπαδόπουλο.
Ο Μπάμπης Μπουζάκης αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, ένα από τα βασικά κομμάτια που συνθέτουν το παζλ της ιστορίας του φουσκωτού σκάφους στην Ελλάδα.
Είπα τις προάλλες σε κάποιο γνωστό και όψιμο "παντογνώστη", ο οποίος ειρωνευόταν τις απόψεις μου για τη θέση της άγκυρας στο σκάφος, την ανάγκη ή όχι ύπαρξης εργάτη, τη θέση και το είδος ενός ασφαλούς καθίσματος κυβερνήτη κ.λπ., ότι η συζήτηση με έναν μεγαλύτερο, ηλικιακά, και πιο έμπειρο από εκείνον στη θάλασσα, θα έπρεπε να αποτελεί κανονικά μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για μάθηση και όχι για ειρωνεία. "Άκου τον συνομιλητή σου", είπα στο νεαρό ξερόλα, "ιδίως εάν αυτός τυγχάνει να είναι πιο μεγάλος και πιο έμπειρος από σένα. Άκου προσεκτικά όσα υποστηρίζει και μείνε αν θέλεις στις δικές σου απόψεις. Μην ειρωνεύεσαι όμως τις δικές του και, κυρίως, μην υποτιμάς την ιστορία του". Ξέρετε τι απάντησε ο νεαρός; "Είσαι υπερβολικός Ιωσήφ"! Δεν έδωσα βεβαίως συνέχεια στη συζήτηση, γιατί κατάλαβα ότι ήταν άσκοπο. Τι να συζητήσεις με ένα παιδί που απαντά μ' αυτόν τον τρόπο; Τον χρόνο σου θα χάσεις απλώς. Θα μου πείτε τώρα: Γιατί ξεκίνησες έτσι; Θα καταλάβετε στη συνέχεια...
Δεν έχει κανείς συχνά την ευκαιρία να συνομιλεί με έναν άνθρωπο της θάλασσας όπως είναι ο Μπάμπης Μπουζάκης. Είναι ευλογία να έχεις ανοικτή γραμμή επικοινωνίας με κάποιον, ο οποίος διανύει ήδη την έβδομη δεκαετία της ζωής του, και που το μεγαλύτερο κομμάτι αυτής της ζωής ήταν άρρηκτα δεμένο με τα φουσκωτά σκάφη και τη θάλασσα. Έναν άνθρωπο ο οποίος σχεδίασε τα σκάφη τριών σημαντικών ελληνικών κατασκευαστικών εταιρειών. Που δοκίμασε στην πράξη όσα σχεδίασε στο χαρτί. Που έκανε την διαβίωση μέσα σε ένα φουσκωτό σκάφος πέντε μέτρων να μοιάζει με διαμονή σε πολυτελές ξενοδοχείο πέντε αστέρων! Που επιχείρησε μόνος του να ταξιδεύσει με ένα πλαστικό βαρκάκι τριών μέτρων από τις ακτές της Αττικής στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τα Χανιά, όταν οι περισσότεροι από τους σημερινούς "καπετανέους" πιπιλούσαν ακόμη το δάκτυλο. Το λιγότερο που έχεις να κάνεις, όταν ο άνθρωπος αυτός αποφασίσει να σου μιλήσει, είναι να τον ακούσεις με προσοχή και σεβασμό.
Μπάμπης Μπουζάκης : Θα ξεκινήσω απ' την αρχή Ιωσήφ. Γεννήθηκα το 1938 στα Χανιά της Κρήτης. Το πατρικό μου σπίτι ήταν μέσα στην παλιά πόλη των Χανίων και απείχε διακόσια μόνο μέτρα απ' τη θάλασσα. Το σπίτι αυτό δεν υπάρχει πια. Το πούλησε ο πατέρας μου το 1955 και μεταφέρθηκε όλη η οικογένεια στην Αθήνα. Από κει και μετά αρχίζει μια άλλη ζωή για μένα...
Ιωσήφ Παπαδόπουλος : Ήσουνα 17 ετών τότε. Σπούδασες κάτι που είχε σχέση μ' αυτά που έκανες στη συνέχεια;
Μ.Μ. : Σπούδασα, στην αρχή, σε μια σχολή μηχανικών εμπορικού ναυτικού και συγχρόνως δούλευα σε ένα μηχανουργείο για να αποκτήσω προϋπηρεσία. Στην τελευταία τάξη όμως τα παράτησα, αν και ήμουν καλός στο μηχανολογικό σχέδιο και είχα μάλιστα πάρει και βραβείο. Μετά φοίτησα σε μια σχολή για διακοσμητική, σκηνογραφία και ελεύθερο σχέδιο, αλλά οικονομικοί λόγοι δεν μου επέτρεψαν ούτε αυτήν να τελειώσω! Για να μπορέσω μετά την ολοκλήρωση των στρατιωτικών μου υποχρεώσεων να τα βγάλω πέρα, ήταν και μεγάλη βλέπεις η οικογένεια, αναγκάστηκα να δουλέψω σε μηχανουργεία και έκανα διάφορες άλλες δουλειές, σαν βιοτέχνης και έμπορος, αλλά απέτυχα σε όλες!
Ι.Π. : Τι εμπορευόσουνα;
Μ.Μ. : Είχα φτιάξει κάτι πατέντες, όπως καρέκλες μεταλλικές και άλλα τέτοια, αλλά τελικώς άλλοι τις εκμεταλλεύτηκαν! Εγώ δεν ήμουνα φτιαγμένος για το εμπόριο! Μπορούσα όμως να σπάω το κεφάλι μου, κλεισμένος μέσα σε ένα εργαστήριο, προκειμένου να σχεδιάσω κάτι, χωρίς να αποβλέπω σε κάποια άλλη χρηματική απολαβή πέρα απ' τον μισθό μου! Τέτοιος ήταν ο χαρακτήρας μου. Όταν αργότερα γνωρίστηκα με τον Γιάννη Παπαπαναγιώτου και ασχολήθηκα με την κατασκευή των φουσκωτών σκαφών, χρειάστηκε να φτιάξω κάποια αναπτύγματα, τα λεγόμενα πατρόν, για την κατασκευή των αεροθαλάμων. Αυτά τα πατρόν είχαν κάποιες ιδιομορφίες που με δυσκόλεψαν. Ήμουνα όμως πολύ πεισματάρης και πίστευα ότι στο τέλος θα τα καταφέρω. Όταν σπούδαζα ήμουνα πολύ καλός στην παραστατική γεωμετρία. Αυτό με βοήθησε πολύ στη δουλειά μου. Στη σχεδίαση των αεροθαλάμων όμως υπήρχαν και άλλοι αστάθμητοι παράγοντες. Παραδείγματος χάριν, το ανάπτυγμα ενός κυλινδρικού σχήματος, όταν το "ξετυλίξεις", αφήνει ένα συγκεκριμένο ίχνος το οποίο μπορεί να εφαρμοσθεί σε ένα υλικό που δεν έχει ελαστικότητα, όπως είναι ας πούμε η λαμαρίνα. Στους αεροθαλάμους των φουσκωτών όμως τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά γιατί πρέπει να αντιμετωπίσεις την ελαστικότητα των υφασμάτων. Εκεί τα βρήκα σκούρα! Είχα ένα φορητό σχεδιαστήριο στο σπίτι και συχνά ξενυχτούσα για να μπορέσω να βρω τη λύση!
Ι.Π. : Περίμενε μια στιγμή γιατί έτρεξες πολύ και χάθηκαν επεισόδια. Θέλω να μου πεις πώς γνωρίστηκες με τον Γιάννη Παπαπαναγιώτου.
Μ.Μ. : Με τον Γιάννη γνωρίστηκα στο Σούνιο, ενώ κάναμε κι' οι δυο ψαροντούφεκο με τις παρέες μας. Πρέπει να ήταν γύρω στα 1965. Η δική μας παρέα αποτελείτο από ανθρώπους που λάτρευαν τη θάλασσα, αλλά δεν είχαμε πολλές γνώσεις στο ψαροντούφεκο και τις τεχνικές του, ούτε ιδιαίτερες ικανότητες. Είχα τότε ένα αυτοκίνητο Μόσκοβιτς. Βλέπουμε λοιπόν κάποια στιγμή να βγαίνουν απ' τη θάλασσα δύο άτομα και να κρατάνε κάτι σαργούς και κάτι ροφούς που έβγαζαν μάτια! Σκεφτήκαμε λοιπόν να τους πλησιάσουμε, να γνωριστούμε μαζί τους και να μάθουμε μερικά πράγματα γύρω απ' το ψαροντούφεκο και τις τεχνικές του. Αυτοί πάλι, είδαν εμάς που είχαμε αυτοκίνητο και μας πλησίασαν για να τους πάρουμε στην Αθήνα! Είχαν πάει στις καβοκολώνες με το λεωφορείο και δεν είχαν άλλο τρόπο να επιστρέψουν. Έτσι έγινε το "κονέ". Από τότε γίναμε κολλητοί φίλοι με τον Παπαπαναγιώτου, ψαρεύαμε πάντοτε μαζί, όπου μπορείς να φανταστείς, και οι περιπέτειες που ζήσαμε δεν έχουν τελειωμό. Όταν αργότερα ο Παπαπαναγιώτου έκανε την εταιρεία με τον Βρεττό, μου πρότεινε να δουλέψω μαζί τους στην καινούργια εταιρεία. Έτσι ξεκίνησε η καριέρα μου στον χώρο των φουσκωτών.
Ι.Π. : Τώρα μπορούμε νομίζω να επανέλθουμε σ' αυτά που έλεγες νωρίτερα για τα υφάσματα των αεροθαλάμων και τις δυσκολίες που αντιμετώπισες στη σχεδίασή τους.
Μ.Μ. : Επειδή το μυαλό μου κατά την διάρκεια της ημέρας κουραζόταν, ξυπνούσα πολλές φορές τη νύχτα γιατί μου κατέβαινε μια ιδέα και έπρεπε να την σημειώσω για να μη την ξεχάσω! Οι καλύτερες ιδέες, είναι γνωστό αυτό, έρχονται όταν κοιμάσαι! Ήταν θυμάμαι η κόρη μου μικρή κι' εγώ, όπως σου είπα, είχα μεταφέρει στο σπίτι ένα μικρό σχεδιαστήριο. Ξύπνησε μια φορά στις τέσσερις τα ξημερώματα, με είδε να δουλεύω και με ρώτησε : "Μπαμπά ακόμη δεν κοιμήθηκες"; Να μη στα πολυλέω, κατάφερα τελικώς να φτιάξω κάποια πατρόν και μπήκα δυναμικά στο θέμα "φουσκωτό". Αντιμετώπισα βεβαίως και άλλες δυσκολίες, όπως ο καθένας που μπαίνει για πρώτη φορά σε έναν άγνωστο χώρο, αλλά προσαρμόστηκα. Στην αρχή τα υλικά δεν μου πολυάρεσαν, γιατί δεν έμοιαζαν με τα σκληρά υλικά που είχα συνηθίσει να δουλεύω στα μηχανουργεία. Στη συνέχεια όμως συνήθισα. Θυμάμαι ότι είχα ζητήσει βοήθεια από φίλους μου, που είχαν βγάλει το πολυτεχνείο, αλλά σε πολλά πράγματα δεν μπορούσαν να με βοηθήσουν και πάλευα μόνος μου. Επειδή μάλιστα έπρεπε να δουλέψω τα υλικά σε φυσικό μέγεθος, το πράγμα γινόταν ακόμη πιο δύσκολο.
Όταν μπήκα πια στο πνεύμα της δουλειάς και συνήθισα, άρχισα να εμβαθύνω στα διάφορα θέματα και να προβληματίζομαι. Ήθελα οτιδήποτε σχεδιάζω ή φτιάχνω να το δικαιολογώ. Πολλές φορές, εξ αιτίας αυτής της επιμονής μου, ερχόμουνα σε σύγκρουση με τον Παπαπαναγιώτου. Του έλεγα, ας πούμε, ότι αυτό που κάνει η Zodiac είναι λάθος. Ποιο; με ρωτούσε εκείνος. Κι' εγώ του απαντούσα ότι τα χερούλια που είχαν τα φουσκωτά της Zodiac, για να τα πιάνεις και να τα βάζεις στη θάλασσα, όταν τα κοιτούσε κανείς απ' το πλάϊ είχαν κλίση ελαφρώς σηκωμένη προς την πλώρη. Η κλίση αυτή υποχρέωνε τον καρπό του χεριού να παίρνει μια ανάλογη παράξενη κλίση, με αποτέλεσμα να κουράζεται το άτομο που μετέφερε τη βάρκα και να καταπονείται ο καρπός του. Ο Παπαπαναγιώτου όμως αντιδρούσε. "Αφού έτσι τα έχει η Zodiac", μου έλεγε. Κι' εγώ του απαντούσα : "Αν σε ρωτήσει ο πελάτης γιατί τα φτιάχνετε έτσι τα χερούλια, εσύ τι θα του απαντήσεις; Ότι έτσι τα φτιάχνει η Zodiac"; Τον έπεισα τελικώς ότι αυτό ήταν το σωστό και από τότε φτιάχναμε τα χερούλια με την κλίση που εγώ είχα προτείνει. Το ωραίο είναι ότι μετά από τρία χρόνια μας μιμήθηκε η Zodiac! Κατά τα άλλα συνεργάστηκα πολύ καλά με τον Γιάννη. Όταν εκείνος είχε εμπνεύσεις, εγώ τις υλοποιούσα.
Ι.Π. : Θυμάμαι ότι υπήρξες, και συνεχίζεις να είσαι, φανατικός λάτρης των φουσκωτών. Σε βοήθησε καθόλου η χρήση αυτών των σκαφών στη σχεδίαση νέων μοντέλλων και στη βελτίωση των ατελειών των παλαιοτέρων; Πιστεύω ότι μόνο όποιος κάνει χρήση ενός φουσκωτού σκάφους μπορεί να δει σε ποια σημεία υπάρχουν ατέλειες ώστε στη συνέχεια να τις διορθώσει.
Μ.Μ. : Ακριβώς! Δεν χωράει καμμία αμφιβολία γι' αυτό! Μπορεί να είσαι ο καλύτερος σχεδιαστής αλλά αν δεν έχεις δει ποτέ στη ζωή σου χιόνι, πώς είναι δυνατόν να σχεδιάσεις παγοπέδιλα; Εμένα μου άρεσε ανέκαθεν η θάλασσα. Από μικρός σκεφτόμουνα ταξίδια. Άκουγα π.χ. την λέξη "Σέριφος" και αναρωτιόμουνα πώς να είναι το νησί αυτό. Μου έμενε λοιπόν απωθημένο να πάω μια μέρα εκεί για να δω αν η πραγματικότητα ανταποκρίνεται σ' αυτό που είχα φανταστεί! Ήθελα πάντοτε να ταξιδεύω, να γνωρίζω μέρη. Στην αρχή είχα φτιάξει μια ξύλινη "πουρίτα", ιστιοπλοϊκό ήταν στην ουσία, στο οποίο είχα βάλει μια μηχανή τριάμισυ άλογα και κάναμε ψαροντούφεκο σε κοντινές αποστάσεις. Κάποια στιγμή, στα Ήρεια είμασταν θυμάμαι, απομακρυνθήκαμε καμμιά διακοσαριά μέτρα σε ένα κάβο για να βουτήξουμε, αλλά όταν βγήκαμε απ' τη θάλασσα η βάρκα είχε γεμίσει με νερό! Έμπαζε από κάποια τρύπα της γάστρας της και για να καταφέρουμε να ανέβουμε στη βάρκα χρειάστηκε να μετατρέψουμε τις μάσκες μας σε κουβαδάκια! (γελάει με την καρδιά του).
Μετά έφτιαξα μια ιδιοκατασκευή ακολουθώντας τα σχέδια του Ψαθέρη. Τον λεγόμενο "θαλάσσιο δαίμονα". Ένα βαρκάκι που θύμιζε παντόφλα, με μια 25άρα Carniti. Το 1973 απέκτησα ένα Hannibal 3,10 με μια μηχανή Mercury σαραντάρα. Ήταν το τρίτο στη σειρά σκάφος μου και πίστευα τότε ότι μ' εκείνο το σκάφος θα γυρνούσα όλη την Ελλάδα! Ξεκίνησα λοιπόν το '73 να πάω μ' αυτό στην Κρήτη! Ξεκίνησα ένα απόγευμα από την Γλυφάδα, έχοντας παρέα έναν εξάδελφό μου, για να πάω στα Χανιά. Εκείνη την εποχή, το θυμάσαι κι' εσύ αυτό, δεν είχαμε ούτε χάρτες, ούτε g.p.s., ούτε πυξίδες, ούτε φώτα, ούτε μπατταρίες, ούτε αντλίες, ούτε δεύτερες μηχανές. Τίποτε! Μια πυξίδα διοπτεύσεως πήρα μόνο που μου είχε μείνει απ' τους προσκόπους και δύο χάρτες πολιτικούς! Ένα γενικό της Ελλάδος και ένα τουριστικό της Κρήτης! Ντύσαμε το πρυμιό τμήμα του σκάφους με καραβόπανο και δέσαμε με σχοινιά στην πλώρη τα πράγματά μας, μαζί με τις σκηνές και ένα ψυγείο φελιζόλ με ξηρά τροφή και νερό. Τα έξαλα του σκάφους, μ' εκείνα τα φορτία, ήταν και δεν ήταν δέκα πόντοι!
Είχα αποφασίσει να πάμε "γιαλό γιαλό" μέχρι την Κρήτη. Όσο τουλάχιστον ήταν αυτό εφικτό. Έτσι, την πρώτη νύχτα την περάσαμε στα Τσελεβίνια. Την άλλη μέρα αποφασίσαμε να πάμε στην Ύδρα για να πάρουμε βενζίνη.
Ι.Π. : Μπα! Είχε βενζινάδικο τότε η Ύδρα και δεν το ήξερα;
Μ.Μ. : Όχι βέβαια! Εμείς όμως έτσι νομίζαμε! (γελάει). Μας ήρθε κεραμίδα όταν φθάσαμε στην Ύδρα και μάθαμε ότι δεν υπήρχε βενζίνη! Κάποιος όμως μας λυπήθκε και μας έδωσε ένα μπιτονάκι από ένα ιστιοπλοϊκό! Αν δεν μας το έδινε, ακόμη εκεί θα είμασταν! (γελάει). Μ' αυτή τη βενζίνη καταφέραμε να προσεγγίσουμε στην Ερμιόνη, όπου φουλάραμε τα ντεπόζιτα του σκάφους, και στη συνέχεια ακολουθώντας την ακτογραμμή της Πελοπονήσου, περάσαμε τη Μονεμβασιά και φθάσαμε σε μια παραλία κοντά στον κάβο Καμήλι. Άγιος Φωκάς νομίζω λεγόταν εκείνη η παραλία. Κάναμε ψαροντούφεκο και κατασκηνώσαμε εκεί τη δεύτερη νύχτα. Την τρίτη μέρα είπαμε να πάμε στα Κύθηρα. Γιαλό γιαλό προσεγγίσαμε στον Κάβο Μαλιά...
Ι.Π. : Τι εποχή ήταν;
Μ.Μ. : Αύγουστος ήταν και ξέρω γιατί ρωτάς. Είχε μελτέμια, αλλά μας φύλαγε η Πελοπόνησος. Λίγο πριν το Καψάλι μας βρήκε όμως ένας τοπικός καιρός που μας δυσκόλεψε πολύ μέχρι να μπούμε στο λιμάνι. Είχε κοντό κυματισμό, αλλά πολύ δυνατό αέρα! Μπήκαμε τελικώς στο Καψάλι και ο ξάδελφός μου τηλεφώνησε από ένα μαγαζί στη μάνα του στα Χανιά, η οποία ήταν έτοιμη να πεθάνει από την αγωνία της! Έπρεπε λοιπόν να φύγει το συντομότερο. Εγώ όμως δεν μπορούσα να ταξιδεύσω νύχτα. Στο Καψάλι, εν τω μεταξύ, ήταν αγκυροβολημένο ένα μεγάλο κρούϊζερ του οποίου η προπέλλα είχε μπλέξει στα σχοινιά. Μετά από παράκληση του ιδιοκτήτη του πέσαμε στο νερό και ξεμπερδέψαμε την προπέλλα. Πιάσαμε στη συνέχεια κουβέντα μαζί του και μάθαμε ότι θα έφευγε για τα Χανιά. Έτσι ο ξάδελφός μου έφυγε με το κρούϊζερ, κι' εγώ έμεινα μόνος μου για να συνεχίσω το ταξίδι...
Διανυκτέρευσα στο Καψάλι εκείνη τη νύχτα, και τηλεφώνησα στον πατέρα μου ότι μέχρι τις 11 το άλλο πρωί θα είχα πάρει βενζίνη και μέχρι τις 3 το απόγευμα υπολόγιζα να είμαι στα Χανιά. Στο Καψάλι δεν υπήρχε τότε βενζινάδικο. Πήρα λοιπόν ένα ταξί και πήγα σε κάποιο χωριό για να φουλάρω τα δοχεία. Μέχρι να ετοιμάσω το σκάφος και να ξεκινήσω, είχε αρχίσει να φρεσκάρει ο καιρός. Τον είχα όμως πρύμα, ευτυχώς! Έφυγα, με τα πολλά, με κατεύθυνση προς τα Αντικύθηρα. Για να μπω στον Ποταμό (το "λιμάνι" των Αντικυθήρων) έπρεπε να περάσω ανάμεσα στα δύο νησάκια που βρίσκονται βορειοδυτικά των Αντικυθήρων. Είχα φτάσει στο σημείο όμως να βλέπω το ένα νησάκι αλλά να μη βλέπω το άλλο! Μονολογούσα λοιπόν και αναρωτιόμουν αν βρισκόμουν ανάμεσα στα δύο νησιά ή περνούσα απ' την έξω πλευρά τους με αποτέλεσμα να πάω στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα! Συμπτωματικώς να πω, δεν ξέρω, ήμουνα στη σωστή ρότα και μπήκα κάποια στιγμή στον Ποταμό. Ρώτησα κάποιο ντόπιο αν υπάρχει φαγητό αλλά εκείνος μου είπε ότι δεν υπάρχει τίποτε και πως ο καθένας έχει τα δικά του! Το μυαλό μου είχε αρχίσει να θολώνει! Έφαγα λίγο ψωμί και τυρί, που είχε απομείνει στο φελιζόλ, και ρώτησα με ποιο τρόπο θα έφθανα στη Γραμβούσα. "Θα βάλεις την πρύμη σου στον Κάβο Απολυτάραις", μου είπε ένας ψαράς, "και θα πέσεις πάνω στη Γραμβούσα"!
Ι.Π. : Εντάξει, να τον βάλεις στην πρύμη σου τον φάρο, σου είπε όμως με πόσες μοίρες να ταξιδεύσεις φεύγοντας από εκεί;
Μ.Μ. : Έλα ντε! Πήγα λοιπόν γιαλό γιαλό μέχρι τον νότιο κάβο των Αντικυθήρων και μετά σκέφτηκα. Και τώρα τι κάνω; Βρέθηκα σε δίλημμα! Το πήρα τελικώς απόφαση και ξεκόλλησα απ' τη στεριά. Μπροστά, το χάος, πέλαγος! Γύριζα το κεφάλι μου πίσω, κατά διαστήματα, για να μη χάσω επαφή με τα Αντικύθηρα ώστε, αν κάτι δεν πήγαινε καλά, να μπορέσω να γυρίσω πίσω. Κάποτε όμως χάθηκαν όλα και έμεινε μόνο ο ορίζοντας! Άρχισα να φοβάμαι λίγο, για να σου πω και την αλήθεια. Κάποια στιγμή διέκρινα ένα μαύρο όγκο μπροστά μου. Βγάζω τα κυάλια και βλέπω ένα πλοίο που ταξίδευε δυτικά. Εγώ ήμουνα στη δεξιά του μπάντα. Αποφάσισα να πλησιάσω για να ρωτήσω αν πάω καλά και πού βρίσκομαι, αλλά ο καιρός είχε εν τω μεταξύ φρεσκάρει για τα καλά και ήταν δεν καθόλου εύκολο! Έφθασα με τα πολλά σε μια απόσταση πενήντα περίπου μέτρα κοντά του και άρχισα να φωνάζω και να κάνω παντομίμα απευθυνόμενος σε δυο τρεις του πληρώματος που ήταν στην κουβέρτα και με κοιτούσαν. Αυτοί έδειχναν να μην καταλαβαίνουν και κάποια στιγμή αντιλαμβάνομαι ότι το πλοίο επιταχύνει! Πέρασα με μεγάλη προσπάθεια τα απόνερά του, προσέχοντας να μην τουμπάρω, και πλησίασα και πάλι, στην υπήνεμη πλευρά του αυτή τη φορά.
Άρχισα πάλι να κάνω παντομίμα και να φωνάζω προς το πλήρωμα του πλοίου, μέχρι που κάποια στιγμή αυτοί μου έδειξαν με τα χέρια τους τον ήλιο. Θα έχω τον ήλιο λοξά δεξιά μου, σκέφτηκα, και άρχισα πάλι να ταξιδεύω, γυρνώντας όμως πού και πού το κεφάλι μου πίσω για να δω, καλού κακού, πού βρισκόταν το πλοίο! Μετά από λίγη ώρα άρχισα να διακρίνω ένα σκούρο όγκο. Δεν είχα περίσσεμα δυνάμεων, έτσι πήρα την απόφαση να πάω ως εκεί και ας ήταν ό,τι ήθελε! Σκέφτηκα, συγχρόνως, ότι αν ο σκούρος όγκος που έβλεπα ήταν η Γραμβούσα, θα είχα δεξιά μου ξηρά και επειδή δεν είχα άλλο κουράγιο θα τραβούσα προς το Καστέλλι. Αν πάλι ο σκούρος όγκος ήταν η Σπάθα, θα είχα πάλι ξηρά δεξιά μου, οπότε θα έπιανα τις παραλίες του Μάλεμε και θα έφτανα στα Χανιά. Η ατμόσφαιρα πάντως δεν ήταν καθαρή, λόγω της ζέστης κι' έτσι δεν διακρινόταν η παραλία του Καστελλίου. Πίστευα λοιπόν ότι ο όγκος που έβλεπα ήταν νησί. Βρισκόμουνα στη Σπάθα, κοντά σε μια παραλία που λέγεται Μένιες. Πλησιάζω στην παραλία και βλέπω ένα ψαροκάϊκο. Ο ιδιοκτήτης ήταν σκαρφαλωμένος ψηλά στα βράχια και κάτι μάζευε. Σταμναγκάθι ίσως. Άρχισα να φωνάζω : "Ρε πατριώτη, ποιο μέρος είναι αυτό"; "Μένιες", ήταν η απάντησή του. Άρχισα να ψάχνω στον τουριστικό χάρτη της Κρήτης, που είχα μαζί μου, για να βρω τις Μένιες και να καταλάβω πού βρισκόμουν! Πουθενά όμως Μένιες! Την πάτησα, είπα από μέσα μου. Είχα αρχίσει να αμφιβάλλω αν ήμουν καν στην Κρήτη! Ξαναρώτησα τον ψαρά, "Ποιο μέρος είναι αυτό"; "Μένιες, Δίκτυνα", απάντησε εκείνος, αλλά εγώ άκουσα Κύθηρα, γιατί ο δυνατός αέρας μείωνε την ένταση της φωνής και αλλοίωνε τις λέξεις! Πω πω, τι έπαθα, σκέφτηκα. Ξαναγύρισα στα Κύθηρα! Είδα όμως μετά το σήμα στο χάρτη που υποδήλωνε την ύπαρξη της αρχαίας τοποθεσίας Δίκτυνα και κατάλαβα ότι ήμουνα σε καλό σημείο...
Ούτε ξέρω πώς έφτασα από κει στα Χανιά! Ούτε αέρα λογάριαζα πια, ούτε κύματα ούτε βρέξιμο! Μπήκα στο παλιό λιμάνι των Χανίων, όπου με περίμεναν οι φίλοι και συγγενείς, και για τον γυρισμό βέβαια στην Αθήνα κουβέντα για ο,τιδήποτε άλλο εκτός από τρέϊλερ! Το δις εξαμαρτείν ουκ εστίν ανδρός σοφού. Κουταμάρα για να πούμε την αλήθεια ήταν αυτό που είχα κάνει. Ήμουνα τότε 36 ετών και έλεγα "και να ναυαγήσω, θα κολυμπήσω"!
Ι.Π. : Κάναμε στ' αλήθεια πολλές κουταμάρες εκείνη την εποχή και με την άδειά Της τα καταφέραμε ανώδυνα. Αν ήθελε να μας τιμωρήσει, θα μας τιμωρούσε! Θα έλεγε όμως κανείς ότι καταλάβαινε πως την αγαπούσαμε, και την υπολογίζαμε συγχρόνως, και μας πρόσεχε κι' Εκείνη!
Μ.Μ. : Έτσι είναι! Και τελευταία μάλιστα φοβόμουνα λιγάκι. Νύχτα, ας πούμε, δεν ταξίδευα ποτέ! Ταξίδευα μόνος μου και φορούσα σωσίβιο. Δεν ντρεπόμουνα! Πρώτα περνούσα το quick stop στο χέρι και μετά έβαζα μπρος τη μηχανή. Κάνεις πολύ καλά που έχεις κάνει σλόγκαν στο περιοδικό σου ότι το σωσίβιο και το quick stop σώζουν ζωές. Θα σου πω τώρα κάτι που θυμήθηκα για να γελάσεις. Πριν από είκοσι χρόνια υποβλήθηκα σε εγχείρηση στο ισχίο και μου άλλαξαν το ένα "αμορτισέρ" (γελάει). Αυτό έγινε τον Οκτώβριο. Μετά από δύο μήνες πήγαμε στην Πελοπόνησο για ψάρεμα, με τον συγχωρεμένο τον Παναγιώτη Πουλόπουλο, βούτηξα με την στολή και τα δεκανίκια και έβγαλα ένα κταπόδι πέντε κιλά! (γελάει). Ήμουνα πολύ αστείος να κτυπάω το κταπόδι με την πατερίτσα στα βράχια! Θα μπορούσα να γράψω ένα ολόκληρο βιβλίο με πολλά τέτοια περιστατικά. Μια άλλη φορά είχα ένα Olympic συμβατικό 4.70 ....
Ι.Π. : Είχε κατασκευάσει η Olympic συμβατικό 4.70; Δεν θυμάμαι...
Μ.Μ. : Ναι, αλλά προοριζόταν αποκλειστικώς για τις ανάγκες του στρατού. Ήταν εξαιρετική βάρκα. Την είχαν τα πολεμικά μας πλοία που πήγαν στον πόλεμο του Περσικού. Είχα φτιάξει λοιπόν μία τέτοια βάρκα για τον εαυτό μου και άλλη μία είχε φτιάξει ο Πουλόπουλος. Ένα Σάββατο αποφάσισα να πάω μ' αυτήν στο Βουρκάρι της Τζιας όπου είχε σπίτι η αδελφή μου. Έφυγα λοιπόν Σάββατο μεσημέρι απ' το Σούνιο, αλλά δεν πήρα τίποτε μαζί μου γιατί την Κυριακή θα επέστρεφα. Πήρα μόνο πέδιλα, μάσκα, ψαροντούφεκο και ένα φουσκωτό κάθισμα με πλάτη που είχα φτιάξει, το οποίο θύμιζε πολυθρόνα και σφήνωνε ανάμεσα στους αεροθαλάμους. Στον καθρέφτη είχα μια πενηντάρα Mercury και για κάθισμα κυβερνήτη έναν ίππο, τον οποίο επίσης είχα φτιάξει μόνος μου. Η θάλασσα ήταν, κυριολεκτικώς, λάδι. Καλά περάσαμε στο Βουρκάρι το Σαββατοκύριακο, και το βράδυ της Κυριακής αποφάσισα να κοιμηθώ στη μικρή παραλία που είναι κοντά στο πέρασμα του Κατσώνη, για να μην ενοχλώ τους άλλους με το ροχαλητό μου, και να σηκωθώ νωρίς το άλλο πρωί για να επιστρέψω στο Σούνιο. Όταν ξύπνησα το πρωί η θάλασσα ήταν άσπρη! Προβληματίστηκα γιατί το σκάφος ήταν άδειο. Τι να σου λέω, ξέρεις πώς συμπεριφέρεται ένα άδειο συμβατικό στον καιρό.
Μάζεψα λοιπόν μερικά βότσαλα, μεγάλα σαν καρπούζια, και τα έβαλα σε ένα παλιοτσουβάλι που τοποθέτησα στην πλώρη. Με το πρώτο όμως κτύπημα άνοιξε το τσουβάλι και άρχισαν να τρέχουν τα βότσαλα στο πάτωμα και να φτάνουν στον καθρέφτη! Προσπάθησα να κρατήσω την πλώρη στον καιρό και συγχρόνως άρχισα να πετάω ένα ένα τα βότσαλα στη θάλασσα. Κινδύνευα να μπατάρω! Μέχρι να πιάσω το ένα βότσαλο, που ήταν σαν καρπούζι, γύριζε το σκάφος στο πλάϊ. Κατάφερα κάποτε να πετάξω όλα τα βότσαλα, αλλά όταν το πέτυχα αυτό, το σκάφος έγινε καρυδότσουφλο. Με έπαιρνε ο αέρας και, ενώ προσπαθούσα εναγωνίως να κρατήσω την πλώρη πάνω στον βόρειο κάβο της Μακρονήσου, βρέθηκα τελικώς καμμιά ογδονταριά μέτρα μακριά απ' τον νότιο κάβο της Μακρονήσου! Σκέφτηκα να καβατζάρω τον φάρο και να μπω στο μικρό κολπάκι που βρίσκεται δίπλα, αλλά ο αέρας δεν με άφηνε! Τόση ήταν η απελπισία που με κυρίευσε, ώστε κάποια στιγμή μου πέρασε απ' το μυαλό να εγκαταλείψω το σκάφος και να κολυμπήσω! Συνήλθα όμως γρήγορα και άρχισα να κάνω "τακ" σαν τους ιστιοπλόους. Όταν κατάφερα να φθάσω στη μικρή παραλία του νότιου κάβου της Μακρονήσου, είδα ένα μικρό ψαροκάϊκο που είχε κι' αυτό αποκλειστεί εκεί απ' τον καιρό. Έπρεπε με κάποιο τρόπο να επικοινωνήσω με την Olympic για να τους πω ότι θα καθυστερήσω. Ούτε τηλεφωνικοί θάλαμοι όμως υπήρχαν στη Μακρόνησο, ούτε τα κινητά τηλέφωνα ήταν γνωστά εκείνη την εποχή. Γνώριζα ότι ο βοσκός της Μακρονήσου διέθετε μαγνητικό τηλέφωνο κι' έτσι αποφάσισα να περπατήσω ως εκεί. Βλέποντάς με ο ψαράς να φεύγω, με παρακάλεσε να τηλεφωνήσω στη γυναίκα του για να μην ανησυχεί...
Αφού κατάφερα να ειδοποιήσω την Olympic, μέσω της γυναίκας του ψαρά, ότι θα καθυστερήσω, αποφάσισα να φύγω. Έπρεπε όμως με κάποιο τρόπο να αντικαταστήσω τα βότσαλα που είχα πετάξει στη θάλασσα, γιατί χωρίς αυτό το βάρος έχανα εντελώς τον έλεγχο της πλώρης της βάρκας. Βρήκα ένα πλαστικό μπουκάλι του νερού, το έκοψα στη μέση και χρησιμοποίησα το ένα κομμάτι σαν χωνί και το άλλο σαν κύπελλο για να γεμίσω το φουσκωτό κάθισμα με θάλασσα! Αφού το γέμισα, το στερέωσα στην πλώρη με σχοινιά, και είναι περιττό να σου περιγράψω πώς γύρισα. Ευχαριστήθηκα ταξίδι! (γελάει).
Ι.Π. : Είχε επινοηθεί το water ballast εκείνη την εποχή για τα σκάφη ή το ανακάλυψες εσύ στη Μακρόνησο;
Μ.Μ. : Water ballast, ακριβώς! (γελάει).
Ι.Π. : Πες μου κάτι τώρα. Τη σχεδίαση των επιμέρους τμημάτων στα σκάφη την έκανες εσύ, έτσι δεν είναι; Δηλαδή ντουλάπια, ρολ μπαρ, κονσόλες κ.λπ. Όταν προσελήφθης στην Olympic είχε αρχίσει η κατασκευή φουσκωτών σκαφών ή ξεκίνησε όταν πήγες εσύ;
Μ.Μ. : Είχε αρχίσει. Έφτιαχναν ένα πεντάμετρο στην αρχή οι τρεις μπατζανάκηδες, το οποίο όμως δεν είχε μεγάλη επιτυχία γιατί δεν μπορούσε ο καθένας εκείνη την εποχή να γοράσει ένα τόσο μεγάλο φουσκωτό. Δύο ή τρία κομμάτια είχαν καταφέρει να πουλήσουν όλα κι' όλα. Όταν αργότερα πήγα στην Olympic, είπα του Παπαπαναγιώτου να φτιάξουμε μια μικρή βάρκα ώστε να έχει μεγαλύτερη απήχηση στον κόσμο. Έτσι, όταν ενεργοποιήθηκε και πάλι η Olympic, με τον Παπαπαναγιώτου και τον Βρεττό, άρχισε να κατασκευάζεται το 3.60. Ο Βρεττός όμως δεν ήταν τεχνικός και δεν άκουγε. Αυτός ήταν και ένας από τους λόγους που δεν πήγε καλά η εταιρεία στο τέλος. Αυτό τουλάχιστον πιστεύω εγώ. Την εποχή που έβγαιναν οι μεγάλες βάρκες με τις βοηθητικές μηχανές, πρότεινα να φτιάξουμε ένα συμβατικό βαρκάκι ώστε να μπορεί ο καθένας να το πάρει με την βοηθητική μηχανή και να κάνει κοντινές βόλτες ή να πηγαίνει για ψάρεμα. Θέλω ας πούμε να πάω για ψάρεμα στην Πελοπόνησο; Αντί να τραβιέμαι με ένα μεγάλο φουσκωτό και να καίω βενζίνες ή να το ρυμουλκώ στην εθνική, βάζω το συμβατικό με την βοηθητική στο αυτοκίνητο και ελαχιστοποιώ την φασαρία και τα έξοδα. Έφτιαξα λοιπόν τότε για τον εαυτό μου ένα συμβατικό 3.80 που ζύγιζε 42 κιλά! Με τρία άτομα και εξάρα μηχανή πλάναρε! Διέθετε ένα τραπεζοειδή υφασμάτινο σάκκο στην πλώρη, όπου μπορούσα να βάλω μέσα όλα μου τα πράγματα. Στον ένα αεροθάλαμο δεν έβαλα τίποτε, ώστε να μπορεί κανείς να επιβιβάζεται στο βαρκάκι εύκολα φορτωμένος με την στολή και τα βαρύδια. Τα κουπιά ήταν στερεωμένα και τα δύο στον άλλον αεροθάλαμο. Το ψυγείο εφάρμοζε ακριβώς ανάμεσα στους αεροθαλάμους, ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν κάθισμα. Στον καθρέφτη ξεσήκωσα μια πατέντα της Avon, όπου δύο υφασμάτινοι σωλήνες εφαπτόμενοι σε δύο τρύπες με διάμετρο 5 cm άδειαζαν με την υποπίεση τα νερά απ' το κατάστρωμα σε χρόνο μηδέν. Ο Βρεττός όμως δεν ήθελε ν' ακούσει γι' αυτό. Έτσι το μοναδικό που φτιάχτηκε ήταν το δικό μου, και το έχω ακόμη!
Ι.Π. : Κάποια στιγμή έφυγες απ' την Olympic. Πότε έγινε αυτό και πού πήγες μετά;
Μ.Μ. : Ήταν το 1994 νομίζω. Την εποχή εκείνη είχε ξεκινήσει μια συνεργασία της Olympic με την Planatech, η οποία ήταν μια εταιρεία που σχεδίαζε και πουλούσε σχέδια σε εταιρείες κατασκευής φουσκωτών. Το 4.84 και το 5.50 της Olympic ήταν σκάφη που φτιάχτηκαν με σχέδια της Planatech. Μου έκανε τότε πρόταση ο Νότης ο Λέζος να δουλέψω μαζί τους και έφυγα απ' την Olympic. Η Planatech διέθετε ειδικά προγράμματα για την σχεδίαση των γαστρών, εγώ είχα το δικό μου σχεδιαστήριο και έκανα κάποιες μελέτες και μετατροπές για να είναι πιο λειτουργικά τα σκάφη. Το καλό ήταν ότι ο Λέζος δεχόταν τις παρεμβάσεις μου και έτσι η συνεργασία μου μαζί του ήταν αρμονική. Ένα από τα βασικά λάθη που έκανε η Olympic ήταν ότι κάθε φορά που έφτιαχνε ένα νέο μοντέλλο καλούσε στην πρώτη δοκιμή όλους όσους ενδιαφερόντουσαν να το δουν. Ένα καινούργιο σκάφος όμως πρέπει πρώτα να δοκιμαστεί από τον κατασκευαστή του, να διορθωθούν οι τυχόν ατέλειές του και μετά να έρθει ο κόσμος να το δει! Όταν δοκιμάζαμε ένα καινούργιο σκάφος με τον Λέζο, είμασταν μόνο οι δυο μας στην πρώτη δοκιμή. Κανένας άλλος! Στο 4.84 λοιπόν διαπιστώσαμε κάποια ελαττώματα. Στο ντεκ υπήρχαν πολλά ανοίγματα και ντουλάπια με αποτέλεσμα να μην δημιουργείται το αίσθημα ασφάλειας που πρέπει να παρέχει ένα συμπαγές πάτωμα. Το μπροστινό ταμπούκι ήταν επίσης πολύ ψηλό, στο ύψος σχεδόν των αεροθαλάμων, έτσι ώστε αν καθόταν κάποιος εκεί είχε την εντύπωση ότι θα έπεφτε στη θάλασσα! Δέχθηκε λοιπόν ο Λέζος τις παρατηρήσεις μου και πρότεινε στον Βρεττό να τροποποιήσει όλο το ντεκ με δικά του έξοδα, αλλά ο Βρεττός αρνήθηκε, για να μη χαθεί η σεζόν, όπως είπε...
Ι.Π. : Νομίζω ότι το 4.84 της Olympic ήταν το μετέπειτα πεντάμετρο της Planatech, όπως και το 5.50 της Olympic ήταν το 5.70 της Planatech. Είναι έτσι;
Μ.Μ. : Ναι, έτσι είναι. Εδώ θα βάλω μια "σφήνα" σε όσα συζητάμε. Οι πιο πολλοί έλληνες κατασκευαστές αντέγραψαν την Avon. Και μεις μαζί! Είναι κοινό μυστικό ότι το θρυλικό 5.25 της Olympic ήταν αντιγραφή του 5.40 Sea Rider της Avon. Θα σου πω όμως κάτι που ίσως δεν γνωρίζεις. Όταν αντιγράφεις ένα πράγμα πρέπει να αρχίσεις να μπαίνεις στη λογική αυτού που κατασκεύασε το αυθεντικό. Το χαρακτηριστικό εκείνου του Avon ήταν ότι λόγω της δεξιάς περιστροφής της προπέλλας το σκάφος είχε τάσεις να γέρνει αριστερά. Όσο δε πιο βαθύ είναι το "V" της γάστρας ενός σκάφους, τόσο πιο έντονο είναι το φαινόμενο αυτό. Για να λυθεί το πρόβλημα υπάρχουν διάφορες λύσεις. Πολλοί π.χ. τοποθετούν τη μηχανή πιο δεξιά στον καθρέφτη. Το συγκεκριμένο Avon διέθετε μια ιδανική γάστρα για τις δικές μας θάλασσες. Είχε καθίσματα back to back, χαμηλό κέντρο βάρους, το δε τελευταίο παρατροπίδιο ήταν πιο φαρδύ στο τελείωμά του απ' τα άλλα! Δημιουργείτο δηλαδή ένα πέλμα, στους τελευταίους 60 περίπου πόντους, για να εξουδετερώνει αυτή την τάση του σκάφους να γέρνει αριστερά. Ε λοιπόν, όσοι το αντέγραψαν θεώρησαν πως ήταν λάθος και το έκοβαν! (γελάει). Το 5.40 της Avon κατασκευάστηκε, αν δεν κάνω λάθος, στα μέσα της δεκαετίας του '50. Ήταν ένα πολύ επιτυχημένο σκάφος και το best seller της Αγγλικής αυτής εταιρείας. Αποκλείεται λοιπόν οι Άγγλοι να είχαν κάνει λάθος και όλοι οι έλληνες κατασκευαστές που το αντέγραψαν να ήταν σωστοί!
Και δεν ήταν μόνο αυτή η παρέμβαση των Ελλήνων αντιγραφέων στο 5.40 της Avon. Σήκωσαν το ντεκ ψηλά, έβαλαν ρολ μπαρ, μεγάλες μηχανές, μεγάλα ταμπούκια και πρόσθεσαν φορτία στην πρύμνη. Το σκάφος χάλασε, δεν ήταν πια το ίδιο. Εμείς πάντως, σε αντίθεση με όλους τους άλλους, διατηρήσαμε την "ιδιοτροπία" της αυθεντικής γάστρας του 5.40 γιατί καταλάβαμε τον ρόλο που έπαιζε το πλατύ τελευταίο της παρατροπίδιο. Κάτι που θέλω επίσης να ξεκαθαρίσω, με την ευκαιρία αυτής της κουβέντας μας, είναι ότι κανένα σκάφος δεν πάει το ίδιο καλά σε όλους τους καιρούς. Κάπου πάει καλά, κάπου μέτρια, κάπου άσχημα. Θυμάσαι ότι στο τελείωμα των αεροθαλάμων του 5.25 είχαμε τοποθετήσει πολυεστερικά πατήματα. Αυτά λειτουργούσαν σαν "flaps" και το 5.25 στα κόντρα δεν πιανόταν! Στα πρύμα όμως κάρφωνε! Κάτι κερδίζεις λοιπόν, κάτι χάνεις.
Ι.Π. : Μέχρι πότε έμεινες στην Planatech;
Μ.Μ. : Μέχρι το 2000. Έξι χρόνια δηλαδή. Μετά ανέλαβα να σχεδιάσω το 7.80 για την "Skipper". Επί ένα χρόνο σχεδίαζα στο σπίτι μου στο Πόρτο Ράφτη. Τους αεροθαλάμους, την κονσόλα, το ντεκ, ντεπόζιτα βενζίνης, σωληνώσεις. Αν σου δείξω τα σχέδια εκείνα θα νομίσεις πως τα έβγαλε ηλεκτρονικός υπολογιστής!
Ι.Π. : Θυμάμαι σε ένα Ναυτικό Σαλόνι ότι το πρώτο εκείνο σκάφος της Bsk Marine εξετέθη σε τομή.
Μ.Μ. : Δική μου ιδέα ήταν! Υπήρχαν σχέδια για κάθε σημείο του σκάφους. Ακόμη και τι βίδες έπρεπε να χρησιμοποιηθούν, ποιες έπρεπε να είναι οι αποστάσεις μεταξύ τους, τα πάντα. Είχα κάνει πάνω από εκατό σχέδια γι' αυτό το σκάφος! Τα μελέτησε ένας βορειοηπειρώτης απόφοιτος του Πολυτεχνείου που είχαμε στην Planatech, o Σταύρος Κερούσης, ο οποίος έφτιαξε τα ξυλότυπα του σκάφους εκείνου στο Πόρτο Ράφτη. Δεν χρειάστηκε να με ρωτήσει τίποτε. Στα σχέδια υπήρχαν απαντήσεις σε όλα. Ήταν πολύ καλό σκάφος και είχε κάνει εντύπωση όταν πρωτοεμφανίστηκε στην αγορά.
Ι.Π. : Αυτό μόνο το σκάφος της Bsk Marine σχεδίασες;
Μ.Μ. : Σχεδίασα και το 6.80 αλλά και άλλα παρελκόμενα εξαρτήματα των σκαφών όπως σκάλες, ρολ μπαρ, ιστούς. Είχα τότε παρατηρήσει ότι σε όλα τα σκάφη εχρησιμοποιείτο ένα είδος αντιολισθητικού που ετοποθετείτο στους βατήρες, στις πασαρέλες, στις πλατφόρμες. Το βρίσκω λάθος αυτό. Η δική μου άποψη είναι ότι αντιολισθητική επιφάνεια πρέπει να υπάρχει μόνο στα σημεία που πατάμε για να επιβιβαστούμε στο σκάφος. Στο ντεκ δεν χρειάζεται αντιολισθητικό γιατί αν το καλοκαίρι στέκεσαι με γυμνά πόδια θα φας τις πατούσες σου! Αν πάλι γλιστρήσεις και πέσεις, θα πέσεις μέσα στο σκάφος! Στα σημεία όμως όπου γίνεται η επιβίβαση και η αποβίβαση, χρειάζεται το αντιολισθητικό. Γίνονται επίσης λάθη στην επιλογή του χρώματος που χρησιμοποιούν πολλοί κατασκευαστές για να βάψουν τα ταμπούκια εσωτερικά. Τους περισσεύει ας πούμε μαύρο χρώμα; Βάφουν μαύρα τα ταμπούκια! Μα μπορείς να ψάξεις και να βρεις τα πράγματά σου το καλοκαίρι σε ένα ταμπούκι που είναι βαμμένο μαύρο; Είμαι επίσης κατά των μεγάλων ενιαίων χώρων. Έχεις ένα χώρο ενιαίο και τεράστιο, όπου μπαίνουν όλα τα πράγματα μαζί, και όταν κάποια στιγμή θα χρειαστεί να ψάξεις ας πούμε για να βρεις την φωτογραφική σου μηχανή, θα τρελλαθείς!
Ι.Π. : Σε διακόπτω εδώ. Προχθές, στην παρουσίαση των φουσκωτών που έγινε στο Φάληρο, είδα το Skipper κάποιου πελάτη ο οποίος είχε μόνος του διαρρυθμίσει το τεράστιο πρυμιό ταμπούκι και είχε δημιουργήσει μικρότερους χώρους, χωρίς να χάσει τον μεγάλο ενιαίο χώρο για την διανυκτέρευση δύο ατόμων! Εξαιρετική δουλειά, κατά την γνώμη μου.
Μ.Μ. : Όταν σχεδίαζα το 5.25 προσπάθησα να κάνω πλήρη εκμετάλλευση των χώρων. Ήθελα λοιπόν να εκμεταλλευθώ ένα μικρό χώρο που περίσσευε βαθειά μέσα στη γάστρα, στη μέση περίπου του σκάφους. Σκέφτηκα λοιπόν, αντί να μεταφέρω στα ταξίδια μου εμφιαλωμένα νερά, να φτιάξω ένα μικρό ανοξείδωτο δοχείο για πόσιμο νερό το οποίο θα έβγαζα με μια μικρή αντλία και ένα βρυσάκι. Όταν το τελείωσα, κάποιος που με είχε δει να το κατασκευάζω, με ρώτησε : "Το έφτιαξες το δοχείο του πόσιμου νερού"; "Το έφτιαξα", του απάντησα εγώ. "Είναι κρύο"; συνέχισε εκείνος. "Δοκίμασε", του είπα εγώ, και του έβαλα σε ένα ποτήρι να πιει. Ήταν τόσο κρύο, που ο τύπος τρελλάθηκε και άρχισε να φωνάζει! Είχα προσθέσει βλέπεις παγάκια από την θυρίδα που είχα αφήσει για να καθαρίζω την δεξαμενή! (γελάει).
Ι.Π. : Θυμάμαι ότι δεν σου έλειπαν πάντως τα ταξίδια. Ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες.
Μ.Μ. : Αλήθεια είναι αυτό. Μια φορά ήμουνα 25 μέρες μόνος μου και τριγυρνούσα με το Planatech από νησί σε νησί! Εκείνη την χρονιά δεν είχε έρθει ο Πουλόπουλος μαζί. Ταιριάζαμε με τον μακαρίτη τον Παναγιώτη σαν άνθρωποι και κάναμε καλή παρέα. Πιστεύω ότι πάνω από δύο άτομα η παρέα χαλάει! Πόσες φορές δεν έχει χαλάσει το κέφι και το πρόγραμμα επειδή ο καθένας θέλει να γίνει το δικό του; Το να πάρω έναν άνθρωπο μαζί μου, που δεν ξέρω πώς θα συμπεριφερθεί, είναι μεγάλο λάθος. Καλύτερα να πάω μόνος μου! Με τον Παναγιώτη συμφωνούσαμε σε όλα. Φεύγουμε; Φύγαμε! Είχαμε τα πάντα μέσα στη βάρκα, για να μην αναγκαστούμε να φύγουμε με κακοκαιρία από ένα ξερονήσι επειδή μας έλειπε το λάδι ή το ψωμί. Και όταν φθάναμε σε ένα λιμάνι, αναπληρώναμε αυτά που μας έλειπαν. Δεν φεύγαμε ποτέ από κάπου επειδή δεν είχαμε να φάμε.
Όταν ήμουνα στην Olympic είχαμε συνεργασία με τις δυνάμεις του στρατού και τους βατραχανθρώπους του Πολεμικού Ναυτικού. Ήταν μια αμερικάνικη βάρκα IBS την οποία μας ζήτησε να κατασκευάσουμε η μονάδα Υποβρυχίων Καταστροφών του Σκαραμαγκά. Την αντέγραψα και την κάναμε καλύτερη! Το μόνο που δεν καταφέραμε να φτιάξουμε ήταν το πάτωμα, το οποίο αποτελείτο από δύο υφάσματα neoprene που απείχαν μεταξύ τους γύρω στους 5 πόντους και ήταν ενωμένα μεταξύ τους με εκατομμύρια ίνες. Νομίζω ότι το χρησιμοποιεί και η Zodiac σήμερα στα μικρά φουσκωτά που κατασκευάζει. Όταν φουσκώσει το πάτωμα αυτό γίνεται άκαμπτο! Το πάτωμα που φτιάξαμε εμείς στη βάρκα αυτή θύμιζε τα στρώματα θαλάσσης που έχουν χωρίσματα. Το σκάφος πάντως στο σύνολό του ήταν πολύ καλύτερο από το αυθεντικό IBS! Είχε δε ιδιαιτερότητες στην κατασκευή του γιατί, εκτός των άλλων, διέθετε ένα περιμετρικό αεροθάλαμο διαμέτρου δέκα περίπου πόντων που χρησίμευε και να μην μπαίνει εύκολα το νερό μέσα στη βάρκα, και να μπορούν οι βατραχάνθρωποι όταν κωπηλατούν να βάζουν τα γόνατά τους ανάμεσα στον κύριο και τον μικρό περιμετρικό αεροθάλαμο.
Είχα φτιάξει και άλλη μια βάρκα η οποία θα εχρησιμοποιείτο, υποτίθεται, για την περισυλλογή των τορπιλλών, αλλά για κάποιο λόγο που δεν γνωρίζω, δεν προχώρησε. Φτιάξαμε γενικώς διάφορες κατασκευές, εκτός από φουσκωτές βάρκες, όπως μπανάνες, μπόμπους και τεράστιους σάκκους ανέλκυσης ναυαγίων για την Esso Pappas. Μέχρι πατρόν-μήτρα για την κατασκευή πήλινου δοχείου είχα βγάλει! Από το ένα πάω στο άλλο, αλλά τώρα θυμήθηκα πως λίγο έλειψε να πνιγώ μια φορά στις ακτές του Πηλίου! Είχα πάει για ψάρεμα με τον Παπαπαναγιώτου. Κάποια στιγμή η ψαροκρεμάστρα τυλίχτηκε κατά την ανάδυση στον σπάγγο του όπλου, με το καμάκι να έχει βραχώσει στον βυθό! Βρέθηκα έτσι παγιδευμένος δύο μόλις μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας, πανικοβλήθηκα και παρά λίγο να πνιγώ! Δεν είχα άλλη αναπνοή γιατί αυτό συνέβη στην άνοδο. Κόλλησε το μυαλό μου! Δεν σκέφτηκα να βγάλω το μαχαίρι ή να αφήσω τη ζώνη μου στον βυθό. Τράβηξα κάποια στιγμή ενστικτωδώς το σχοινί, πάνω στην απελπισία μου, κι' αυτό περιέργως κόπηκε! Όταν ανέβηκα στην επιφάνεια είχα παραισθήσεις! Νόμιζα πως έβλεπα φώτα, λεωφορεία, απίστευτα πράγματα! Τέσσερις ημέρες δεν μπορούσα να κοιμηθώ! Ευτυχώς το ξεπέρασα, γιατί προς στιγμήν σκέφτηκα να το παρατήσω το ψάρεμα...
Μια άλλη φορά ανεβαίναμε με το 4.70 το συμβατικό προς τον Άη Στράτη για ψάρεμα. Τέσσερα με πέντε μίλια πριν φθάσουμε στο νησι, η θάλασσα έγινε λάδι. Δίνω λοιπόν το τιμόνι σε ένα ψαροντουφεκά της παρέας μας. Κάποια στιγμή, χωρίς να συμβεί κάτι ιδιαίτερο, η βάρκα άρχισε να τρέμει! Σταματάμε, σηκώνουμε τη μηχανή και διαπιστώνουμε ότι έλειπε ένα φτερό απ' την προπέλλα! Φθάσαμε όπως όπως στον Άη Στράτη και άρχισα να σκέφτομαι τι να κάνω ώστε να μπορέσουμε να γυρίσουμε, γιατί δεν υπήρχε εφεδρική προπέλλα στο σκάφος. Εργαλεία είχα όμως. Ψάχνοντας στα χωράφια βρήκα ένα αλουμινένιο δοχείο από γάλα. Έφτιαξα με χαρτόνι ένα πατρόν του φτερού της προπέλλας, το έβαλα πάνω στο αλουμινένιο δοχείο, το έκοψα με το πριόνι και στο τέλος το πιρτσίνωσα πάνω στο σημείο όπου είχε κοπεί το φτερό. Μ' αυτή την προπέλλα επιστρέψαμε! Όταν πήγα στην αντιπροσωπεία μου έδωσαν μια καινούργια γιατί αυτή που έσπασε ήταν ελαττωματική από την κατασκευή της.
Ι.Π. : Πώς και δεν είχες εφεδρική προπέλλα έτσι τυπικός και λεπτολόγος που ήσουνα;
Μ.Μ. : Κάναμε απερισκεψίες βρε Ιωσήφ, το είπαμε αυτό! Εγώ δεν είχα ας πούμε ποτέ βοηθητική μηχανή. Δεν ήταν βλέπεις και υποχρεωτικό τότε.
Ι.Π. : Γιατί, όταν πήγα εγώ στην Κάσο πριν από τριάντα χρόνια με το συμβατικό είχα βοηθητική μηχανή; Έμεινα μάλιστα μια φορά ακυβέρνητος ακοικτά του Κάβο ντ' Όρο με το Απάτσι, γιατί "μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, τρεις και η κακή του μέρα". Κυνηγοί εμπειριών είχαμε καταντήσει εκείνη την εποχή και τυχεροί συγχρόνως που, με την άδειά Της όπως είπαμε, είμαστε ακόμη σώοι και αβλαβείς.
Μ.Μ. : Τα είχα όλα μέσα στο σκάφος! Επειδή μάλιστα ταξίδευα πάντα με τον Παναγιώτη και είχαμε ίδιες ακριβώς βάρκες και μηχανές, είχαμε μία εφεδρική προπέλλα, μία ηλεκτρονική κ.ο.κ. Εκείνη τη φορά όμως στον Άη Στράτη ήμουνα μόνος μου.
Ι.Π. : Πες μου κάτι τώρα. Γιατί τα φουσκωτά σκάφη είναι τόσο ακριβά; Δεν νομίζεις ότι είναι υπερτιμημένα;
Μ.Μ. : Όχι Ιωσήφ, δεν είναι υπερτιμημένα. Τα εργατικά είναι πολλά. Ένα μικρό σκάφος μπορείς να το βάλεις πιο εύκολα σε γραμμή παραγωγής, το μεγάλο όμως είναι αδύνατον. Κανένα μεγάλο σκάφος δεν είναι ακριβώς το ίδιο με ένα άλλο του ίδιου μοντέλλου! Στα τρία μέτρα μπορεί να δεις διακόσια όμοια φουσκωτά, στα πέντε μέτρα θα δεις δύο και στα οκτώ δεν θα δεις κανένα! Άλλος πελάτης ζητάει μπανιέρα, άλλος ψησταριά, άλλος ραντάρ, πού να βρεις άκρη! Θερμοσίφωνο και ραντάρ στο φουσκωτό ρε Ιωσήφ; Και το κακό είναι ότι οι περισσότεροι από αυτούς που τα ζητάνε αυτά είναι άναυτοι! Ούτε ναυτικά να μιλήσουν ξέρουν, ούτε να αγκυροβολήσουν, ούτε να δέσουν, ούτε να βγάλουν πορεία! Κάθονται με τις ακριβές νιτσεράδες στην καφετέρια, κάτω απ' τον ήλιο, και καμαρώνουν! Μπαίνουν στα λιμάνια με χίλια, μουντζώνουν, φωνάζουν, κάνουν φιγούρες! Δένουν μάλιστα πολλές φορές ο ένας πάνω στον άλλον, και αν τύχει να πιάσει ο ένας φωτιά θα καούν όλοι μαζί! Και είναι ωραίο πράγμα η ναυτωσύνη ρε γαμώτο! Ακούω όμως πολλές φορές εκφράσεις όπως "κάνε όπισθεν", "βάλε νεκρό" κ.λπ. ! Προβληματιζόμουνα ξέρεις, ανέκαθεν, γιατί οι ναυτικές λέξεις είναι τόσο ποιητικές. Και κατέληξα στο εξής συμπέρασμα. Όπως οι λέξεις που χρησιμοποιούμε για να συλλαβίσουμε μια λέξη χρησιμοποιώντας τον ναυτικό κώδικα είναι ηχητικά διαφορετικές, έτσι και οι ναυτικές λέξεις διαφέρουν η μία απ' την άλλη για να μην τις μπερδεύουμε. Η λέξη "βίρα", ας πούμε, δεν μοιάζει με καμμία άλλη.
Ι.Π. : Καλύτερα να μη μιλήσω εγώ γι' αυτούς τους όψιμους "καπετανέους". Άλλωστε εσύ δίνεις συνέντευξη, όχι εγώ. Τώρα με τι ασχολείσαι;
Μ.Μ. : Αυτή τη στιγμή με τίποτε. Δεν μπορώ, λόγω της εγχείρησης στην οποία υποβλήθηκα. Μόλις βελτιωθεί η κατάσταση του ενός ποδιού θα μου εγχειρήσουν και το άλλο, γιατί μετά από είκοσι χρόνια έχει φθαρεί ο σύνδεσμος. Πιστεύω ότι μετά και την δεύτερη αυτή εγχείρηση, θα επανέλθω στους κανονικούς μου ρυθμούς. Όσο είναι αυτό δυνατόν δηλαδή. Δεν είμαι και παιδί! Εν τω μεταξύ βουτάω καμμιά φορά στη θάλασσα, κολυμπάω και κάνω λίγο ψαροντούφεκο. Μου κάνει καλό...
Με την υπόσχεση ότι θα μου στείλει φωτογραφικό υλικό, μόλις επιστρέψει στα αγαπημένα του Χανιά, άφησα τον Μπάμπη Μπουζάκη στο μπαλκόνι του σπιτιού της κόρης του, και πήρα μαζί μου την ανάμνηση μιας σπάνιας συζήτησης, που θύμισε και σε μένα πολλά. Μια συζήτηση της οποίας δεν αποκαλύφθηκαν όλες οι πτυχές, καθώς ήταν σαφής η επιθυμία του συνομιλητή μου, κάποια από αυτά που μου εκμυστηρεύτηκε να μείνουν μεταξύ μας. Και δεν είχα παρά να την σεβαστώ...