Του Απόστολου Σαραντίδη.
Πάντοτε με διακατείχε ένα μυστικό συναίσθημα όταν περνούσα τα σύνορα από τους Κήπους του Έβρου προς τη γειτονική χώρα.
Ίσως να φταίει ο απέραντος κόκκινος σημαιοστολισμός των πάντων σαν να θέλουν να πείσουν τους εαυτούς τους ότι τα εδάφη εκείνα τους ανήκουν. Μα δεν τους το αμφισβήτησε καμία ελληνική κυβέρνηση 100 χρόνια τώρα.
Ίσως τα χιλιάδες πορτρέτα, αγάλματα, προτομές, μέχρι και ανάγλυφη πλαγιά βουνού, του Κεμάλ. Προσωπολατρία που φθάνει στα άκρα, χαρακτηριστική σταθερά των μονοφυσίτικων καθεστώτων της Ανατολής από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
Ίσως πάλι να είναι το αίσθημα ότι τριγυρνάς σε μέρη που σου φαίνονται τόσο οικεία και κοντινά, τόσο εύκολα προσβάσιμα μέσα από τις μνήμες των παππούδων και γιαγιάδων αλλά και όλων των προγόνων που άφησαν έναν πολιτισμό και μια πρόταση ζωής μοναδική.
Τα πάντα εκεί μιλούν ελληνικά. Μέχρι και τα σπίτια, όσα δεν αποτελείωσαν οι φονικές πυρκαγιές. Ξεχωρίζουν με μια γοητεία ανατρεπτική.
Επίσκεψη στην ανεπανάληπτη Ίμβρο, ένα δροσιστικό αριάνι και γραμμή προς Ελλήσποντο και Τροία. Καλλίπολη και Δαρδανέλια. Το τοπίο όπως το περιγράφει ο Όμηρος. Ένα ομοίωμα Δούρειου Ίππου κι από κάτω…ένας Τούρκος Αχιλλέας υπάλληλος να φωτογραφίζεται με μια Γιαπωνέζα Ωραία Ελένη τουρίστρια. Παγκοσμιοποίηση;
Περνώντας τον Γρανικό ποταμό και χωρίς να διακρίνω τον Αλέξανδρο φθάνω στην ωραιοτάτη Πέργαμο και μετά στην κατακαημένη Σμύρνη με το Κορδελιό. Μια τερατούπολη σήμερα τεσσεράμισι εκατομμυρίων και εκατοντάδων ουρανοξυστών αχαλίνωτου αρχιτεκτονικού κιτς. Μόνο η πλατεία του ρολογιού όπου κατακρεούργησαν τον Χρυσόστομο παραμένει ίδια.
Τρωάδα, Αιολική Γη, Μαγνησία, Μυσία, Ιωνία, Λυκία.
Ποίηση, αρχιτεκτονική, πολιτική, φιλοσοφία.
Στον Τσεσμέ ολόκληρη η ελληνική συνοικία που διασώθηκε. Ακόμη και η μεγαλοπρεπής βασιλική του Αγίου Παντελεήμονα. Μπαίνω μέσα και βρίσκω μια έκθεση ζωγραφικής και την υπάλληλο να με κοιτά περίεργα. Στη θέση του ιερού μια πίστα χορού. Ανηφορίζω και νομίζω ότι βρίσκομαι σε παλιά κυκλαδίτικη συνοικία. Εδώ δεν τα άγγιξε η φωτιά.
Κατεβαίνω και βλέπω στην παλιά πόρτα εγκαταλειμμένου νεοκλασικού παραλιακού διώροφου το ρόπτρο ακόμη στη θέση του. Το πιάνω και κτυπάω σιγανά. Από το διπλανό ταχυφαγείο με παρατηρούν. Προς στιγμήν μου φάνηκε ότι μια υπεραιωνόβια ασπρομάλλα γιαγιούλα απάντησε από μέσα και μισάνοιξε να δει τι γίνεται αλλά δεν υπάρχει τίποτα πια. Αγοράζω ντοντουρμά για να δροσιστώ, ελληνιστί παγωτό και συνεχίζω για Έφεσσο.
Στο ίδιο μοτίβο, Προποντίδα, Πόντος, Καππαδοκία, Πάντερμος, Αρτάκη, και τελειωμό δεν έχει η περιπλάνηση σε έναν ελληνικό βουβό χωρόχρονο.
Μοναδικές ελληνικές αρχαιότητες και νεότερες κατασκευές με επιγραφές παντού που μας καλούν να επισκεφθούμε τις…αρχαιότητες της Τουρκίας. Νά’ ναι καλά οι άνθρωποι που χαρίζουν το μειδίαμα σε όσους γνωρίζουν! Αλίμονο σε αυτούς που ξέχασαν!