Επιμέλεια : Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Υπάρχουν ανάμεσά μας άνθρωποι, καθημερινοί, που εκπέμπουν μια δυνατή αύρα που σε καθηλώνει, σε μαγεύει, σε κάνει να μη θέλεις να φύγεις ποτέ από κοντά τους, να ακούς επί ώρες τις αφηγήσεις τους. Ο κυρ Γιώργης Νικολάκης ή Λιόντας, όπως συμπληρώνει ο ίδιος, 93 ετών σήμερα, είναι ένας από αυτούς. Κασιώτης κτηνοτρόφος, χωρίς ακαδημαϊκές περγαμηνές και τίτλους, σε καθηλώνει με τις αφηγήσεις, τις μαντινάδες και τον τρόπο της σκέψης του. Μια ζωή στο βουνό και στο μιτάτο αρμέγει αιγοπρόβατα και τυροκομεί με την συντροφιά της συζύγου του Μαρούκλας. Σιτάκα το καλοκαίρι, αλμυροτύρι, γραβιέρα, δρίλα και φέτα τον χειμώνα. Τελευταία, ένα πρόβλημα με τις αρθρώσεις των ποδιών του έχει περιορίσει τις δραστηριότητες και τις κινήσεις του. Δεν παραλείπει όμως να κρατάει ζωντανό το καντήλι του αγαπημένου του αγίου και να πηγαίνει ως εκεί στηριζόμενος στο μπαστούνι του.
Ο κυρ Γιώργος έχει ένα έμφυτο χάρισμα που είναι, θα έλεγε κανείς, και ιδιαίτερο χάρισμα πολλών ακόμη συμπατριωτών του. Σκαρφίζεται μαντινάδες. Το σημαντικό όμως δεν είναι αυτό. Το σημαντικό είναι ότι δεν χρειάζεται να τις γράφει γιατί τις απαγγέλει όλες από μνήμης! Τον άκουσα να απαγγέλει ολόκληρο το ποίημα για το γεφύρι της Άρτας, που έμαθε στην τρίτη δημοτικού, 85 χρόνια πριν, και δεν πίστευα στ' αυτιά μου! Ξορκίζει τον χάρο με μαντινάδες και χαμογελάει όταν μου λέει πως ο χάρος δεν παίρνει αυτούς που γλεντούν. "Θα σου πω μια μαντινάδα, που μου ήρθε ξαφνικά μια μέρα στο μυαλό και δεν την ξεχνώ. Εξιστορεί τον πατημό της Κάσου", μου λέει κάποια στιγμή, και συνεχίζει : "Πρέπει να θυμούνται οι παλαιοί και να μαθαίνουν οι νέοι τι έγινε στο νησί εκείνη την ημέρα που πάτησαν εδώ οι τούρκοι".
Χάρηκα τη συντροφιά και την απροσποίητη ζωντάνια του κυρ Γιώργη, κατέγραψα τις μαντινάδες και τις σκέψεις του και τον αποχαιρέτησα με την υπόσχεση πως τον Αύγουστο θα πάμε μαζί στο μιτάτο να βγάλουμε σιτάκα...