Αναδημοσίευση από το άρθρο του Ιωσήφ Παπαδόπουλου που δημοσιεύτηκε στο τεύχος του μηνός Οκτωβρίου 1998 στο περιοδικό "Νέμεσις".
Παραμύθι χωρίς τέλος...
Έμεινα να κοιτάζω το ακίνητο δελφίνι και άθελά μου γύρισα πίσω στα παραμύθια που μου έλεγε ο παππούς, όταν, ικετεύοντάς τον για λίγη... προφορική περιπέτεια, στρίμωχνα το κοκαλιάρικο κορμί μου στην κουνιστή πολυθρόνα του. Κι' εκείνος, που δύσκολα χάλαγε χατίρι στο συνονόματο εγγόνι και βαφτιστήρι του, γνωρίζοντας την αγάπη μου για Εκείνη, τη θάλασσα, άρχιζε τις περιπλανήσεις του, αραδιάζοντας μπροστά στα έκπληκτα μάτια μου καράβια και μέρη άγνωστα, εξωτικά.
Μου μιλούσε για γοργόνες, τέρατα, καλούς και κακούς πειρατές και δελφίνια. Εκεί πάντα μου άρεσε να μένει, στα δελφίνια. Που έπαιζαν και χρύσιζαν στις ακτίνες του βασιλιά που ξάπλωνε στον ορίζοντα, συντροφεύοντας τον ψαρά στο τραγούδι του, δείχνοντας στο μικρό καραβόσκαρο τη ρότα για το αραξοβόλι...
Το άτυχο δελφίνι κείτονταν εκεί στην άκρη της αμμουδιάς, άψυχο και ματωμένο. Ένα αδιόρατο πικρό χαμόγελο κρατούσε το στόμα του ανοιχτό, τελευταίο αναπάντητο "γιατί", θαρρείς, σ'ένα απρόσμενο τέλος. Ένα "γιατί" στην ξέφρενη κούρσα μας προς την "ανάπτυξη", τη σχιζοφρένειά μας να μολύνουμε τη θάλασσα, τη λαιμαργία μας για πιο πολλά ψάρια, περισσότερη καταστροφή, περισσότερο θάνατο.
Μου έλεγε ο παππούς πως τα δελφίνια αυτοκτονούν, αν δεν τα προλάβει η ανθρώπινη κτηνωδία. Πως τα δελφίνια μιλούν και σκέφτονται. Μια γλώσσα, όμως, διαφορετική από τη δική μας. Μακριά από την αλαζονεία, την πλεονεξία, τη μανία καταστροφής. Και επειδή σκέφτονται, αυτοκτονούν ανήμπορα να κατανοήσουν τη δική μας "Βαβέλ"...
Ποιος θα μας κρατάει τώρα συντροφιά στα θαλασσινά τραγούδια μας; Ποιος θα παίζει με το κύμα μπροστά στην κουπαστή; Ποιος θα μας δείχνει τη ρότα για το αραξοβόλι μας;
Θυμάμαι ακόμη τα λόγια του παππού Ιωσήφ : "Όταν ο άνθρωπος, μικρέ, αντιληφθεί ότι δεν είναι κάτι ξεχωριστό, αλλά ένα μικρό μόνο κομμάτι του σύμπαντος, τότε ίσως κατανοήσει τον λόγο της ύπαρξής του...". Τότε δεν είχα καταλάβει τα λόγια του. Τώρα, αν ζούσε, θα τον ρώταγα : "Πώς θα τελειώνει το δικό μου παραμύθι παππού;".