Σύνδεση με το προηγούμενο : http://www.ribandsea.com/main/index.php/travels/1396-i-kallipygos-stous-pente-okeanoys-to-taksidi-synexizetai-sti-xili
Η περιπλάνηση του Γιώργου Γκρίτση, της γερμανίδας φίλης του Anne Marie Biedermann και της γάτας τους στις θάλασσες του πλανήτη συνεχίζεται...
Σαν μαύρη αυλαία το σκοτάδι κλείνει το θέαμα της δύσης στον όρμο Χερραδούρα. Ο ήλιος χάνεται, λαμπαδιάζοντας τον απέραντο Ειρηνικό. Είμαστε έτοιμοι να σαλπάρουμε. Η αστυνομία σφράγισε τα διαβατήριά μας το απόγευμα, κι επιστρέφοντας από τα γραφεία, συμπλήρωσα τα δοχεία νερού παλινδρομώντας με το βαρκάκι μεταξύ μόλου και σκάφους. Ίσα που εξέχει η μουράβια στην ίσαλο της «Καλλίπυγου», φορτωμένη με πλήρη τροφοδοσία για τρεις μήνες, 300 λίτρα νερό κι όλα τα απαραίτητα.
Τελευταία μαζέματα: διπλώνουμε τα καλύμματα των πανιών και αποσυναρμολογούμε το βαρκάκι που συμβόλιζε την τελευταία μας σύνδεση με την ξηρά. Παρ’ όλο το τρίξιμο της καδένας στο όκι, ανήκουμε πλέον στο πέλαγος και στην απεραντωσύνη του. Κοινωνούμε με το σύμπαν, πίνοντας ένα ποτηράκι κρασί και χαλαρωμένοι, με το νου ελαφρύ, πέφτουμε για ύπνο.
3 Μαρτίου: Βρισκόμαστε ακόμα στον ίσκιο των Άνδεων, μαύρα χαράματα, όταν χτυπάει το ξυπνητήρι. Καφεδάκι στα σκοτεινά, με υπόκρουση το σιγανό παλμό της μηχανής βιράρουμε την άγκυρα και τη μαΐστρα. Βιαζόμαστε να συναντήσουμε τον ωκεανό και την καθαρή πνοή του Αιόλου. Σκίζουμε την παράκτια μπουνάτσα με γρήγορες προπελιές, αφήνοντας τ’ απόνερα να σβήσουν στην πρωϊνή στεριανή πάχνη και στους καπνούς των βιομηχανιών. Οραματιζόμαστε την αλαργινή Αυστραλία, στην άλλη όχθη του Ειρηνικού, και 4.000 μίλια μπροστά μας, σαν μακρινοί αστερισμοί, τα μικρά αρχιπελάγη της Πολυνησίας. Έχουμε τουλάχιστον ένα μήνα περαντζάδας, μοναδικός μας κρίκος με τον κόσμο των ανθρώπων αποτελεί πλέον το ραδιόφωνο.
Μεσημεράκι, ο ήλιος δεν κατάφερε να τρυπήσει τη συννεφιά, αλλά μας προϋπαντούν οι πρώτες σπιλιάδες του νοτιά, ρυτίδες στη ρεστία τα «δαχτυλικά αποτυπώματα» του Αιόλου. Επιτέλους σβήνουμε τη μηχανή. Η «Καλλίπυγος» απλώνει τα μεγάλα κάτασπρα φτερά της. Αρμενίζουμε ίσα στην πορεία υπό την επιτήρηση του αυτόματου πιλότου. Βάλαμε πλώρη για τα αρχιπελάγη της Πολυνησίας. Η πρώτη νύχτα δεν είναι τόσο ήρεμη. Συναντάμε αρκετά βαπόρια και προσπαθούμε να συνηθίσουμε πάλι στο ρυθμό της βάρδιας.
4/3: Κουβεντιάζοντας νωρίς στα βραχέα με τον Πατρίς, μαθαίνουμε ότι το υψηλό βαρομετρικό του νοτίου Ειρηνικού έχασε κάπως την ισχύ του και άπλωσε τα πλοκάμια της μπουνάτσας προς βορειονατολικά. Αλλάζουμε ανάλογα την πορεία, παρακάμπτοντας βορειότερα τον αντικυκλώνα. Δεν ανησυχούμε πλέον για άσχημους καιρούς, αλλά προσπαθούμε ν’ αποφύγουμε τις ζώνες άπνοιας που κινδυνεύουν να μας στοιχίσουν αρκετές μέρες ακινησίας.
Μεσημβρινό στίγμα 29°01΄Ν., 73°36'Δ. Καλύψαμε 127 ν.μ. από την ακτή της Χιλής. Άνεμος νοτιάς τρία μποφόρ, ταχύτητα τέσσερις έως πέντε κόμβους. Ταξιδεύουμε αναπαυτικά, προσπαθούμε να χαλαρώσουμε διαβάζοντας.
5/3: Τρίτη μέρα συννεφιάς και λιγοστού αέρα. Φωτοβολταϊκά κύτταρα και ανεμογεννήτρια δεν επαρκούν για τη φόρτωση των μπαταριών. Βάζουμε τη μηχανή για ένα δίωρο. Η θερμοκρασία έφτασε ένα ευχάριστο 25°C, αλλά η θάλασσα παραμένει κρύα, μόλις 16° C. Αυτή η διαφορά θερμοκρασίας εξηγεί τη συννεφιά. Μεσημβρινό στίγμα 27°58'Ν., 75°16'Δ., απόσταση 235 ν.μ. Όλο το απόγευμα μας τραβάει το μεγάλο μπαλόνι. Ένα μεγάλο κοπάδι δελφινιών μάς προσπερνάει πριν βραδιάσει. Μέσα στη νύχτα φρεσκάρει καλά, αντικαθιστούμε μπαλόνι και μαΐστρα με τζένοα και φλόκο «πεταλούδα».
6/3: Έως το μεσημέρι αλλάξαμε τρεις φορές ιστιοφορία, λες και ο Αίολος θέλει να μας κάνει γυμνάσια. Μεσημβρινό στίγμα: 26°44'Ν., 77°18'Δ., απόσταση 363 ν.μ. Άνεμος πλέον σταθερά σορόκος, τρία μποφόρ. Θυμόμαστε ότι ακριβώς πριν από ένα χρόνο βρισκόμασταν ανοιχτά της Παταγονίας και προετοιμαζόμασταν για θεομηνία!
7/3: Μπουρινάκι πριν από τα χαράματα και ανάλογη μείωση της ιστιοφορίας. Λίγο αργότερα επανερχόμαστε στην πεταλούδα, με τα δυο μεγάλα μπροστινά πανιά τεντωμένα με τα δυο σπινακόξυλα. Αυτός ο τέλειος συνδυασμός, χάρη στους διπλούς προτόνους, μας επιτρέπει να έχουμε μπόλικη επιφάνεια ιστιοφορίας, που κυριολεκτικά έλκει το σκάφος από την πλώρη. Με ανεβασμένες τις καμένες, ζυγίζεται η γάστρα και σταθεροποιείται από τα διπλά τιμόνια. Ο αυτόματος πιλότος επεμβαίνει ελάχιστα. Μεσημβρινό στίγμα: 20°35'Ν, 79°08'Δ, απόσταση 481 ν.μ. Η όστρια φρεσκάρισε, σκίζοντας τη συννεφιά και αποκαλύπτοντας την ξαστεριά. Μουδάρουμε έναν από τους φλόκους και μαϊνάρουμε την τζένοα. Με το χοντρό κυματισμό το μπότζι γίνεται έντονο. Εγκαταλείπουμε την πρυμιά καμπίνα και κοιμόμαστε πλέον εγκάρσια στην πλωριά κουκέτα που, ευτυχώς, έχει πλάτος δύο μέτρα.
8/3: Αλλάζουμε την «ώρα πλοίου». Ήταν γελοίο να έχουμε ανατολή στις 10 μ.μ.! Αυτή η αλλαγή γίνεται πιο πολύ για να κρατάμε τους «τύπους» παρά για κάτι άλλο, καθώς ζούμε στο ρυθμό του ήλιου και τη ναυτιλία ενδιαφέρει μόνο η ώρα Γκρίνουιτς. Μεσημβρινό στίγμα: 24°58'Ν., 81 °09'Δ., απόσταση 606 ν.μ. Λιγοστεύει ο αέρας, ενώ κοπάζει σταδιακά η ρεστία. Κάνουμε κοντοβόλτια στα πρύμα με το μικρό μπαλόνι, τσιμάροντας κάθε τρεις ώρες. Στον ορίζοντα φάνηκε ένα μεγάλο ξεφόρτωτο μινεραλάδικο. Πιάνουμε κουβέντα στον ασύρματο. Είναι ελληνικής πλοιοκτησίας, ρουμάνικο το πλήρωμα, πάει στη Χιλή να φορτώσει μετάλλευμα χαλκού. Χάλασε πριν από μέρες το δορυφορικό βοήθημα ναυτιλίας τους και δεινοπαθούν για στίγμα λόγω συννεφιάς. Ευτυχώς το δικό μας λειτουργεί και τους μεταδίδω τη θέση μου.
9/3: Σερνόμαστε με τον ασθενή πρυμνήτη. Για πρώτη όμως φορά από την έναρξη της περαντζάδας έχουμε ηλιοφάνεια. Μεσημβρινό στίγμα: 24° 16'Ν., 83°24'Δ., απόσταση 729 ν.μ. Απ’ ό,τι μας λέει στο ραδιόφωνο ο Πατρίς, ο αντικυκλώνας αδράνησε τελείως, δεν είναι παρά μια κουκκίδα στο χάρτη του. Λόγω της μικρής διαφοράς πίεσης, οι άνεμοι παραμένουν ασθενείς. Υπομονή λοιπόν για μερικές μέρες, μέχρι να πλησιάσει το επόμενο υψηλό βαρομετρικό που βρίσκεται ακόμα 1.800 ν.μ. δυτικότερα! Μετά το απογευματινό μας τάβλι, ανακαλύπτουμε ξαφνικά ότι μας περικύκλωσε ένα μεγάλο κοπάδι τόνων. Πριν ξετυλιχθεί όλο το έκταμα της σύρτης, δάγκωσε κιόλας ο πρώτος «πελάτης» το αγκίστρι με το λαστιχένιο καλαμάρι. Φρέσκο ψάρι στο αποψινό μενού και στη γάτα αναλογούν δικαιωματικά «βασιλικά» κοψίδια. Η Άννα Μαρία γεμίζει με ωμό ψάρι πέντε «γυαλιά» με στεγανό πώμα και τα τοποθετεί 45 λεπτά υπό πίεση στη χύτρα. Έτσι φτιάχνουμε κονσέρβες για τις άκαρπες μέρες.
10/3: Μπουνάτσα! Η μαΐστρα καρπαζώνει την αρματωσιά στο ρυθμό της ρεστίας, ενώ το μπαλόνι κρεμάει σαν τσουβάλι, ξεφυσώντας πού και πού σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Δε φτάνει που είμαστε καραντιασμένοι, το μπότζι μάς σπάει τα νεύρα. Παρ’ όλο το... χελωνίσιο ρυθμό, οι τόνοι παρέμειναν κοντά μας. Για να περάσει η ώρα, κάνουμε γενική καθαριότητα και χάρη στη ζεστότερη θάλασσα πλενόμαστε με μπουγέλα. Ας σημειωθεί ότι όλα τα σαμπουάν «λειτουργούν» αφρίζοντας στο αλμυρό νερό, έτσι γίνεται μεγάλη οικονομία, χρησιμοποιώντας μόνο μισό λίτρο πόσιμο νερό ανά άτομο για το ξαλμύρισμα.
11/3: Βρισκόμαστε ανάμεσα στους δύο αντικυκλώνες, συνεπώς έχουμε την ατυχία να συναντήσουμε το σπανιότατο, κατά τους στατιστικούς χάρτες, αντίθετο πουνέντη. Τουλάχιστον προχωράμε. Μεσημβρινό στίγμα: 22°28'Ν., 85°37'Δ., απόσταση 899 ν.μ. Τρίτη συνεχή μέρα παρέα με τους τόνους. Μέσα σε δύο λεπτά βγάλαμε ένα πεντάκιλο ψάρι. Έχοντας ζεστάνει το φούρνο φτιάχνοντας ψωμί και μηλόπιτα, ετοιμάζουμε μια πίτσα με τόνο, ντομάτες και ελιές. Φουσκωμένη σαν φίδι από το πολύ ψάρι, η γάτα κοιμάται συνεχώς!
12/3: Με την καθαρή ανατολή του ήλιου, γυρίζει ευνοϊκός ο άνεμος. Επανέρχεται το κέφι μαζί με τη λιακάδα, τις αρμονικές κινήσεις του σκάφους, ιστιοφορία κουρδισμένη να τρέχει ακούραστα, πλώρη αφρισμένη. Διανύσαμε 1.000 ν.μ., αλλά μας απομένουν 3.000 ν.μ. ακόμη. Μεσημβρινό στίγμα: 21°20'Ν., 87°00'Δ. Φτάσαμε στους τροπικούς όπου σύννεφα και κύματα χορεύουν στο ρυθμό των αληγών, η ατέλειωτη αιόλια ανάσα. Με τα πανιά «βιδωμένα» στον άνεμο, η «Καλλίπυγος» ολισθαίνει ανέμελα στη γαλάζια επιφάνεια, γευόμαστε την απέραντη χαρά της επικοινωνίας με τη φύση.
13/3: Έχω τη δεύτερη βάρδια, από τη 1:00' έως τα ξημερώματα, χαζεύω το θέαμα των άστρων και των φωτεινών λοφίων στα κύματα, σαν άπειρα διαμάντια, σπαρμένα στην ατελείωτη σφαίρα του νυχτερινού μαύρου βελούδου. Η μέρα περνάει ήσυχα με τη ρουτίνα στα πανιά, μαγείρεμα, ναυτιλία και φυσικά τάβλι. Μεσημβρινό στίγμα: 20°57'Ν., 89°13'Δ., απόσταση 1.125 ν.μ. Βαρεθήκαμε τα ψάρια, αλλά αυτά δεν το βάζουν κάτω. Εκατοντάδες τόνοι κολυμπούν πλέον γύρω μας.
14/3: Είμαστε θεατές του κύκλου της ζωής, ο γνωστός νόμος της ζούγκλας. Τα χελιδονόψαρα δημιουργούν σμήνη ασημένιων βελών στα τόξα των κυμάτων για να ξεφύγουν το σίγουρο θάνατο από τα σαγόνια των τόνων. Δυστυχώς, στον αέρα καραδοκούν θαλασσοπούλια και η γάτα μας στο πλωριό κατάστρωμα, ενθουσιασμένη από τις σπαρταριστές λιχουδιές. Μεσημβρινό στίγμα: 20°22'Ν., 91°10'Δ., απόσταση 1.243 ν.μ. Το μεγάλο μπαλόνι αποδίδει μέση ταχύτητα 5,5 κόμβους. Η πλατιά γάστρα τρέχει σταθερά, χωρίς να δημιουργηθεί κανένα πρόβλημα στον αυτόματο πιλότο, που δουλεύει ακάθεκτα δεκατρείς μέρες σερί.
15/3: Όλη η νύχτα πέρασε με το μπαλόνι, χωρίς να χρειαστεί επέμβαση. Το πρωί όμως μειώθηκε αισθητά ο άνεμος, έτσι παίρνουμε το τιμόνι στο χέρι, ορτσάροντας πού και πού για να «παραγάγουμε» δυνατότερο φαινόμενο αέρα. Μεσημβρινό στίγμα: 19°50'Ν., 93°26'Δ., απόσταση 1.387 ν.μ. Η ταχύτητά μας πέφτει στους τρεις κόμβους καθώς μπουνατσάρει. Ένας τόνος άνω των δέκα κιλών έρχεται και κουτουλάει επανειλημμένα το δεξί τιμόνι. Καταφέρνουμε στιγμιαία να τον διώξουμε, χτυπώντας τον με το γάντζο της αβάρας. Τα φωτοβολταϊκά κύτταρα δουλεύουν στην εντέλεια με την τροπική λιακάδα, φορτίζοντας τους συσσωρευτές και επιτρέποντας μακρές συνομιλίες με τον Παναγιώτη και τον Πατρίς. Κατά τον τελευταίο θα έχουμε άστατους, ασθενείς ανέμους για ακόμα είκοσι τέσσερις ώρες. Ο αντικυκλώνας βρίσκεται κάπου 600 μίλια νοτιοδυτικά. Η υπομονή αποτελεί μια από τις ιδιότητες του καλού ναυτικού!
16/3: Την ξαστεριά, με το γιγάντιο τόξο του γαλαξία, ακολούθησε αιθρία με λιγοστό πρυμιό αέρα. Παρ’ όλο το μπαλόνι, «τσουλάμε» μόλις με τρεις κόμβους. Μεσημβρινό στίγμα: 19°14'Ν., 94°45'Δ., απόσταση 1.476 ν.μ. από τη Χιλή.
17/3: Δυο ώρες πριν από την ανατολή πλησιάζει ένα μπουρίνι κι ο αέρας φρεσκάρει. Η ταχύτητά μας φτάνει τους εφτά κόμβους, ευτυχώς όμως χωρίς παρατράγουδα, καθώς ο άνεμος δεν ξεπερνά τα τέσσερα μποφόρ. Για κάθε ενδεχόμενο, μέχρι ν’ απομακρυνθεί το σύννεφο, παίρνω στο χέρι τη λαγουδέρα. Ξαφνικά, το τιμόνι νεκρώνει, δεν αντιδράει, η «Καλλίπυγος» κουπαστάρει και δείχνει ακυβέρνητη. Το μπαλόνι τραντάζει τρελά την αρματωσιά, το σπινακόξυλο δέρνει αλύπητα τον πρότονο. Η Αννα Μαρία πετάχτηκε από την κουκέτα και φώτισε την παπαδιά, αποκαλύπτοντας το τραγικό θέαμα. Έχει σπάσει η μεγάλη ηλεκτροκόλληση της κεντρικής μπιέλας που συνδέει τα δύο τιμόνια. Είμαστε ακυβέρνητοι στη μέση του ωκεανού! Με χίλια ζόρια καταφέρνουμε να ποδίσουμε για το μάϊνα του μπαλονιού. Έπειτα από λίγο επινοούμε και αρματώνουμε μια «πατέντα» με ράουλα και σκοινιά κέβλαρ. Διατηρούμε την ταχύτητα κάτω από έξι κόμβους με φλόκους «πεταλούδα» για ευστάθεια, έτσι ώστε ο αυτόματος πιλότος να κρατάει την πορεία.
Εξετάζοντας τον χάρτη μάς πιάνει δέος. Βρισκόμαστε 2.500 ν.μ. από τα πρώτα αρχιπελάγη της γαλλικής Πολυνησίας, τις Μαρκέζες, ενώ το επικίνδυνο, αλίμενο Νησί του Πάσχα απέχει 800 ν.μ. και το Περού 1.600 ν.μ.! Η πατέντα φαίνεται να λειτουργεί, οπότε, λογικά, πρέπει να συνεχίσουμε προς τις Μαρκέζες, αφού στην πορεία αυτή επικρατούν οι ευνοϊκοί ασθενείς έως μέτριοι ούριοι αληγείς. Μεσημβρινό στίγμα: 18°47'Ν., 96°45'Δ., απόσταση 1.591 ν.μ.
18/3: Η επισκευή στο τιμόνι αγαντάρισε το πρώτο της εικοσιτετράωρο. Προσθέτουμε μπότσους για να παραμείνουν υπό τάση τα σκοινιά και καλυτερεύουμε την κλίση των ράουλων. Παρ’ όλη τη συντηρητικά μειωμένη ιστιοφορία, διατηρούμε μεσαία ταχύτητα πέντε κόμβων. Μεσημβρινό στίγμα: 18°26'Ν., 98°43'Δ., απόσταση 1.712 ν.μ. Εγκαταλείπουμε παντελώς κάθε σκέψη για αλλαγή προορισμού. Η Άννα Μαρία ζυμώνει τρία κιλά ψωμί, αρκετό για έξι μέρες. 'Εχουμε ξεχωριστές ευθύνες στην κουζίνα. Η Άννα Μαρία εκτελεί χρέη φούρναρη-ζαχαροπλάστη, ενώ εγώ ασχολούμαι με την καθημερινή μαγειρική. Άδειασε η πρώτη φιάλη υγραερίου, μας μένουν άλλες τρεις.
19/3: Μειώθηκε κάπως ο αέρας. Δοκιμάζουμε ντροπαλά το μπαλόνι, ανακαλύπτουμε όμως ότι με τον τζόγο στο τιμόνι δεν καταφέρνει αρκετά γρήγορες επαναφορές ο αυτόματος πιλότος. Μεσημβρινό στίγμα: 17°58'Ν., 100°58'Δ., απόσταση 1.961 ν.μ.
20/3: Το ένα μπουρίνι μάς χτυπάει μετά το άλλο. Πριν από τα ξημερώματα μουδάρουμε το φλόκο και αντικαθιστούμε την τζένοα με φλοκάκι. Η θάλασσα σφύζει από ζωή, παντού γύρω μας τόνοι και χελιδονόψαρα. Η γάτα δεν προλαβαίνει να τρώει όσα πέφτουν στο κατάστρωμα και τα ξαναρίχνουμε στο νερό κατά δεκάδες. Μεσημβρινό στίγμα: 17°32'Ν., 102Ο50'Δ., απόσταση 1.961 ν.μ.
21/3: Συνήθης ρουτίνα αλλαγής πανιών με τα μπουρίνια. Μεσημβρινό στίγμα: 17°05'Ν., 104°40'Δ. Διανύσαμε 2.063 ν.μ. και μας μένουν άλλα τόσα. Βρισκόμαστε λοιπόν στα μέσα της διαδρομής, γεγονός που εορτάζεται με κρασί!
22/3: Τα μπουρίνια γίνονται πολύ έντονα και παίρνουν πλέον μορφή καταιγίδων. Η θαλάσσια θερμοκρασία έφτασε στους 21°C, έτσι σε συνδυασμό με την ψυχρή νυχτερινή ατμόσφαιρα ευνοείται η εξάτμιση και ο κατακόρυφος σχηματισμός νεφών, των περιβόητων μαύρων αρμονιών των cumulonimbus. Ταξιδεύουμε ολοταχώς με δύο μουδαρισμένους φλόκους. Μεσημβρινό στίγμα: 16°37'Ν., 107°12'Δ., απόσταση 2.213 ν.μ.
23/3: Η ατμόσφαιρα σταθεροποιήθηκε κάπως, έπαψαν οι καταιγίδες και χαλαρώνουμε διασκεδάζοντας την περαντζάδα. Μεσημβρινό στίγμα: 16°08'Ν., 109°07'Δ., απόσταση 2.330 ν.μ. Περνάμε το απόγευμα καθισμένοι στην πλώρη υπό τον ίσκιο των φλόκων, χαζεύοντας τα ατελείωτα παιχνίδια του φωτός στον αφρό του κορακιού.
24/3: Ήσυχη μέρα, προχωράμε χωρίς κόπο. Χάσαμε πλέον την επαφή με τον Πατρίς, αλλά το καθημερινό «ραντεβού των ερτζιανών» με τον Παναγιώτη παραμένει. Του περνάμε το στίγμα μας κι αυτός το αναμεταδίδει στην Ελλάδα. Άδειασε το πρώτο ντεπόζιτο πόσιμου νερού. Καταναλώσαμε κατά μέσο όρο 3,4 λίτρα ημερησίως ανά άτομο, μας απομένει νερό για άλλες περίπου τριάντα μέρες.
25/3: Μεσημβρινό στίγμα: 15°19'Ν., 113°22'Δ., απόσταση 2.586 ν.μ. Μέρα ονειρική, με μπόλικο ύπνο, τεμπέλιασμα και διάβασμα. Ο αέρας, ακριβώς κατάπρυμα, είναι τόσο σταθερός, που δεν επεμβαίνουμε ούτε μία φορά στην ιστιοφορία!
26/3: Ενώ κοιμόμουν κάτω από το ανοιχτό πλωριό ταμπούκι, προσγειώθηκε στο κεφάλι μου ένα... σπαρταριστό χελιδονόψαρο, σκορπώντας λέπια και ψαρίλα! Πριν συνειδητοποιήσω τι συνέβαινε, μπήκε η γάτα στο χορό και έγινε «το σώσε» στο κρεβάτι! Αργότερα, για προπόνηση και έλεγχο, έκανα μια σειρά παρατηρήσεων με τον εξάντα. Πάνε οι μέρες του περίπλου με το «Ιάσων», όπου καθημερινά ασχολιόμουν με την αστροναυτιλία. Παρ’ όλα αυτά, όσο απίθανα ακριβής κι αν είναι η ηλεκτρονική ναυτιλία με τους δορυφόρους, μόνο εν σχέσει με τα ουράνια σώματα καταφέρνω να «νιώθω» τη γεωγραφική μας θέση. Μεσημβρινό στίγμα: 14°53'Ν., 115°30'Δ., απόσταση 2.696 ν.μ.
27/3: Μεσημβρινό στίγμα: 14°26'Ν., 117°31'Δ., απόσταση 2.816 ν.μ. Άλλη μια τέλεια μέρα. Την πανσέληνο ακολούθησε αιθρία, ούτε ένα συννεφάκι στον ορίζοντα. Προχωράμε σταθερά με πέντε κόμβους. Έτσι θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε άλλον ένα μήνα, έως την Αυστραλία. Κρίμα που φτάνουμε σε μια βδομάδα...
28/3: Μεσημβρινό στίγμα: 13°58'Ν., 119°43'Δ., απόσταση 2.935 ν.μ. Μέρα νύχτα τρέχει ακούραστα η «Καλλίπυγος». Οι ώρες περνούν ανέμελα, παρακολουθώντας τον απέραντο ωκεανό, τα ψάρια και τα θαλασσοπούλια.
29/3: Μεσημβρινό στίγμα 13°32'Ν., 121°52'Δ., απόσταση 3.065ν.μ. Οργώσαμε σχεδόν το μισό Ειρηνικό, 5.000 χμ. ατελείωτης θάλασσας, αλλά ατελείωτη είναι και η ευτυχία μας. Κάπου χάσαμε το αίσθημα του χρόνου, παρέμεινε μόνο η αίσθηση της διάρκειας. Αρμονικά με το περιβάλλον μας ζούμε στο παρόν.
30/3: Μεσημβρινό στίγμα: 12°58'Ν., 123°55'Δ., απόσταση 3.192 ν.μ. Εκτός από την ελάχιστη ρουτίνα, γίναμε απλοί θεατές του ταξιδιού! Διαβάζουμε για τις Μαρκέζες και για την Πολυνησία γενικά. Απίστευτο πώς αυτοί οι πολιτισμοί που τεχνολογικά ανήκαν στη Λίθινη Εποχή κατάφεραν να αποικήσουν όλα τα νησιά του Ειρηνικού, από τη Νοτιοανατολική Ασία έως το Νησί του Πάσχα και τη Χαβάη. Η αποδημία άρχισε πριν από 6.000 χρόνια και οι «Πολυνήσιοι» είχαν ήδη καλύψει 5.000 χμ., αποικώντας το Αρχιπέλαγος των Μαρκέζας το 150 π.Χ., χάρη στ’ απίστευτα εξελιγμένα μεγάλα τους καταμαράν με την πολύ αποτελεσματική ιστιοφορία και την εξίσου απίστευτη ακρίβεια με την παραδοσιακή τους αστροναυτιλία. Επιτεύγματα που θα περίμεναν να δουν οι Ευρωπαίοι τουλάχιστον δεκαπέντε αιώνες!
31/3: Μεσημβρινό στίγμα: 12°29'Ν., 126°03'Δ., απόσταση 3.317 ν.μ. Γεμίζουν τον ουρανό σμήνη από «φρεγάτες», τα παράξενα μαύρα θαλασσοπούλια με τα αγκυλωτά φτερά και τη διχαλωτή ουρά. Τα αρσενικά ξεχωρίζουν από τα κόκκινα πούπουλα, σαν περιδέραια, στο λαιμό. Τον καιρό των «μεγάλων εξερευνήσεων» ήταν σημάδι ότι πλησιάζουν σε μια στεριά. Μας απέμειναν 900 ν.μ. και το τιμόνι δε μας προκαλεί πλέον καμιά ανησυχία.
1/4: Μεσημβρινό στίγμα: 12°05'Ν., 128°17'Δ., απόσταση 3.442 ν.μ. Φάνηκε η... Κίνα, καλή Πρωταπριλιά!
2/4: Μεσημβρινό στίγμα: 11°36'Ν., 130°25'Δ., απόσταση 3.569 ν.μ. Σήμερα γιορτάζουμε το δεύτερο έτος απουσίας μας από την Ελλάδα. Γυμνοί στον ίσκιο των φουσκωμένων φλόκων, μαγεμένοι από το τραγούδι της πλώρης, αναπολούμε τις ωραίες στιγμές του ταξιδιού. Ο μάγειρας έχει κέφια, έτσι τους μεζέδες ακολουθεί κρασάκι. Πριν από ένα χρόνο γιορτάζαμε τη μέρα αυτή στη Γη του Πυρός, κάτω από συνθήκες χιονοθύελλας. Όσο παράξενο κι αν φαίνεται σε μερικούς, η ζωή σε μια ξύλινη «παράγκα» δέκα τετραγωνικών μέτρων χωρίς ψυγείο, τηλεόραση και τηλέφωνο μας φαίνεται παράδεισος.
3/4: Μεσημβρινό στίγμα: 11°10'Ν., 132°22'Δ., απόσταση 3.693 ν.μ. Ένα μικρό βραχυκύκλωμα και μια ελαττωματική θερμική ασφάλεια ευθύνονται για την πτώση τάσης στις μπαταρίες. Για να τις αφήσουμε να επαναφορτιστούν, τιμονάρουμε με το χέρι και περνάμε τη νύχτα με λάμπες πετρελαίου. Φυσικά, επιβάλλουμε σιγή στο ραδιόφωνο.
4/4: Μεσημβρινό στίγμα: 10°43'Ν., 134°37'Δ., απόσταση 3.818 ν.μ. Από τη χθεσινή μας ραδιοφωνική σιωπή τρόμαξε ο φίλος Παναγιώτης και ειδοποίησε τις... ακτοφυλακές! Εκτός ότι είμαστε άτρωτοι σαν... κατσαρίδες(!), δεν μπορεί να διανοηθεί πόσο μακριά βρισκόμαστε ακόμα από κάθε ανθρώπινη παρουσία. Σήμερα φτιάχνουμε κονσέρβες. Πιάνουμε δέκα κιλά τόνους και τους σφραγίζουμε σε γυαλιά. Για μια στιγμή διέκοψε το ψάρεμα κάποιος καρχαρίας ή ξιφίας που πετάχτηκε από τα βάθη, κόβοντας τη συρτή.
5/4: Μεσημβρινό στίγμα: 10°20'Ν., 136°41'Δ., απόσταση 3.946 ν.μ. Λογής θαλασσοπούλια γεμίζουν το συννεφιασμένο ουρανό. Ένα μεγάλο κοπάδι δελφινιών σαρώνει την περιοχή μας. Από κυνηγοί οι τόνοι έγιναν θήραμα. Σαν πύργοι υψώνονται οι τεράστιες μάζες των καταιγίδων, παραμορφώνοντας τη σταθερή ροή του σορόκου, καθώς τα καθοδικά ρεύματα ακολουθούν κυκλωνική κίνηση. Προσπαθούμε, όχι πάντα με επιτυχία, να περάσουμε από τη νότια πλευρά των καταιγίδων, ώστε να επωφεληθούμε από τα σιγόντα. Οι σπιλιάδες φτάνουν τα επτά μποφόρ, πλέουμε ολοταχώς με δύο «σπινακωμένα» φλοκάκια, μαϊνάροντας το σοφράνο πανί μόλις φατσάρει ο άνεμος. Η τελευταία νύχτα της περαντζάδας περνά ανήσυχα. Τα μπουρίνια γύρω μας βομβαρδίζουν τη θάλασσα με αστραπές. Αποσυνδέσαμε και γειώσαμε όλες τις κεραίες.
6/4: Τριακοστή τέταρτη μέρα εν πλω. Τα χθεσινά μπουρίνια αποτελούν μια κακή ανάμνηση. Στο λαμπερό φως της ανατολής αρχίζουμε να διακρίνουμε τις αιχμηρές οροσειρές της Φάτου Χίβα και της Χίβα Όα, που ολοένα μεγαλώνουν στον πεντακάθαρο ορίζοντα. Πλησιάζοντας ολοταχώς με το μπαλόνι, καλύπτουμε σε έξι ώρες τα τριάντα πέντε μίλια από την πρώτη οπτική επαφή έως την μπούκα του μικρού όρμου Ατουόνα.
Τα ψηλά αυτά ηφαιστειογενή νησιά αποτελούν εξαίρεση στο νότιο Ειρηνικό, καθώς λείπει το κοραλλένιο περιδέραιο υφάλων, διευκολύνοντας έτσι την πρόσβαση. Ο Ισπανός Μεντόζα ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος που κατάφερε να τα «ανακαλύψει», ονομάζοντάς τα — προς τιμήν της αντιβασίλισσας του Περού, μαρκησία ντε Μεντόσα — νησιά Μαρκέζες. Όπως οι Ισπανοί, δεν δυσκολευτήκαμε να προσορμίσουμε. Φτάσαμε. Έτσι λήγει μια ωραία και εύκολη ωκεανική περαντζάδα, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα ή φθορές, εκτός από την «καμένη» κόλληση στην μπιέλα του τιμονιού! Διανύσαμε 4.100 ν.μ. σε 34 μέρες, με μέση ταχύτητα 4,94 κόμβων, παρ’ όλους τους γενικά ασθενείς ανέμους και αργότερα την εσκεμμένα συντηρητική ιστιοφορία λόγω πηδαλίου. Επιστροφή λοιπόν στον κόσμο των ανθρώπων και στα πολύπλοκά τους προβλήματα... Τι ωραία που ήμασταν στο πέλαγος!
Συγκίνηση! Έπειτα από 34 μέρες αγνής ωκεάνιας γλαυκότητας, βαφτιζόμαστε κυριολεκτικά στην ατελείωτη τροπική ποικιλοχρωμία. Μια πραγματική συμφωνία αποχρώσεων, με συντελεστές πέτρες, φυτά και ζώα. Ενώ τα μάτια μας δε χορταίνουν το φυσικό υπερθέαμα, έπρεπε ξαφνικά να καταπιαστούμε με μια άλλη πραγματικότητα, την πολυκοσμία.
Η Χίβα Όα αποτελεί το υπ’ αριθμόν ένα σημείο άφιξης για τα βορειοαμερικανικά κότερα που σαλπάρουν από τις σχετικά παραπλήσιες καλιφορνέζικες ακτές. Βρεθήκαμε στο μέσον ενός θορυβώδους, αμερικανοκαναδέζικου στόλου, στην πλειονότητα αρχάριοι κρουαζιεράδες, μετά την πρώτη τους περαντζάδα. Το μεγαλύτερο νησί στο νότιο άκρο της ηφαιστειογενούς αλυσίδας των Μαρκέζων, με 2.000 κατοίκους αποτελεί τη δεύτερη πρωτεύουσα του αρχιπελάγους. Η πρώτη μας δουλειά μετά το αγκυροβόλιο ήταν η επίσκεψη στις Αρχές για την είσοδο στη Γαλλική Πολυνησία, μια ημιαυτόνομη αποικία. Με 90% υγρασία και 35°C υπό σκιά κατευθυνόμαστε προς το χωριό, όπου μας καλωσορίζουν οι καλόβολοι και καταϊδρωμένοι Γάλλοι χωροφύλακες. Αφού ολοκληρώσαμε τις διατυπώσεις, ερεθισμένοι από τις μυρωδιές της πλούσιας βλάστησης, προσπαθούμε να προμηθευτούμε φρούτα και λαχανικά.
Δεν πιστεύουμε στα μάτια μας, ανακαλύπτοντας ότι τα δύο «κινέζικα» μπακάλικα του χωριού προσφέρουν μόνο ξηρά τροφή ή κονσέρβες. Πράγμα όμως λογικό, αν σκεφτεί κανείς ότι όλοι οι κάτοικοι έχουν δικά τους περιβόλια. Φέρνοντας βόλτα τα σοκάκια, αναστενάζουμε μπροστά στους γιγάντιους ιβίσκους, τις μπουκαμβίλιες και τις μυρωδάτες, γαρδένιες. Τελικά, συναντάμε ένα πολυνησιακό νοικοκυριό πρόθυμο να μας εφοδιάσει με μάγκος, παπάγιες και γλυκά γκρέιπφρουτ από τον κήπο τους, χωρίς μάλιστα να συζητούν καν για πληρωμή!
Κουβεντιάζοντας στον ίσκιο των βαΐων, μαθαίνουμε ότι οι Μαρκέζες δεν διαθέτουν τίποτα προς μεταπώληση, εκτός από μικρές ποσότητες ψαριών και καρύδων. Η πλειονότητα των κατοίκων εργάζεται στο δημόσιο, οι υπόλοιποι δέχονται επιδόματα ανεργίας, με άλλα λόγια οι 8.000 νησιώτες επιχορηγούνται πλήρως από το γαλλικό κράτος! Καλλιτέχνες της τεμπελιάς; Ασφαλώς όχι, αν θυμηθούμε την παρατήρηση του Βρετανού εξερευνητή Κουκ: «...Οι νησιώτες ζουν σαν απαλλαγμένοι από τη βιβλική υποχρέωση να ιδρώνουν για το ψωμί τους...».
Χάρη στην αγαθότητα της φύσης, στην εφευρετική και ολική χρήση των πόρων της από οργανωμένες κοινωνίες, τα νησιά συντηρούσαν 50.000 κατοίκους ως την άφιξη των αποικιακών υπερδυνάμεων, των ιεραποστόλων και άλλων καλοθελητών που επέβαλαν τη νέα τάξη με κανόνια και δωροδοκίες, αποδεκατίζοντας τον πληθυσμό με σύφιλη και ιλαρά. Μέχρι την άφιξη των γαλλικών αποικιακών δυνάμεων το 19ο αιώνα, κάθε κοιλάδα κατοικούνταν και ελεγχόταν από μια «φυλή», υπό την αρχηγία ενός, εν ζωή, γενάρχη. Προφανώς, «βασιλείς» υπήρχαν μόνο όταν κάποια από τις φυλές κατάφερνε να ξεφύγει από τα στενά της γεωγραφικά όρια. Η λατρεία των προγόνων αποτελούσε τη θρησκεία. Οι καθολικοί ιεραπόστολοι κατάφεραν να απαγορεύσουν τις ανθρώπινες θυσίες και τον κανιβαλισμό, αλλά έσβησαν συνάμα ένα μεγάλο μέρος του ντόπιου πολιτισμού, καταστρέφοντας συστηματικά τεμένη και πανέμορφα γλυπτά. Επέβαλαν ευρωπαϊκό ρουχισμό σε λαούς που χρησιμοποιούσαν τα υφάσματα μόνο για διακόσμηση και στόλιζαν την επιδερμίδα τους με περίτεχνα τατουάζ.
Ο ζωγράφος Γκογκέν, που μετανάστευσε στα νησιά στις αρχές του εικοστού αιώνα, αντιπαρατέθηκε στις Αρχές και στον κλήρο για τον κτηνώδη τρόπο που μεταχειρίζονταν τους νησιώτες και τη μανία τους να επιβάλουν ευρωπαϊκά έθιμα. Ο Γκογκέν πέθανε στην φυλακή της Χίβα Όα και οι σημερινοί «Μαρκεσιανοί» ελάχιστα γνωρίζουν πλέον από τη μυθολογία, την ιστορία και τις παραδοσιακές τους τέχνες. Καταλαβαίνουμε την πίκρα των ντόπιων, όταν περιγράφουν πως διδάχτηκαν ελληνική μυθολογία στα γαλλικά σχολεία και αγνοούν τα πάντα για το δικό τους πολιτισμό!
Ευτυχώς, υπό την προεδρία Μιτεράν σταμάτησαν συνάμα τα καψόνια και οι πυρηνικές δοκιμές της Μουρουρόα, ενώ τα διάφορα αρχιπελάγη απόκτησαν δικαίωμα αυτοδιαχείρισης. Την ώρα που η πλειονότητα των νησιών του Ειρηνικού γεύονται τη μετα-αποικιακή ανεξαρτησία, στο Παρίσι ψηφίζουν ακόμα διατάξεις που αφορούν τη Γαλλική Πολυνησία. Παρατηρήσαμε, πάντως, ορισμένες καλές πλευρές του συστήματος, όταν ψάξαμε να συγκολλήσουμε τη σπασμένη άρθρωση του τιμονιού. Πληροφορηθήκαμε ότι όλες τις τεχνικές υπηρεσίες αναλάμβανε ο γαλλικός στρατός, συνεπώς κατευθυνθήκαμε προς τη «βάση» και αντί για συρματοπλέγματα, φυλάκια και πεδία ασκήσεων ανακαλύψαμε έναν ανοιχτό χώρο εργαστηρίων όπου εκπαιδεύονταν νεαροί κληρωτοί Πολυνήσιοι στη λιθοδομή, στις τεχνικές μηχανουργείου, διαχείρισης, μέχρι και στη χρήση υπολογιστών! Όπως στον υπόλοιπο κόσμο οι φαντάροι γκρίνιαξαν, αλλά έκαναν την επισκευή!
Κουβεντιάζοντας με έναν αξιωματικό, μας εξήγησε ότι σκοπός της μονάδας είναι η στήριξη του ντόπιου πληθυσμού. Με τον τρόπο αυτό σταμάτησαν τη διαρροή έμψυχου υλικού προς την πρωτεύουσα Ταϊτή, ενώ συγχρόνως σχηματίζονταν τεχνικά βιώσιμες κοινότητες στα μεμονωμένα νησιά. «Ζούμε στον 20ό αιώνα και πρέπει οι νέοι να μάθουν να οικοδομούν βάσει προδιαγραφών ή να επισκευάζουν τις μηχανές των καϊκιών τους» μας είπε χαρακτηριστικά! Στο μικρό αγκυροβόλιο της Ατουόνα ο συνωστισμός άρχιζε να παίρνει επικίνδυνες διαστάσεις.
Μαθαίνοντας ότι ο κοτερίσιος στόλος κατευθύνεται προς τη νοτιότερη Ταχουάτα, αποφασίζουμε να σαλπάρουμε προς τη βορειότερη Νούκου Χίβα. Υπολογίζοντας την ώρα άφιξης τα ξημερώματα, κάνουμε ενδιάμεσο σταθμό σε έναν όμορφο κολπίσκο στη βορινή πλευρά της Χίβα Όα, όπου φαίνονται στο χάρτη μια ειδυλλιακή αμμουδιά κι ένας καταρράκτης.
Δυστυχώς, τίποτε δεν ανακόπτει τη ρεστία του γρέγου, καθιστώντας αδύνατη την αποβίβαση. Έτσι αναγκαζόμαστε να στραφούμε με μειωμένη ιστιοφορία προς τα βόρεια και τη Νούκου Χίβα. Πλαγιοδρομία. Εμπιστευόμαστε πλήρως το ανεμοτίμονο και, χάρη σε «ελαστικές» βάρδιες, φτάνουμε ξεκούραστοι μπροστά στις απόκρυφες ακτές του προορισμού μας, μόλις ξεμυτίζει ο ήλιος στην ανατολή. Δύο βαθυκόκκινα αγγρίφια, σαν κυνόδοντες, φρουρούν το στόμιο του κόλπου Ταγιοχάε. Στο βάθος, πάνω από το λευκό περιδέραιο της αμμουδιάς, υψώνεται αμφιθεατρικά η ηφαιστειογενής ραχοκοκαλιά του νησιού. Παρ’ όλο το ελαφρύ μπότζι, εισερχόμαστε εντυπωσιασμένοι στη μεγαλύτερη ράδα των Μαρκέζων.
Θα μείνουμε μια βδομάδα στο θεαματικό αγκυροβόλιο, χωρίς όμως πολλές επαφές με τη στεριά, καθώς οι σκνίπες και τα κουνούπια τσιμπούν με θράσος, ενώ οι κάτοικοι του χωριού μάς αντιμετωπίζουν αδιάφοροι σαν μουδιασμένοι από τη ζέστη. Μόλις έκοβε η ζέστη κάθε απόγευμα και κρυβόταν ο ήλιος πίσω από τις δασώδεις κρημνώρειες, έκαναν την εμφάνισή τους αγωνιστικές διπλές πιρόγες. Απομιμήσεις σε υαλοπολυεστέρα των πολυνησιακών πολεμικών λέμβων, επιδίδονταν καθημερινά σε λυσσαλέους αγώνες κωπηλασίας. Οι αντιπρόσωποι κάθε νησιού αναμετρούνται μια φορά το χρόνο στην Ταϊτη, απ’ όπου οι καλύτεροι στέλνονται να συμμετάσχουν στο ετήσιο διεθνές πολυνησιακό τουρνουά. Όλοι οι αγώνες υποστηρίζονται οικονομικά από εταιρείες που αθλοθετούν σπουδαία χρηματικά έπαθλα.
Πολλές φορές χρησιμοποιούσαν την «Καλλίπυγο» σαν τσαμαδούρα στροφής και παρ’ όλη τη σύγχρονή μας εποχή, δεν χρειάζεται πολύς ρομαντισμός για να φανταστεί κανείς τι γινόταν τους περασμένους αιώνες, όταν έκαναν έφοδο οι Πολυνήσιοι πολεμιστές.
Το γράμμα που μας εμπιστεύτηκε ένας Ιταλός ιστιοπλόος στη Γη του Πυρός για ένα ζευγάρι Πολυνήσιων φίλων του μας αναγκάζει να πλεύσουμε στο Χάκα Χάο. Χάρη σε μια εύκολη κλειστή πλαγιοδρομία και με άνεμο μέτριο διασχίζουμε το μπουγάζι, φουντάροντας σταβέντο του κυματοθραύστη. Λίγος ο χώρος, αλλά κάνοντας χρήση του ελάχιστου βυθίσματός μας κατορθώνουμε να ρεμετζάρουμε στ’ απάγκιο. Το Χάκα Χάο έχει κακή φήμη για τα ιστιοφόρα, διότι όσα έχουν βύθισμα πάνω από ενάμισι μέτρο είναι αναγκασμένα να παραμείνουν στον τομέα του λιμανιού που είναι εκτεθειμένος στο πελαγίσιο κύμα. Έτσι, προνομιακά, βρισκόμαστε μόνοι και ήσυχοι σε μια όμορφη ράδα περιστοιχισμένη από βελονοειδή όρη, που διαπερνούν το παχύ πέπλο της τροπικής ζούγκλας.
Το χωριό δείχνει περιποιημένο, με καθαρούς δρόμους και κήπους περιφραγμένους από θάμνους ιβίσκων ή μπουκαμβίλιας. Στο σχολικό συγκρότημα συναντάμε την Τζούλια, Μαρκεσιανή δασκάλα στο τοπικό δημοτικό, προς την οποία απευθυνόταν η επιστολή. Χάρηκε που της φέρναμε νέα από τους Ιταλούς φίλους της και μας προσκάλεσε να πάμε στο σπίτι της. Ενώ επιστρέφαμε στην «Καλλίπυγο», εμφανίστηκε με το αυτοκίνητο, κορνάροντας, ο άντρας της Τζούλια, ο Κλοντ. Στην καρότσα ήταν φορτωμένα διάφορα δώρα, είκοσι τεράστια γκρέιπφρουτ, ένα «τσαμπί» μπανάνες, ένα κιβώτιο λεμόνια κι ένα τσουβάλι μάγκος! Μείναμε έκπληκτοι από τη φιλοξενία και από την απάντηση του Κλοντ στα ευχαριστήριά μας: «Σκέφτηκα ότι ίσως χρειαζόσασταν λίγα φρέσκα...».
Αφού ξεφορτώσαμε το αμάξι γεμίζοντας την καμπίνα, μας σεριάνισε ο ξεναγός μας στο χωριό και στα περίχωρα, όπου πήραμε μια ιδέα από τη ζούγκλα. Εκτός από τα ενδημικά είδη δέντρων, παρατηρήσαμε κι άλλες ποικιλίες, όπως τικ, μαόνι που, κατά το δασοπόνο Κλοντ, η φύτεψή του πραγματοποιήθηκε με κονδύλια της ΕΟΚ! Οι Μαρκέζες ανήκουν στη Γαλλία, αποτελώντας έτσι πολιτικό μέρος της Ευρώπης και παραδόξως οι Μαρκεσιανοί αντιτίθενται στην Ταϊτή, που γυρεύει ανεξαρτησία. Η κουβέντα πήρε πολιτικό χαρακτήρα. Ο Κλοντ άρχισε να μας περιγράφει τα προβλήματα του μικρού αρχιπελάγους με τους διεφθαρμένους πολιτικάντηδες της πρωτεύουσας Παπεέτε. Είναι σίγουρο ότι οι 8.000 κάτοικοι των Μαρκέζων καλοπερνούν υπό γαλλικό καθεστώς, με δωρεάν παιδεία, υγεία, δημόσια έργα και επιχορηγήσεις σε όλα τα επίπεδα για να σκεφτούν να αλλάξουν εθνικότητα! Άλλωστε, τα νησιά είναι απομονωμένα, με ελάχιστους πόρους, άρα δεν έχουν πολλές εναλλακτικές λύσεις...
Πηγαίνοντας προς το σπίτι του, ο Κλοντ μάς διηγήθηκε ένα ενδιαφέρον περιστατικό που συνέβη τις πρώτες ημέρες της γαλλικής κυριαρχίας. Ο Γάλλος ναύαρχος πλησίασε ένα φύλαρχο και του πρότεινε να τον κάνει βασιλιά των νησιών, εάν δεχόταν να γίνουν τα νησιά γαλλικό προτεκτοράτο. Δελεασμένος ο Μαρκεσιανός δέχτηκε τη συμφωνία, οπότε ο ναύαρχος προσκάλεσε το... βασιλικό πλέον ζεύγος σε εορταστικό δείπνο για την υπογραφή της συνθήκης στη ναυαρχίδα του στόλου. Όπως ξέρουμε, οι Μαρκεσιανοί ζούσαν σχεδόν γυμνοί, όλο το σώμα αντρών και γυναικών (ιδίως των αρχηγών) ήταν χαραγμένο με περίτεχνα τατουάζ. Ο ναύαρχος έστειλε ράφτη και υφάσματα στους νέους ηγεμόνες, που στο πι και φι βρέθηκαν ντυμένοι ευρωπαϊκά. Με είκοσι έναν κανονιοβολισμούς τούς υποδέχτηκε η μοίρα, όταν ανέβηκαν τη σκάλα του πλοίου. Στο κατάστρωμα ένα άγημα παρουσίασε όπλα. Η νεαρή βασίλισσα παρατήρησε αμέσως ένα γερο-ναύτη με τατουάζ στα μπράτσα, τότε, προκαλώντας φρίκη στους παπάδες και γέλια στο επιτελείο, η ζωηρή μονάρχις έκανε μεταβολή και, σηκώνοντας το φουστάνι της, έδειξε περήφανα το τατουάζ των οπισθίων της!!!
Το ταξίδι στην Πολυνησία συνεχίζεται... http://www.ribandsea.com/travels/1438-i-kallipygos-stous-pente-okeanoys-to-taksidi-stin-polynisia-kala-kratei