Αρχικώς, για την ετυμολογία της λέξης μάγκας, υπάρχουν αρκετά διαφορετικές απόψεις. Η πρώτη αναφέρει ότι η λέξη προέρχεται από τη "μάγκα", δηλαδή την ενωμοτία ατάκτων πολεμιστών. Η δεύτερη από το Λατινικό mango -onis ( Ν. Ανδριώτης) και η τρίτη από το manika (κατά τον Γ. Μπαμπινιώτη), με την ερμηνεία ότι υπήρχε η συνήθεια να δίνονται σε ευγενείς ιππότες τα… μανίκια των κυριών της αυλής.Το επίρρημα τζάμπα (τσάμπα) σημαίνει δωρεάν, αλλά και άδικα, μάταια, χωρίς δηλαδή αποτέλεσμα και προέρχεται από την λατινική λέξη, caba. Τέλος, ο τσάμπα μάγκας, είναι ο άντρας που το "παίζει" (προσποιείται τον μάγκα), αλλά δειλιάζει στην πρώτη μικρή δυσκολία.
Προπολεμική περίοδος.
Ο μάγκας, όπως αναφέρει επιτυχώς και η Βικιπαίδεια, ήταν ένας συνήθης κοινωνικός χαρακτήρας της προπολεμικής περιόδου, μια στυλιζαρισμένη μορφή της περιοδολόγησης του ρεμπέτικου και του μεσοπολέμου. Ήταν κυρίως άντρας των λαϊκών στρωμάτων που χαρακτηριζόταν από υπερβολική αυτοπεποίθηση ή έπαρση, καθώς και από ιδιάζουσα εμφάνιση ή συμπεριφορά. Συνηθισμένα στην εμφάνιση του μάγκα ήταν το μακρύ μουστάκι, τα μυτερά παπούτσια με γυρισμένες μύτες, το καβουράκι, το παντελόνι με ρίγα και το κομπολόϊ. Στη μέση φορούσε τυλιχτό ζωνάρι, κυρίως για να κρύβει τα μικρά όπλα, μαχαίρια και πιστόλια που κουβαλούσε. Περπατούσε με ιδιόρρυθμο τρόπο, σα να κουτσαίνει - από κει και το "κουτσαβάκης" - φορώντας μόνο το ένα μανίκι απ' το σακάκι.Οι μάγκες εμφανίστηκαν ως κουτσαβάκηδες γύρω στα 1870 και έδρασαν περίπου μέχρι το 1892, οπότε ο τότε διευθυντής της αστυνομίας Μπαϊρακτάρης, τους κυνήγησε αλύπητα. Εκτός από τη φυλάκιση και το κούρεμα με την ψιλή, έδωσε εντολή να τους κόβουν το μισό μουστάκι (υποχρεώνοντάς τους να ξυρίσουν και το άλλο μισό) θανάσιμη προσβολή για τους μάγκες της εποχής. Τους έκοβε επίσης τις μύτες απ' τα παπούτσια και το μανίκι που κρεμόταν. Το 1896 πάντως, κατά τους πρώτους ολυμπιακούς αγώνες της Αθήνας, οι κουτσαβάκηδες επιστρατεύτηκαν απ΄την αστυνομία, προκειμένου να κατασταλεί η ξενόφερτη εγκληματικότητα!
Μεταπολεμική περίοδος.
Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο τύπος του μάγκα γνώρισε καινούργια αναβίωση, αυτή τη φορά συνδεδεμένος με την κουλτούρα της ρεμπέτικης μουσικής. Η ελληνική λαϊκή μουσική έχει αφιερώσει αρκετά τραγούδια της στην περιγραφή και τις συνήθειες του μάγκα (βλ. του Βοτανικού ο μάγκας, ε ντε λα μαγκέ ντε Βοτανίκ, Πού'σουν μάγκα το χειμώνα, μάγκας βγήκε για σεργιάνι κ.ά.).
Σημερινή περίοδος.
Σήμερα, ο ίδιος όρος, εφαρμόζεται μεταφορικώς για τον παλληκαρά, δηλαδή για ένα άτομο που επιδεικνύει, προκλητικά ή επιθετικά, την υποτιθέμενη δύναμή του στον κοινωνικό περίγυρο δια ζώσης αλλά, κυρίως, κρυπτόμενος. Επεξηγηματικώς, ο τύπος του μάγκα της προπολεμικής και μεταπολεμικής περιόδου, προσαρμοζόμενος στις σύγχρονες κοινωνιολογικές καταστάσεις, μεταλλάχτηκε, προκειμένου να επιβιώσει και να αναπτυχθεί.
Έτσι, ο σημερινός μάγκας, δεν έχει συγκεκριμένη εμφάνιση και όψη, δεν έχει συγκεκριμένη ταξική καταγωγή ή προέλευση, δεν συχνάζει σε επιλεγμένα σημεία, δεν έχει πάντα την ίδια συμπεριφορά και τις ίδιες αντιδράσεις. Ουσιαστικώς, η μετάλλαξη αυτή η οποία συνετελέσθη από πολλούς παράγοντες (αλλαγή του κλίματος, μεταβολές στη διατροφή, έλλειψη ζωτικού χώρου στα σύγχρονα αστικά κέντρα, ορμονικές τροποποιήσεις, υπερβολική ανοχή από τους μη "μάγκες" κ.α.) δημιούργησε μια κακέκτυπη φιγούρα του αρχικού μάγκα, τον λεγόμενο τσάμπα μάγκα, δηλαδή την επιτομή της έννοιας του θρασύδειλου.
Ο σημερινός μάγκας, μπορεί να είναι τσάμπα, αλλά συνδυάζει πολλά χαρακτηριστικά σ΄ ένα. Θεωρεί ότι είναι παντογνώστης πάνω στις γνώσεις όλων των γνωστικών αντικειμένων, παντοδύναμος έναντι όλων, πανταχού παρών και τα πάντα πληρών έναντι των φυσικών δυνάμεων του σύμπαντος, οδηγός αγώνων της φόρμουλα ένα στους δρόμους, αρχικαπετάνιος στα πέλαγα, μάχιμος πιλότος στους αιθέρες (των πισι), βασιλιάς καρνάβαλος στα φόρα.
Ο τσάμπα μάγκας είναι - απλώς - τα πάντα, και τον υφιστάμεθα παντού και καθημερινά. Επί παραδείγματι, είναι αυτός ο οποίος αφού μας κλείσει με το εξώφθαλμα "φουσκωμένο" του BMW 315, το οποίο έχει γραμμένο στο πίσω μέρος του καπό M5 GTS, εάν του κορνάρουμε αγανακτισμένοι, μας βρίζει χυδαία , μας υψώνει το αναλογούν δια την περίπτωσιν μεσαίο δάκτυλο του χεριού και… εξαφανίζεται αμέσως κάνοντας δεκάδες σφήνες, φροντίζοντας (για την σωματική του ακεραιότητα) να μη τον σταματήσει ο πρώτος ερυθρός σηματοδότης. Είναι αυτός, ο οποίος, εισέρχεται με το διμήχανό του φουσκωτό "περίπτερο" με 30 κόμβους και πλαναρισμένος στο απομονωμένο λιμανάκι, δημιουργώντας επικίνδυνο κυματισμό, και όταν αισθανθεί ότι κάποιοι από τους παρευρισκομένους που είδαν τα παιδιά τους να κινδυνεύουν σε μισό μέτρο νερό και τις βάρκες τους να γίνονται συγκρουόμενα σε θαλάσσιο λούνα παρκ, προσπαθούν παντί τρόπο να τον προσεγγίσουν για να τον "ευχαριστήσουν" από κοντά, εξαφανίζεται πάση δυνάμει, υψώνοντας το μεσαίο δάκτυλο του χεριού του, αφού απελευθερώσει ταυτόχρονα την ηλεκτρονικά συνδεδεμένη τάπα με τα σεντινόνερα. Ο τσάμπα μάγκας, απαντάται σε όλες τις ηλικίες, κυρίως μέσα στα γεωγραφικά όρια της Ελλάδος (αν και από χρόνια είναι το μόνο προϊόν το οποίο εξάγουμε με μεγάλη επιτυχία στα υπόλοιπα Βαλκάνια) και έχει ιδιαίτερη προτίμηση στα επαγγέλματα του πολιτικού, του αθλητικογράφου, καθώς και στην ιδιότητα του φορουμίστα.
Ως πολιτικός, ο κρατικοδίαιτος αυτός τύπος του τσάμπα μάγκα, και με βάση την οικονομική του υπέρ επάρκεια (η οποία απεκτήθη σε ελάχιστο χρόνο και δίχως ούτε ένα ασφαλιστικό ένσημο), την διάκριση των εξουσιών Μακιαβελικής επινοήσεως με σκοπό την δυσκολία καταλογισμού συγκεκριμένων ευθυνών, την σωματώδη προσωπική του φρουρά, την παντοδύναμη βουλευτική του ασυλία και του πάντα οπλισμένου προσωπικού όπλου (το οποίο φέρει πάντα επάνω του), εμφανίζεται ως αρχιερεύς της ηθικής και λάβρος υπερασπιστής των θεσμών, αρκεί αυτή (η ηθική) και αυτοί (οι θεσμοί) να μην τον αφορούν. Ξεστομίζει, ως ομιλούσα κεφαλή, μεγαλειώδη ψέματα, αδιαφορώντας παντελώς για τις επιπτώσεις της αρνητικής αποδείξεως τους, ακόμη και εάν αυτή (η αρνητική απόδειξη) είναι αναμφισβήτητη και συμβεί χρονικώς, εντός του επόμενου λεπτού. Πολιτικοκοινωνικά και εμπρός από τις κάμερες, το είδος αυτό ζει, παριστάνοντας τον απλό καθημερινό άνθρωπο, αλλά μόλις αυτές απενεργοποιηθούν, γιγαντώνεται, υψώνεται, κομπάζει και μεταμορφώνεται, σε ον της γνωστής τοις πάσι συνομοταξίας "ξέρεις ποιος είμαι εγώ ρε;".
Ο ίδιος τύπος του πολιτικού τσάμπα μάγκα, έχοντας αυτοπαρομοιάσει τον εαυτό του, είτε με τον αυτοκράτορα Λουδοβίκο τον ΙΣΤ, είτε με την Μαρία Αντουανέτα (κυρίως με αυτήν), έχοντας συγκλονιστεί από τον ρεαλισμό των σχετικών του τέλους τους, πινάκων του Ευγένιου Ντελακρουά, την βαρβαρότητα των αποκεφαλισμών τους στις γκιλοτίνες, αλλά και έχοντας μια έντονη διαίσθηση για την επανάληψη των αλυσσιδωτών διαδοχών και την περιοδικότητα των ιστορικών κύκλων, όπως αυτή (η περιοδικότητα) έχει επαρκώς αποδειχθεί από τον Αλαίν ντε Μπενουά, ξοδεύει (και δικαίως) τον μισό του χρόνο, στο να εξυφαίνει διάφορα σενάρια διαφυγής του από την χώρα, προσπαθώντας να τιθασεύσει τον απύθμενο τρόμο του, με "υποχρεωτική" θεϊκή τύχη...
Ως αθλητικογράφος, ο τσάμπα μάγκας ασχολείται 365 ημέρες του τροπικού και του πολιτικού έτους (366 εάν το έτος είναι δίσεκτο), 24 ώρες την ημέρα, εξήντα λεπτά την ώρα, με την υπέρ ανάλυση αθλητικών γεγονότων (σχεδόν αποκλειστικώς ποδοσφαίρου και μπάσκετ) τα οποία έχουν διεξαχθεί, ή θα διεξαχθούν, αλλά και με την προσωπική ζωή όλων όσων εμπλέκονται με τα μαζικά αυτά αθλήματα. Παράγοντες, διαιτητές, ομοσπονδίες, παίκτες, υποδομές, ομάδες, όλα όσα συνθέτουν ένα αθλητικό γεγονός, γίνονται φύλλο και φτερό ξανά και ξανά, από τους εκατοντάδες αυτούς ηθοποιούς/ειδικούς, στο θέατρο του Μπέρτολτ Μπρεχτ. Ως και την εξωσυζυγική ζωή του χλοοτάπητα των γηπέδων με τον εδαφογενή μύκητα του πηθίου έχει προσεγγίσει, και άρθρα επί άρθρων για τον ανομολόγητο έρωτα και το αχαλίνωτο πάθος της κερκίδας με το γκολπόστ, έχει αποτυπώσει. Αυτός ο ομιλών και υπέρ αναλύοντας ζωντανός οργανισμός, που αρέσκεται να αποκαλεί τους παίκτες "παίχτες" (το χ παχύ σαν τον Γαργαντούα), ξεχειλίζει από τσάμπα μαγκιά. Του τρέχει θαρρείς απ΄ τα μπατζάκια. Την διαβάζεις στα (Θού Κύριε…) ανορθόγραφα και ασύντακτα γραπτά του, την ακούς στη φωνή του όταν (Θού Κύριε…) ομιλεί στην πρόθυμη τιβούλα και το (και καλά) αθωότερο ραδιόφωνο.
Τελευταία αναδύεται η έντονη επιθυμία του να συνδυάσει την τσάμπα μαγκιά με επιστημονικούς όρους όλων των γνωστικών αντικειμένων. Έτσι, χρησιμοποιεί τους όρους αυτούς σε περιγραφές, για παράδειγμα, αγώνων, με αποτέλεσμα ο χύδην όχλος ο οποίος ασχολείται με τους καλύτερους φίλους του καπιταλισμού, δηλαδή τα μαζικά αθλήματα, τα οποία χρησιμοποιούνται ώστε να αποσπαστεί η προσοχή του από την πολιτική αναλγησία και ταυτοχρόνως να τον αποζημιώσουν για μια ζωή σκληρής δουλειάς και συνεχών αδικιών, να πείθεται ευκολότερα για την αξιοσύνη και την γνωστική του επάρκεια. Ο τσάμπα μάγκας "επιστήμονας" αθλητικογράφος, συνδυάζει με περίσσια πονηριά, τη γοητεία του γκλάμουρ με την καθημερινότητα, θαυμάζεται και αυτοθαυμάζεται ναρκισσιστικά , τιμάται και αποτελεί το alter ego των χύδην θεατών, έχοντας επιλύσει ένα από τα μεγαλύτερα σύνθετα προβλήματα των - επί μισθώ - κοινωνιολόγων του κεφαλαίου, τον ισοσκελισμό οικειότητας και ετερότητας σε σχέση με τον αλληλοεξοντωτικό ανταγωνισμό, δηλαδή την έμμεση ικανοποίηση των βαθύτερων ανικανοποίητων ενστίκτων, όλων αυτών, από τους οποίους κανείς δεν έχει το δικαίωμα να αξιώσει κάποια (ελάχιστη έστω) πνευματική απαίτηση. Βεβαίως, μακριά από την ασφάλεια του γραφείου, του στούντιο και της πολυπληθούς παρέας με την αντικοινωνικώς μογγολική συμπεριφορά και την απαράλλαχτη ενδυματολογικώς εμφάνιση, τρέμει καθημερινά από τον φόβο του, σε βαθμό άμεσης και απαραίτητης χρήσης πρόχειρα συνταγογραφούμενων ψυχοφαρμάκων, ενίοτε μπουρδουκλωμένων με αντισυλληπτικά, ή την εσωτερική υδραυλική υπομόχλιση της ανδρικής προβληματικής σεξουαλικότητάς του.
Ως φορουμίστας (συνομοταξία : δίποδο, ομοταξία : έλλογο δίποδο, οικογένεια : ιντερνετικό έλλογο, είδος : φορουμίστας), ο τσάμπα μάγκας, καλυπτόμενος από την ανωνυμία της e-μάσκας τύπου Ντόγιο των Μπούα (Μπουρκίνα Φάσο), περιφέρεται – αενάως - σε ετερόκλητα φόρα, με πρωτεύοντα σκοπό το e- μέτρημα του σεξουαλικού του μορίου, και δευτερευόντως, την e-προσέλκυση ομοίων του, μέσα από την δημιουργία e-ταραχών. Του λείπουν απελπιστικώς οι γνωστοί, οι οποίοι τον εγκαταλείπουν διαρκώς και ομαδόν, τους οποίους, μη κατανοώντας την ουσιώδη διαφορά, αποκαλούσε "φίλους". Στις διάφορες ηλεκτρονικές κοινότητες του είναι και ευκολότερο να συνάψει νέες (προδιαγεγραμμένα αποτυχημένες) σχέσεις, και να επεκτείνει τον χρόνο της τελικής απορρίψεώς του, λόγω της πολύπλευρα ελεγχόμενης e- επαφής.
Ο τσάμπα μάγκας και αενάως περιπλανώμενος φορουμίστας (ΤΜΑΠΦ), στην αρχή της προσπάθειάς του να γίνει αποδεκτός από την ηλεκτρονική κοινότητα, χωρίς να μπει καν στον κόπο να διαβάσει τα γραφόμενα… διαφωνεί. Η μόνιμη διαφωνία του περί πάντων, στο ξεκίνημά της ατεκμηρίωτη αλλά ηπία, και συν τω χρόνω ατεκμηρίωτη μεν, δραματικά ασεβής και γηπεδικά υβριστική δε, δεν αφορά το τι πραγματικά πιστεύει σχετικώς με την δημοσιοποιηθείσα γνώμη των τρίτων, αλλά με την ομορφιτική του ακατανίκητη επιθυμία, να μειώσει την προσωπικότητα, την τιμή και την υπόληψη του - όποιου - άτυχου διαδικτυακού συνομιλητή του δημοσίως με σκοπό την δική του e- εξύψωση, η οποία του αποφέρει (δυστυχώς) συνοδοιπόρους οπαδούς και ομοίους. Στην πορεία της παρουσίας του, ο ΤΜΑΠΦ, νιώθει ικανός, ακόμη και να εκφραστεί ο ίδιος γραπτώς. Ποστάρει υπερήφανος το βλακώδες του κείμενο, ή την ιστορική του παγκόσμια αποκλειστικότητα, ανακαλύπτοντας εν έτει 2010, θορυβημένος, για παράδειγμα, ότι κάποιες λέξεις έχουν Ομηρική προέλευση και στήνει καραούλι για τυχόν απάντηση. Μόλις αυτή (η απάντηση) υπάρξει, και εάν ο απαντών δεν ανήκει στην δημιουργηθείσα (υπό την οιονεί αρχηγία του) κάστα, υψώνει την πύρινη φουστορομφαία του θιγμένου και κατακεραυνώνει τον ανυποψίαστο ο οποίος τόλμησε να συμμετάσχει, με σκοπό τον άμεσο σωφρονισμό του. Ακαριαία, στο Colpo Grosso συμμετέχουν επελαύνοντας και οι αλλαλάζοντες οπαδοί, βάζοντας πλάτη στον – υβριστή - αρχηγό, με σκοπό να τους παρασχεθούν e-πόντοι, τους οποίους θα εξαργυρώσουν, ή θα ανταλλάξουν, στο e-χρηματιστήριο της μοχθηρής ανικανότητας των ξεγάνωτων ντενεκέδων, ή στην παράλληλη αγορά των περήφανων φελλών, όπου καθημερινώς και αδιακόπως, μετέχουν.
Βεβαίως, μακριά από την ασφάλεια της IP μάσκας και της διαρκούς στηρίξεως των e – οπαδών, ο ΤΜΑΠΦ, ως απολιθωμένος σπόγγος, αλλάζει πολλές φορές την ημέρα εσώρρουχα και κάλτσες από τα αλλεπάλληλα λερώματα τα οποία προκαλούν οι ρευστοειδείς κενώσεις του, οι οποίες αποτελούν φυσική αντίδραση μονοκύτταρης ομοιότητος του ασπόνδυλου οργανισμού του, μπρος στον φόβο που τον καταλαμβάνει εξ ολοκλήρου και εξ απήνης, μπρος στο οτιδήποτε διαφορετικό, ασχέτως αν αυτό (το διαφορετικό) του είναι σχεδόν κατανοητό, τυχαία κατανοητό, η απολύτως ακατανόητο.
Με τιμή
Ο περίεργος και διαστροφικός αναγνώστης σας.
----------------------------------------------------------------
Η ταπεινή "συμμετοχή" του "Rib and Sea" στην πιο πάνω επιστολή.
Αγαπητέ "περίεργε" και "διαστροφικέ" αναγνώστη αυτού του λαβωμένου, πλην υπερήφανου, διαδικτυακού περιοδικού.
Αυτή τη φορά δεν θα σχολιάσω όσα υποστηρίζετε στην επιστολή σας, διότι τα σχολίασε, τα συμπλήρωσε και τα τεκμηρίωσε, κατά τον καλύτερο τρόπο, ο αείμνηστος νεοέλληνας δημοσιογράφος και φιλόσοφος Ευάγγελος Λεμπέσης, στο περί βλακών εγχειρίδιο του οποίου είμαι βέβαιος ότι έχετε εντρυφήσει. Θα έλεγα μάλιστα ότι για την σύνταξη του πονήματός σας αντλήσατε (άθελά σας, προφανώς, και όχι εν αγνοία σας) πλείστα όσα στοιχεία από το περί βλακών αριστούργημα του αειμνήστου Θείου της ελληνικής δημοσιογραφίας, ο οποίος παρέμεινε απομονωμένος και νικημένος από τους αήττητους βλάκες, μέχρι τις τελευταίες ημέρες της ζωής του...
Ιδού τι αναφέρει ο Ε. Λεμπέσης σε ορισμένα σημεία του μνημειώδους και πάντοτε επίκαιρου εγχειριδίου του, που φέρει τον τίτλο : "Η τεραστία κοινωνική σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω", και τα οποία φρονώ ότι έχουν κάποια σχέση με όσα εσείς αναφέρετε στην επιστολή σας. Απλώς, ο Λεμπέσης συμπύκνωσε το νόημα των δύο λέξεων, που εσείς χρησιμοποιήσατε ("τσάμπα μάγκες"), στη μία και μοναδική λέξη : "βλάκες".
"...Η έμφυτος τάσις του βλακός, εξικνουμένη συχνότατα εις αληθή μανίαν όπως ανήκη εις ισχυράς και όσον το δυνατόν περισσοτέρας πάσης φύσεως οργανώσεις, εξηγείται πρώτον μεν εκ της ευκολίας της αγελοποιήσεως, εις ην μονίμως υπόκειται, λόγω ελλείψεως ατομικότητος (εξ ου και το μίσος του κατά του ατόμου και του ατιμικισμού), δεύτερον δε εκ του ζωώδους πανικού, υπό του οποίου μονίμως κατατρέχεται, εκ του δεδικαιολογημένου φόβου μήπως περιέλθη εις το παντός είδους προλεταριάτον. Αποτελεί δε η τάσις αύτη αμάχητον σχεδόν τεκμήριον περί του βαθμού της πνευματικής του αναπηρτίας. Τοιουτοτρόπως δημιουργείται αυτόματος συρροή βλακών εις τας πάσης φύσεως οργανώσεις, αίτινες, εάν μεν είναι συμφεροντολογικαί διατηρούν τουλάχιστον την σοβαρότητα των συμφερόντων των, εάν όμως είναι "πνευματικαί" περιέρχονται συν τω χρόνω εις πλήρη βλακοκρατίαν...
... Η ακατανίκητος επίσης τάσις των βλακών προς τας πάσης φύσεως αγελαίας εμφανίσεις, συγκεντρώσεις και causerie, τρεφομένη εκ των περιεχομένων των εφημερίδων και των ραδιοφώνων, ως και διακρίσεις είναι κατόπιν των ανωτέρω αυτονόητος...
... Ο "causeur", συνάδελφος των ανωτέρω, αποτελεί αληθή κοινωνικήν μάστιγα, διότι ως causerie εκλαμαβάνει το να λέγει εις τους χειμαζομένους συνανθρώπους τι ανέγνωσεν εις τας εφημερίδας, τι ήκουσεν εις το ραδιόφωνο και τι του είπον διάφοροι καθ' οδόν, εξικνούμενος έστιν ότε εις τα σχόλιά του, όταν αποφασίση να σχολιάση εις δυσθεώρητα ύψη οξυδερκείας και πνευματικής χάριτος ότι, λόγου χάριν, κατά την νύκτα αναμφιβόλως επικρατεί σκότος, την δε βροχήν ακολουθεί οπωσδήποτε η υγρασία. Εις ταύτα προστίθεται ενίοτε και η "προστατευτική" στάσις αυτού έναντι των πνευματικώς ανωτέρων του, σκοπούσα την υποτίμησιν αυτών εις τα όμματα του κόσμου κ.λπ....
... Λαμβανομένης ήδη υπ' όψιν της επικαίρου ταύτης θέσεως των κατωτέρων βαθμίδων και προσώπων εν τω κοινωνικώ διαφορισμώ, καθίσται απολύτως νοητή και η άνοδος αυτών εις ανωτέρας βαθμίδας δια κοινού μεταξύ των συνασπισμού αναδεικνυόντας εαυτούς και αλλήλους, αφ' ενός μεν δι' οργανωμένης αντιστάσεως (boycotage) προς τα άνω και παραλύσεως των τυχόν αντιθέτων ενεργειών των υπερκειμένων παραγόντων προς ανάδειξιν άλλου πράγματι ικανού προσώπου, αφ' ετέρου δε δι' οργανωμένης προωθήσεως προσώπου εκ των κόλπων αυτών προς την ανωτέρα βαθμίδα. Το φαινόμενον τούτο καλείται κλίκα. Ότι την εξέλιξιν ταύτην ουδείς δύναται να σταματήση είναι φανερόν, όσον είναι φανερά η νομοτελειακή συνάρτησις των ως άνω δεδομένων. Κατά την αυτήν συνάρτησιν το φαινόμενον συνεχίζεται : ενός βλακός υπερκειμένου, μύριοι έπονται, ο δε ούτω ανελθών βλαξ θα προωθήση ο ίδιος πρόσωπα μόνον κατώτερα εαυτού..."
Βεβαίως, δεν εξαντλείται σ' αυτές τις παραγράφους το περί βλακών εγχειρίδιο του Ε. Λεμπέση, και καλό είναι, όσοι αναγνώστες επιθυμούν, να το αναζητήσουν σε κάποια από τις μηχανές αναζήτησης του διαδικτύου και να το διαβάσουν ολόκληρο. Είναι πλέον ή βέβαιον ότι στους "βλάκες" του Λεμπέση θα βρουν τους σύγχρονους "τσάμπα μάγκες" του "περίεργου" και "διαστροφικού" αναγνώστη μου...