Πηγή : http://www.toportal.gr/?i=toportal.el.dika-sas&id=5510
Στο πανεπιστήμιο οι καθηγητές μου με δίδαξαν ότι στη διάρκεια μιας ανασκαφής διατυπώνουμε πολλές υποθέσεις και πολλά ερωτήματα, που τα αφήνουμε ανοιχτά μέχρι να τελειώσει η ανασκαφή ή έστω να χουμε επαρκή δεδομένα. Δεν προσπαθούμε να «φορτώσουμε» αυτό που σκάβουμε με την «υποχρέωση» να επιβεβαιώσει τις αρχικές υποθέσεις μας. (Κι ας μην το τηρούν βέβαια κάποιοι από αυτούς τώρα, αλλά αυτά θα τα πούμε κάποια άλλη στιγμή...)
Ένας άλλος μεγάλος δάσκαλος, που δεν τον πρόλαβα, είχε πει ότι «στην αρχαιολογία ό,τι είναι λογικό δεν είναι και πραγματικό» (πλέον η ρήση ισχύει και για τη σύγχρονη ζωή, γιατί μη μου πείτε ότι είναι λ.χ. λογικό να μας κυβερνάνε αυτοί που μας κυβερνάνε, αλλά κι αυτό είναι άλλο θέμα).
Με οδηγό αυτά τα δύο, ας πάμε στον τάφο της Αμφίπολης. Για να πούμε την αλήθεια μεταξύ μας: με τις σημερινές μας γνώσεις αρχαιολογίας, αν αυτές τις Καρυάτιδες μας τις έφερναν στο γραφείο από κατάσχεση, οι περισσότεροι θα τις τοποθετούσαμε στην αρχαϊστική γλυπτική του 1ου αι. π.Χ. και εξής. Το νωρίτερο να λέγαμε 2ο αι. π.Χ.
Αν μας έλεγαν για ένα μνημείο που έχει μαρμάρινη επένδυση σε πώρινους τοίχους, θα λέγαμε ότι σε αυτή την τεχνική επιδόθηκαν κατεξοχήν οι Ρωμαίοι.
Αν μας λέγανε για ένα κυκλικό τύμβο τέτοιου μεγέθους, θα σκεφτόμασταν ότι είναι πολυάνδριο.
Αν μας λέγανε ότι βρίσκουν ταφικούς θαλάμους γεμάτους χώμα, θα λέγαμε ότι είναι συλημένοι είτε τώρα είτε στην αρχαιότητα -πόσο μάλλον αν βρίσκουμε τρύπες από τις οποίες χωράει ένας άνθρωπος σε κάθε διαφραγματικό τοίχο.
Αν μας έβαζαν σε προφορική άσκηση στο πανεπιστήμιο τάφο που έχει τη μορφή μακεδονικού, αλλά αποτελείται από 3 ή περισσότερους θαλάμους που καθένας έχει το δικό του πρόπυλο με Σφίγγες και Καρυάτιδες, μαρμάρινη οροφή και μαρμάρινες επενδύσεις, θα λέγαμε ότι ίσως κάποιος σημαντικός ντόπιος, που δεν έζησε την εποχή που φτιαχνόταν το μακεδονικό στυλ, αλλά αργότερα, θέλησε να παραγγείλει έναν τάφο που να μιμείται τους μακεδονικούς για λόγους μεγαλοπρέπειας, ενσωματώνοντας ετερόκλητα στοιχεία -και αυτός ο συγκρητισμός από μόνος του θα μας οδηγούσε σε νεότερη χρονολόγηση.
Αν μας έλεγαν ότι ο τάφος έχει μεγαλοπρεπείς θύρες χωρίς θυρώματα (σαν να είναι στοά με πρόπυλα ανοιχτή για να την επισκεφτείς), αλλά μπροστά από κάθε τέτοια θύρα έχει έναν στιβαρό τοίχο που δεν επιτρέπει την πρόσβαση σε αυτήν, θα σκεφτόμασταν κατευθείαν ότι πρόκειται για τοίχους που φτιάχτηκαν σε δεύτερη φάση, για να το σφραγίσουν ή για να στηρίξουν, κι όχι όταν πρωτοχτίστηκε το μνημείο (αν θες να κλείσεις τις θύρες, όταν πρωτοχτίζεις το μνημείο, το «λογικό» είναι να βάλεις θυρόφυλλα, όχι να φτιάξεις άλλο τοίχο).
Αν μας τα έλεγαν όλα αυτά μαζί για ένα μνημείο, θα λέγαμε να τελειώσει η ανασκαφή και να δούμε οπωσδήποτε την κεραμική μέσα και έξω από τον τάφο! Γιατί όλα τα παραπάνω θα ήταν τα «λογικά», όμως μόνο η ανασκαφή θα μας έδειχνε αν ήταν και «πραγματικά».
Γιατί τα λέω όλα αυτά; Γιατί έτσι γίνεται κατανοητή η σημασία του ανασκαφικού «κόντεξτ» (που λέγαμε και στο Αθήνησι). Γίνεται κατανοητό γιατί είναι σημαντικό το μνημείο (εδώ βάζω και τον Τύμβο, γιατί πιστεύω ότι θα υπάρχουν κι άλλα σημαντικά ευρήματα αν ανασκαφεί ολόκληρος). Γιατί η «λογική» μας σε αυτή την περίπτωση καθορίζεται από τις ως τώρα γνώσεις μας, που βασίζονται στα ως τώρα ευρήματα. Κάθε ανασκαφή ενός τέτοιου μνημείου μπορεί να μας ανατρέψει όσα ως τώρα θεωρούσαμε δεδομένα. Μόνο που, πριν φτάσουμε να ξαναγράψουμε τα βιβλία αρχαιολογίας, καλό είναι πρώτα να έχει ολοκληρωθεί η ανασκαφή και να έχουν παρουσιαστεί όλα τα ευρήματά της σε μια σύνθεση.
Στην υπόθεση της Αμφίπολης από την αρχή γίνονται δύο λάθη, που το ένα φέρνει το άλλο. Το πρώτο λάθος είναι όλες οι υποθέσεις που γίνονται, και πρέπει να γίνονται για να επιβεβαιωθούν ή να αναιρεθούν στην πορεία μιας ανασκαφικής έρευνας (συμπεριλαμβανομένης και της χρονολόγησης, της μη σύλησης κ.λπ.), βγαίνουν ως Δελτία Τύπου και αναπαράγονται ως απόλυτες αλήθειες με έναν απόλυτα αντιεπιστημονικό τρόπο (που απλώς υπογραμμίζεται από τα συνεχή λάθη των δελτίων Τύπου με την «επιστημονικοφανή» γλώσσα). Και αυτόν τον αντιεπιστημονικό τρόπο τον επιβάλλει το ίδιο το Υπουργείο Πολιτισμού (και ο πρωθυπουργός, βέβαια, αλλά αυτά τα χουμε ξαναπεί).
Το δεύτερο λάθος, απόρροια του πρώτου, είναι ότι η αμφισβήτηση κάποιου από αυτά τα στοιχεία (της χρονολόγησης, της απόδοσης σε ιστορικό πρόσωπο κ.λπ.) θεωρείται αυτομάτως ότι είναι αμφισβήτηση της αξίας του μνημείου! Για μας τους αρχαιολόγους, και θα πρεπε και για όλους, τα μνημεία δεν έχουν μεγαλύτερη ή μικρότερη αξία με βάση το αν είναι νεότερα, αλλά με βάση τις ιστορικές και άλλες πληροφορίες που κουβαλάνε. Κι εδώ θα επικαλεστώ την άποψη της Ο. Παλαγγιά, που είπε στα ΝΕΑ ότι, αν η άποψή της ότι το μνημείο είναι ρωμαϊκό και συνδέεται με τη μάχη των Φιλίππων είναι σωστή, το μνημείο αποκτά ακόμη μεγαλύτερη αξία, καθώς συνδέεται με τη μία από τις δύο μάχες που έκριναν το μέλλον της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Όποιος τόλμησε να πει ότι είναι νωρίς για το σαξές στόρυ του πρωθυπουργού (Έλληνας νεκρός του 4ου αι. π.Χ. που θα αποδείξει την ελληνικότητα της Μακεδονίας), αντιμετωπίστηκε περίπου ως προδότης!
Όποιος τόλμησε να πει ότι δεν είναι σωστό ο πρωθυπουργός να εξαγγέλλει ότι «σε 15 μέρες ανοίγει ο τάφος», αντιμετωπίστηκε ως αντιπολιτευόμενος ή σφετεριστής της ανασκαφής.
Όποιος επέμενε να μην συντάσσεται με την «υπέροχη γλυπτική του 4ου αι. π.Χ.» και τα «προτεταμένα χέρια», ακόμη και χωρίς να μιλάει, αντιμετωπίστηκε ως ζηλιάρης. Κι όποιος επέμενε ότι «ανοιχτή ανασκαφή» δεν σημαίνει να ταΐζουμε τον κόσμο προσδοκίες και ψευτο-επιστημονισμό μέσω των μίντια, αντιμετωπίστηκε ως οπισθοδρομικός. Για αυτή την αντιστροφή της πραγματικότητας, ναι, πράγματι, χρειαζόταν «επικοινωνιακός σύμβουλος». Όμως, το χώμα εκδικείται.
Σήμερα πού βρισκόμαστε; Οποιαδήποτε πρόβλεψη για το πότε θα τελειώσει η ανασκαφή έχει πάει περίπατο. Ο πρωθυπουργός στην τελευταία του δήλωση ξέχασε την ελληνικότητα και μίλησε για «διεθνές μνημείο». Η Γενική Γραμματέας στο τέλος της προηγούμενης εβδομάδας, είπε στους δημοσιογράφους ότι μιλάμε για «κοσμοπολίτη ή κοσμοπολίτες» και ότι πιθανώς να υπάρχει διατάραξη από την αρχαιότητα. Η «επικοινωνιολόγος» σιωπά στο τόσο θορυβώδες μέχρι πρότινος προφίλ της.
Ένα μνημείο «φορτώθηκε» με τόσες προσδοκίες (να είναι ο τάφος του Αλέξανδρου, να αναστηλώσει το εθνικό μας φρόνημα και άλλα πολλά), που στο τέλος κινδυνεύει το ίδιο κοινό που ως χτες ξεροστάλιαζε στις οθόνες, να «απογοητευτεί» από το μνημείο. Ποιος θα τους εξηγήσει τότε ότι δεν τους απογοήτευσε το μνημείο, αλλά οι προσδοκίες που ορθώθηκαν γύρω από αυτό για λόγους που καμία σχέση δεν είχαν με την επιστημονική έρευνα; Όλοι αυτοί που για λόγους πολιτικούς, τηλεθέασης, προσωπικής προβολής, ή κατοχύρωσης θέσης εκμεταλλεύτηκαν έτσι το μνημείο, σε ποιον θα ρίξουν τότε το φταίξιμο; Πιστέψτε με, όχι πάνω τους, είναι συνηθισμένοι να ρίχνουν το φταίξιμο σε άλλους...
Κοντός (;) ψαλμός αλληλούϊα.
Μία Αρχαιολόγος
ΥΓ. Για τα περί «ανοιχτής ανασκαφής» ομού με την απαράδεκτη επιστημονικοφανή «κλειστή» γλώσσα σε δελτία τύπου που απευθύνονται στο ευρύ κοινό, και την υποκρισία όσων είδαν την Αμφίπολη ως δήθεν ανοιχτή ανασκαφή αλλά δεν έχουν επισκεφτεί ένα σάιτ μουσείου, θα τα πούμε άλλη στιγμή. Έχουμε χρόνο...
Σύντομο σχόλιο "Rib and Sea"
Εξαιρετική τοποθέτηση από μία σεμνή αρχαιολόγο η οποία, ενώ δεν στερείται πτυχίου και κριτικής σκέψης, στερείται, προφανώς, αλαζονίας και ξερολισμού.
Ιωσήφ Παπαδόπουλος
Ιστορικές πληροφορίες.
Πηγή : http://stagona4u.gr/index.php/component/k2/item/2149-folder-amphipolis
Στην περιοχή της Αμφίπολης έχουν βρεθεί ίχνη ανθρώπινης παρουσίας από το 3.000 π.Χ. Το 480 π.Χ. ο Ξέρξης περνώντας από την περιοχή έθαψε ζωντανούς εννέα νεαρούς άντρες και εννέα παρθένες ως θυσία σε ποτάμιο θεό. Ένα χρόνο μετά, στην Αμφίπολη, ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αλέξανδρος Α΄ νίκησε τα υπολείμματα του στρατού του Ξέρξη. Η πρώτη απόπειρα της Αθήνας, το 465 π.Χ., να αποικήσει την περιοχή απέτυχε. Θράκες πελταστές συνέτριψαν στον Δραβήσκο την οπλιτική φάλαγγα 2.500-3.000 Αθηναίων αποίκων της πόλης των Εννέα Οδών, οι οποίοι προχωρούσαν στη θρακική ενδοχώρα με σκοπό την κατάληψη των προσοδοφόρων χρυσωρυχείων της και των μεγάλων δασών της. Η Αθήνα επανήλθε την εποχή του Περικλή, το 437 π.Χ., ιδρύοντας την Αμφίπολη. Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη η πόλη ονομάστηκε έτσι επειδή ο ποταμός Στρυμόνας ρέει γύρω από την πόλη περιβάλλοντάς την, αλλά για την ετυμολογία υπάρχουν και άλλες θεωρίες.
Στην συνέχεια η Αμφίπολη έγινε η κύρια βάση των Αθηναίων στην Θράκη και στόχος των Σπαρτιατών. Κατά την διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου οι Σπαρτιάτες κατέλαβαν την πόλη. Πριν από την κατάληψη, για την σωτηρία της πόλης στάλθηκε από τους Αθηναίους μία αποστολή υπό την ηγεσία του Θουκυδίδη (του μετέπειτα ιστορικού). Η αποστολή απέτυχε, γεγονός που οδήγησε τον Θουκυδίδη στην εξορία. Το 422 π.Χ στάλθηκε ο Κλέων ο οποίος σκοτώθηκε κατά τη μάχη της Αμφίπολης, μίας σφοδρής σύγκρουσης στην οποία βρήκε τον θάνατο και ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας. Με την Νίκειο ειρήνη, η Σπάρτη δεσμευόταν να αποδώσει την Αμφίπολη στην Αθήνα, κάτι που δεν το έκανε και αποτέλεσε σημείο νέων τριβών και ένα από τα θέματα που στάθηκαν αιτία να παραβιαστεί η ειρήνη και να ξαναρχίσει ο Πελοποννησιακός Πόλεμος.
Οι Αθηναίοι δεν κατάφεραν να ανακαταλάβουν την πόλη ξανά παρά τις πολλές απόπειρες που έκαναν τα επόμενα χρόνια. Τελευταία ήταν το 358 π.Χ., η οποία και αυτή δεν είχε αίσια έκβαση. Έναν χρόνο μετά η πόλη καταλήφθηκε από τον Φίλιππο και έγινε μέρος του Βασιλείου των Μακεδόνων. Ο Φίλιππος φρόντισε να μεταφέρει εκεί μεγάλο αριθμό υπηκόων του για να αλλάξει τη σύσταση του πληθυσμού προς όφελός του. Την περίοδο του Μεγάλου Αλεξάνδρου η Αμφίπολη και το επίνειό της στο Αιγαίο είχαν εξελιχθεί σε πολύ σημαντική ναυτική βάση των Μακεδόνων, και γενέτειρα τριών σημαντικών ναυάρχων, του Νέαρχου, του Ανδροσθένη και του Λαομέδοντα. Από εκεί ξεκίνησε και ο στόλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου για την Ασία. Στην ελληνιστική εποχή, άποικοι από την πόλη ίδρυσαν -με προτροπή του Σελεύκου- μια ομώνυμη πόλη στις όχθες του Ευφράτη, επί της παλαιοτέρας αραμαϊκής Θαψάκου.
Με την πτώση του Μακεδονικού Βασιλείου από τους Ρωμαίους, η Αμφίπολη έγινε μέρος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η πόλη ορίστηκε πρωτεύουσα μίας από τις τέσσερις διοικητικές περιφέρειες στις οποία χώρισαν οι Ρωμαίοι την Μακεδονία, τις επονομαζόμενες μερίδες. Η μερίδα της Αμφίπολης στην συνέχεια ενσωματώθηκε στην επαρχία της Θράκης. Από την πόλη διερχόταν η περίφημη Εγνατία οδός.
Τα τελευταία χρόνια της αρχαιότητας η Αμφίπολη ευνοήθηκε από την οικονομική ανάπτυξη της Μακεδονίας, κάτι που μαρτυρούν και οι πολλές εκκλησίες της πόλης. Στην Αμφίπολη ανασκάφτηκαν εντυπωσιακές σε μέγεθος και διακόσμηση εκκλησίες του 5ου και 6ου αιώνα μ.Χ. Μετά τις επιδρομές των Σλάβων στα τέλη του 6ου αιώνα μ.Χ. η Αμφίπολη ερήμωσε σταδιακά για να εγκαταλειφθεί εντελώς τον 8ο αιώνα όταν οι περισσότεροι κάτοικοι κατέφυγαν στην κοντινή παραθαλάσσια πόλη Ηιώνα (Ἠϊών), που πλέον είχε μετονομαστεί από τους Βυζαντινούς σε Χρυσόπολη.
Η Αμφίπολη είναι γενέτειρα πολλών σημαντικών προσώπων όπως:
Ζωΐλος, ο κυνικός φιλόσοφος (400-320 π.Χ.) ο επονομαζόμενος και Ομηρομάστιξ.
Ερμαγόρας ο Αμφιπολίτης, στωικός φιλόσοφος και μαθητής του Περσαίου.
Πάμφιλος, ο ζωγράφος ο οποίος εισήγαγε στη ζωγραφική τη συστηματική διδασκαλία της Γεωμετρίας και των Μαθηματικών.
Ο γλύπτης και ζωγράφος Αετίων.
Ο ιστορικός Φίλιππος.