Γράφει ο Ιωσήφ Παπαδόπουλος
Αφιερωμένο σ' αυτούς που τα "έμαθαν" όλα, σ' αυτούς που Την αψηφούν, σ' αυτούς που υπερεκτιμούν τις δυνάμεις τους...
Η ιστορία των δύο φίλων, που κατάφεραν να φτάσουν το 1983 με την πλαστική πεντάμετρη βάρκα τους στην Κρήτη, ξεκινώντας από την Βουλιαγμένη με μια 40άρα εξωλέμβια, ήταν πολύ επίκαιρη αλλά και διδακτική. http://www.ribandsea.com/articles/45-2009-02-24-08-38-30 Με το δικαίωμα, ωστόσο, που δίνουν σ' ένα φουσκωτοταξιδευτή, "καυχησιάρη καπετάνιο φουσκωτών θωρηκτών" που στις αρθρώσεις του έχει κάτσει η θαλασσινή αλμύρα και στο "κοντέρ" της μνήμης του έχουν καταγραφεί αναμνήσεις και εμπειρίες 60.000 ν. μιλίων και βάλε, δεν μπορώ παρά να δω την ιστορία του Λευτέρη Βιτσαρά και του φίλου του Γρηγόρη Κασωτάκη από λίγο διαφορετική σκοπιά.
Δεν πρέπει, βεβαίως, επ' ουδενί να υποτιμηθεί η προσπάθεια των δύο φίλων, που και τολμηρή ήταν και θαρραλέα. Ήταν όμως, δίχως άλλο, και επιπόλαιη. Και είναι ίσως τυχεροί, που μπορούν σήμερα από "θέση ισχύος" να κομπάζουν για το θάρρος τους και να περνούν το τόλμημά τους στους απογόνους τους αλλά και στους έκθαμβους αναγνώστες, φουσκωτοταξιδευτές και μη, των περιοδικών της θάλασσας.
Γιατί, αλήθεια, γενναίος δεν είναι αυτός που κάνει κάτι επικίνδυνο και επιβιώνει. Αυτός είναι απλώς τυχερός στην άγνοια του κινδύνου που ανέλαβε και επέζησε! Η θάλασσα δεν αναγνωρίζει λέξεις όπως γενναίος, αποφασιστικός, καπετάνιος, θαλασσοπόρος. Έχει τόση δύναμη η ίδια, που όλες αυτές οι φθαρτές ανθρώπινες "αρετές" και ιδιότητες, φαντάζουν ασήμαντες μπροστά Της. Και αν έτυχε σε κάτι "τολμηρό" και "επικίνδυνο", που κάποτε κάναμε, να μείνουμε ζωντανοί, είναι γιατί η ίδια το επέτρεψε!
Θυμάμαι ήταν το 1981, όταν αποφάσισα για πρώτη φορά να επιχειρήσω το πρώτο μου μεγάλο ταξίδι στην Κάσο με ένα τετράμετρο συμβατικό φουσκωτό, με όπλα μια πυξίδα, λίγο νερό και μια λαγουδέρα να κατευθύνει την 40άρα Evinrude. Θυμάμαι, ακόμη, όσους με είδαν να φτάνω εκείνο το βράδυ του Αυγούστου στο λιμάνι του Εμπορειού, μετά από περιπλάνηση τριών ημερών στο Αιγαίο και αφού, εν τω μεταξύ, είχα ξεμείνει επί ώρες χαμένος στα ξερονήσια Ιούνια του Καρπάθιου, καμένος από τον αδυσώπητο ήλιο, με χείλια σκασμένα, βλεφαρίδες και γένεια "χιονισμένα" από την αλμύρα. Με κοιτούσαν με δέος για το "κατόρθωμά" μου ή με συμπονούσαν για την "τρέλλα" μου; Ποτέ μου δεν κατάλαβα! Εγώ όμως ένοιωθα ευτυχισμένος, γεμάτος, "γενναίος" ίσως, κι' ας μην είχα ακόμη καταλάβει πόσο "ασφαλές" ήταν το φουσκωτό μου. Από τότε έχω πάει στο ηρωϊκό αυτό και απομακρυσμένο νησί του Αιγαίου πάνω από 40 φορές με διάφορα φουσκωτά σκάφη. Δόξα τω Θεώ κι' Εκείνη...
Θυμάμαι την φωτογραφία της ξύλινης ψαρόβαρκας του καπετάν Μανώλη που συχνά περνούσε, καθώς λένε, από την Κάσο στην Αλεξάνδρεια με τα κουπιά και το πανί, κάποιες δεκαετίες πίσω. Αυτός άραγε τι ήταν; Ήταν τρελλός, τολμηρός, γενναίος; Δεν ήταν τίποτε από αυτά! Ο καπετάν Μανώλης ήταν απλώς ερωτευμένος μαζί της! Όπως είναι όλοι όσοι ταξιδεύουν στα χέρια Της με σεβασμό και μένουν όρθιοι! Κι' αν ο καπετάν Μανώλης αρμένιζε τότε με τα κουπιά και το πανί, ήταν γιατί αυτά μόνο διέθετε, και όχι γιατί είχε άλλη, "καλύτερη" επιλογή, και την απέρριψε!
Μετά από τόσα χρόνια που ερωτοτροπώ μαζί Της, αυτό κατάλαβα. Μου επέτρεψε να ζήσω και να μιλώ γι' Αυτήν, γεμίζοντας τις μπαταρίες της ψυχής μου και το φιλμ της μνήμης μου, γιατί Την αγαπούσα και όχι γιατί ταξίδεψα μέσα Της με φουσκωτά! Σκασίλα Της για το "ασφαλές" και "ακίνδυνο" σκάφος! Σκασίλα Της για το "θάρρος" που έδειχνα πως είχα! Εκείνη για την ανασφάλειά μου και τους γοργούς κτύπους της καρδιάς μου μόνο νοιαζόταν, που άκουγε κάθε φορά που ανοιγόμουν μονάχος στο χωρίς στεριές πέλαγος. Την αγωνία και τον κρυφό μου φόβο μετρούσε. Και μετά, καμάρωνε κι' ευχαριστιόταν για την ηδονή που με πλημμύριζε, όταν αφηνόμουν χαλαρός στα χέρια Της. Όταν τραβούσα προσεκτικά πίσω τη μανέτα στον θυμό Της, και έπλεα αργά, προσπαθώντας να σκαρφαλώσω με το φουσκωτό στα άσπρα μαλλιά Της. Και όταν πάλι ένοιωθε τον πόθο μου να παίξω προσεκτικά μαζί Της, με άφηνε να το επιχειρήσω χωρίς ποτέ να με πληγώσει.
Και μου επέτρεψε να φτάσω στις άκρες της Ευρώπης, στον Βορρά, στη Δύση και στην Ανατολή. Με άφησε να πάρω πολλές φορές μαζί τον γιο μου, όχι μόνο γιατί εγώ το ήθελα, αλλά γιατί ένοιωθε πως ήταν κι' αυτός ερωτευμένος μαζί Της... Και έτσι πορεύτηκα στο πλευρό Της μέχρι σήμερα, και με την δική Της άδεια ελπίζω να πορευτώ όσα χρόνια ακόμη θα μου επιτρέψει.
Με την δική Της άδεια αρμένιζε στο Λιβυκό και στο Καρπάθιο ο καπετάν Μανώλης, με την δική Της άδεια μπορούν να εξιστορούν σήμερα τις "γενναίες" ιστορίες τους ο Λευτέρης Βιτσαράς και ο καλός του φίλος Γρηγόρης Κασωτάκης. Με την δική Της άδεια αρμένιζε και ο Τάσος, μέχρι την ημέρα που Εκείνη αποφάσισε να τον πάρει για πάντα κοντά Της, όταν κουρασμένος αυτός από την αρρώστια, έγειρε να κοιμηθεί την ώρα που το "ακίνδυνο" φουσκωτό του φίλου του Ανδρέα πετούσε από κύμα σε κύμα για τη Γαύδο...