Ρεπορτάζ - Βίντεο : Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Αν και δεν υπάρχουν πλέον χανσενικοί - εξέλιπε συνεπώς και η ανάγκη ύπαρξης και λειτουργίας των λεπροκομείων - τα κοινωνικά ταμπού που συνόδευαν εκείνη την ασθένεια, και όχι μόνο, φαίνεται πως παρέμειναν. Δεν εξηγείται διαφορετικά η εγκατάλειψη και η λήθη στην οποίαν έχει καταδικαστεί το αξιοθαύμαστο κτιριακό συγκρότημα του λεπροκομείου (γνωστού και ως λωβοκομείου) της Χίου, παρά την προ δεκαετίας παραχώρηση της χρήσης του στον Δήμο της Χίου από τον Μητροπολίτη Χίου, ο οποίος προεδρεύει του Δ.Σ. του "Οίκου Αγάπης" στον οποίον ανήκει το λεπροκομείο.
Εξεπλάγην όταν, ρωτώντας τον αρχιτέκτονα ξεναγό μας Γιάννη Λουκά, πήρα την απάντηση πως δεν υπάρχουν μέχρι σήμερα δημοσιεύματα στα μέσα μαζικής ενημέρωσης για το στοιχειωμένο αυτό άσυλο, που βρίσκεται ξεχασμένο στην περιοχή του Κοφινά, γνωστή και ως "κοιλάδα της υπακοής", πέντε μόλις χιλιόμετρα από την πόλη της Χίου, πλην μερικών αποσπασματικών αναφορών ευαίσθητων συναδέλφων στο διαδίκτυο και ενός φωτο-ρεπορτάζ που δημοσιεύτηκε παλαιότερα στην Daily Mail και ενός κινηματογραφικού ντοκυμαντέρ του ΔΗΠΕΘΕ Βορείου Αιγαίου : https://www.youtube.com/watch?v=_BeTyoLcyps#t=610
Το λωβοκομείο της Χίου άνοιξε τις πύλες του το 1378 για να δεχθεί και να περιθάλψει τους Χανσενικούς - όπως χαρακτηρίζονταν οι λεπροί. Δικαίως λοιπόν θεωρείται ως το αρχαιότερο λεπροκομείο του Ελλαδικού χώρου, ίσως και ολόκληρης της Ευρώπης. Περισσότερο βεβαίως με τόπους εξορίας έμοιαζαν την εποχή εκείνη οι χώροι εκείνοι, καθώς ο φόβος για την μετάδοση της ασθένειας καταδίκαζε τους λεπρούς σε κοινωνική απομόνωση, ακόμη και από τους δικούς τους ανθρώπους.
Το κτιριακό συγκρότημα είναι αξιοθαύμαστης αρχιτεκτονικής, αλλά σαπίζει σήμερα παραδομένο στην ανθρώπινη αδιαφορία, τον αδυσώπητο χρόνο και τις καιρικές συνθήκες. Σκουριασμένα κρεββάτια, σχισμένα στρώματα, φάρμακα και όσα ξύλινα έπιπλα και σκεύη έχουν ακόμη μείνει ζωντανά, είναι ατάκτως πεταμένα στα ξύλινα πατώματα που χάσκουν κι' αυτά αποτελώντας κίνδυνο γι' αυτούς που επισκέπτονται τον χώρο αυτό αδιαφορώντας για την απαγορευτική πινακίδα της εισόδου. Ένα ξύλινο κλουβί πεταμένο σε μια γωνιά, ένα ζευγάρι γυναικεία παπούτσια, μια μικρή σβησμένη απ' τον χρόνο εικόνα και πλήθος αισχρών γκράφιτις ανεγκέφαλων που "διακοσμούν" τους ρημαγμένους τοίχους σκηνοθετούν ένα χώρο που θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει σκηνικό ταινίας θρίλλερ.
Οι ακτίνες του ήλιου, αλλά και η βροχή, εισχωρούν στο εσωτερικό των δωματίων καθώς οι οροφές σαπίζουν κι' αυτές και καταρρέουν. Μόνο ο ναός του Αγ. Λαζάρου, του προστάτη των λεπρών, διατηρείται στο μέσο περίπου των κτιριακών εγκαταστάσεων, τραγική ειρωνία για τους ιερείς και τους πιστούς που τον λειτουργούν και τον επισκέπτονται την ημέρα της γιορτής του. Δίπλα, χέρσα πετρόκτιστα πηγάδια, πνιγμένα σήμερα στο σκουπίδι, ρημαγμένες πόρτες και παράθυρα, τοίχοι που καταρρέουν και μάταια περιμένουν τον εργολάβο που θα τους ανατάξει. Σε μια χώρα, όμως, που καταρρέει κι' αυτή κάτω από το αδιάφορο βλέμμα επίορκων πολιτικών και δημοτικών αρχόντων, η ανάταξη των τοίχων του λεπροκομείου της Χίου μοιάζει σαν όνειρο θερινής νυκτός...
Πηγή για την αναφορά που ακολουθεί : Ανδρέας Αξιώτης από δημοσίευμα στην "Espresso".
Ζωντανό κομμάτι της ιστορίας του νησιού, το λεπροκομείο της Χίου, γνωστό και ως λωβοκομείο, ιδρύθηκε από τους Γενουάτες το 1378, την εποχή που η Χίος αποτελούσε τμήμα της Δημοκρατίας της Γένοβας. Αιτία για τη δημιουργία του δεν ήταν άλλη από την εμφάνιση και την ανησυχητική διάδοση της λέπρας, που κατά την περίοδο του Μεσαίωνα άρχισε να εξαπλώνεται από την Ασία στην Ευρώπη με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Μάλιστα υπαίτιοι για την εξάπλωση της νόσου είχαν θεωρηθεί οι μετανάστες αλλά και όσοι φυλακισμένοι είχαν καταγωγή από την Ασία, ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πίστευαν πως η λέπρα οφειλόταν στη βρώση παστών ψαριών κατά την περίοδο της νηστείας των χριστιανών ή ακόμη και πως αποτελούσε τιμωρία του Θεού προς τους αμαρτωλούς. Γι' αυτό τον λόγο άλλωστε οι καλόγεροι ήταν οι μόνοι που στέκονταν στο πλευρό των αρρώστων και τους φρόντιζαν, ακόμη και στα πρώτα χρόνια εμφάνισης της νόσου, όταν δεν υπήρχαν ιδρύματα και οι λεπροί ήταν αναγκασμένοι να ζουν απομονωμένοι σε ερημικές τοποθεσίες, μακριά από τις οικογένειές τους.
Από την ίδρυσή του μέχρι και το 1959, οπότε έκλεισε για πάντα τις πόρτες του, το Λωβοκομείο Χίου είχε συνεχή λειτουργία. Μοναδική περίοδος διακοπής τα έτη 1822 και 1835, όταν οι Τούρκοι προχώρησαν στη σφαγή 20.000 Χιωτών και στην εξορία άλλων 23.000, με αποτέλεσμα την ερήμωση του νησιού αλλά και του ιδρύματος, που τα επόμενα χρόνια συνέχισε τη λειτουργία του κάτω από άθλιες για τους ασθενείς συνθήκες.
Ο χαρακτηρισμός του λωβοκομείου της Χίου ως διατηρητέου μνημείου, από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο και το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού, τον Σεπτέμβριο του 2011, δεν στάθηκε ικανός να το σώσει.
Ο σεισμός του 1881.
Σχεδόν μισό αιώνα αργότερα, συγκεκριμένα το 1881, η Χίος σείεται από τον μεγάλο, καταστροφικό σεισμό που αφήνει πίσω του περισσότερους από 7.500 νεκρούς, διαλυμένα χωριά και ανυπολόγιστες ζημιές στο κτίριο του λεπροκομείου, το οποίο τελικά θα ανοικοδομηθεί στις αρχές του 20ού αιώνα με τη γενναία συνδρομή εύπορων χιώτικων οικογενειών που ζούσαν στο εξωτερικό. Είναι χαρακτηριστικό πως ύστερα από έρανο που διοργανώθηκε για τον συγκεκριμένο σκοπό συγκεντρώθηκε το αστρονομικό για την εποχή ποσό των 4.000 λιρών Αγγλίας!
Παράλληλα, ο Μιλτιάδης Καλβοκορέσης, που από την πρώτη στιγμή μπήκε μπροστά στον αγώνα για την επαναλειτουργία του λεπροκομείου, ανέλαβε προσωπικά την ετήσια καταβολή του ποσού των 100 λιρών που προορίζονταν για τη διατροφή των δεκάδων ασθενών.
Το 1911 οι εργασίες έχουν πλέον ολοκληρωθεί και το ανακαινισμένο λεπροκομείο παραδίδεται στους ασθενείς πιο σύγχρονο και πιο πολυτελές από ποτέ, αφού τα υλικά κατασκευής, όπως τα τούβλα και τα κεραμίδια, έχουν έρθει με ειδική παραγγελία από το Λονδίνο, τη Μικρά Ασία και τη Μασσαλία. Τα νέα κτίρια δεν θυμίζουν σε τίποτα τα παλιά, αφού είναι αντισεισμικά, με δίκτυα παροχής νερού στις κουζίνες αλλά και στα λουτρά, καθώς και με ολοκαίνουργιο αποχετευτικό σύστημα. Τα χρώματα που κυριαρχούν είναι το κεραμιδί και η ώχρα, ενώ οι ενδιάμεσοι χώροι που συνδέουν τις μονάδες είναι διακοσμημένοι με μοντέρνα έπιπλα.
Παράλληλα το νέο λεπροκομείο διαθέτει δύο εκκλησίες, τον Αγιο Λάζαρο και την Παναγία της Αγίας Επισκοπής που καταστράφηκε δύο φορές, μία το 1822 από τους Τούρκους και μία ακόμη το 1881 από τον μεγάλο σεισμό, καθώς και στάβλο, αλλά και ειδικό χώρο για το πλύσιμο των ρούχων.
Κατά την διάρκεια της λειτουργίας του το νέο λεπροκομείο φιλοξένησε περισσότερους από 250 χανσενικούς, οι οποίοι μάλιστα έτυχαν εξαιρετικών για τα δεδομένα της εποχής παροχών, αφού τα μπάνια είχαν πάντα παροχή ζεστού νερού, ενώ τα στρώματα στα υπνοδωμάτια είχαν έρθει από το Λονδίνο κατόπιν παραγγελίας και ήταν κατασκευασμένα από κοκοφοίνικα προκειμένου να αναπνέει το δέρμα.