Κείμενο, βίντεο, φωτογραφίες : Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Συνέχεια από το προηγούμενο : http://www.ribandsea.com/main/index.php/travels/1508-o-gyros-tou-kosmou-me-katamaran-istioploiko-arxise-ap-ti-rodo
Από πλευράς πάντως καιρικών συνθηκών αυτός δεν ήταν Μάϊος. Οκτώβρης ήταν! Συννεφιά, κρύο, ισχυροί άνεμοι, λασποβροχές. Είναι εντελώς ασυνήθιστο, και αστείο μαζί, να είσαι Μάϊο στην Ελλάδα, και μάλιστα στη Ρόδο, και να είσαι κουκουλωμένος με fleece και νιτσεράδα! Οι Αυστραλοί φίλοι δεν το είχαν ξαναζήσει αυτό και νόμιζαν, ίσως, ότι έτσι έπρεπε να είναι. Εγώ όμως ήταν αδύνατο να το καταπιώ.
Τέλος πάντων, αφήσαμε πίσω μας την κοσμοπολίτικη Ρόδο και βάλαμε πλώρη για την Αλιμιά και τη Χάλκη. Έβλεπα τον Col να βάζει τις παραμέτρους στο gps και στον αυτόματο πιλότο και με είχαν πιάσει τα νεύρα μου! Από την άλλη, πώς να πιάσεις οκτάωρο τιμόνι με 5,5 κόμβους ταχύτητα; Ήμουν εντελώς έξω απ' τα νερά μου. Μπορεί να είχα μια ιδέα για το ποιες είναι οι βασικές διαφορές μεταξύ ενός ιστιοπλοϊκού και ενός ταχυπλόου, είναι όμως εντελώς διαφορετικό να τις βλέπεις και να τις ζεις αυτές τις διαφορές στην πράξη. Στο ταχύπλοο, επί παραδείγματι, ξεχνάς τον αυτόματο πιλότο γιατί αν συμβεί ένα αναπάντεχο ραντεβού με ένα καδρόνι ή ένα βαρέλι, ο αυτόματος δεν θα σκεφτεί να τα αποφύγει και θα πέσει επάνω τους με 30 κόμβους, οπότε... ούτε να τις σκέφτεσαι τις συνέπειες...
Αυτό που λέγεται πάντως, ότι δηλαδή το ιστιοπλοϊκό είναι για το ταξίδι ενώ το ταχύπλοο για τον προορισμό, είναι πέρα για πέρα αλήθεια. Κυκλοφορούσαμε και οι τρεις επάνω στο κατάστρωμα του καταμαράν, κατεβαίναμε στις καμπίνες, μαγειρεύαμε, φτιάχναμε καφέ, διαβάζαμε ή ρίχναμε έναν υπνάκο στον καναπέ της πρύμνης, ενώ το "Finally my Darling" έπλεε μόνο του με 5,5 κόμβους. Αθόρυβα και αργά, αλλά σταθερά. Με το μεγάλο τιμόνι να κάνει ένα "κλικ", πότε αριστερά και πότε δεξιά, στην προσπάθειά του να υπακούσει στις εντολές του αυτόματου πιλότου και του gps.
Ακατάλληλος για ιστιοπλοία ο καιρός εκείνο το πρωί. Συννεφιά, αλλά ασθενείς άνεμοι, δεν επέτρεψαν στους Αυστραλούς να σηκώσουν πανιά. Μπρος η μια μηχανή λοιπόν, με 5,5 κόμβους ταχύτητα, με την δεύτερη να προσφέρει υπηρεσίες στους χειρισμούς μέσα στα λιμάνια, αφού η ταυτόχρονη λειτουργία της δεν προσέφερε παρά σκάρτο ένα κόμβο στην τελική ταχύτητα του σκάφους. Εναλλάξ βεβαίως η λειτουργία, για να μοιράζονται οι ώρες στο ωρόμετρο και να κάνουν service μαζί, με τη δεξιά μηχανή να αναλαμβάνει συγχρόνως το ζέσταμα του νερού για τη λάτρα της κουζίνας και το μπάνιο.
Μην περιμένετε να σας εξιστορήσω πώς "έσκαγε" η πλώρη του καταμαράν στο κύμα, ούτε πώς έπεφταν τα μπουγέλα επάνω μας. Αυτά, άλλωστε, συμβαίνουν μόνο στα φουσκωτά. Στο καταμαράν η κατάσταση ήταν εντελώς διαφορετική και χρειάστηκε να περάσουν αρκετές ώρες μέχρι να την συνηθίσω. Ήμουν σαν χαμένος, στην αρχή, αμήχανος, βλέποντας τις κινήσεις του Col και του Mike, ανήμπορος να προσφέρω κάποια βοήθεια.
"Αν θέλεις να κάνω κάτι σε παρακαλώ να μου το πεις", είπα κάποια στιγμή στον Col.
"No worries mate", απάντησε εκείνος γελώντας.
Κάθισα λοιπόν κι' εγώ και το απόλαυσα. Παρέα μου η βιντεοκάμερα και η φωτογραφική μηχανή, που δεν έπαυσαν στιγμή σχεδόν να απαθανατίζουν αυτά που ζούσα. Κατά διαστήματα ακουγόταν πάντως η φωνή του Col :
"Will you please hold this rope Joseph? Give it a slack mate as I pull it through the winch".
Διστακτικά στην αρχή, πιο ελεύθερα στη συνέχεια, άρχισα να συμμετέχω στις κινήσεις των δύο ανδρών όποτε σήκωναν πανιά. Δεν τα σήκωναν με τα χέρια άλλωστε! Πάει, πέρασαν αυτά. Ας είναι καλά οι αυτόματοι μηχανισμοί και τα βίντσια. Άρχισα έτσι να νοιώθω κι' εγώ, σιγά σιγά, σαν μέλος του πληρώματος και όχι σαν ξενέρωτος ταχύπλοοος δημοσιογράφος.
Για να δώσω μάλιστα μια διέξοδο στην αμηχανία μου και να φανώ λίγο χρήσιμος, άρχισα να μαγειρεύω και να πλένω τα πιάτα. Κάποιος έπρεπε να τα κάνει κι' αυτά, άλλωστε, ελλείψει γυναικών. Ο Mike ήταν κι' αυτός καλός μάγειρας κι' έτσι άρχισε ένας ακήρυχτος "πόλεμος" μεταξύ μας για το ποιος θα μαγειρέψει το καλύτερο φαγητό! Κερδισμένοι και οι τρεις, με τον καπετάνιο να επιδοκιμάζει και να απολαμβάνει πάντοτε με μεγάλη ευχαρίστηση το αποτέλεσμα.
Μα δεν έλειπε και τίποτε από εκείνο το καταμαράν. Είχε ό,τι ένα σύγχρονο σπίτι, και ακόμη περισσότερα. Άνετο σαλόνι, τραπεζαρία και κουζίνα, τρεις κρεββατοκάμαρες με διπλά κρεββάτια και δικό τους μπάνιο, φούρνο, τοστιέρα, βραστήρα, δύο ψυγεία, καταψύκτη, φουρνάκι μικροκυμάτων, τηλεόραση, δορυφορική κεραία, γεννήτρια πετρελαίου 11 ΚW, μηχάνημα αντίστροφης όσμωσης για την αφαλάτωση 160 λίτρων θαλασσινού νερού την ώρα, φωτοβολταϊκά, δύο inverters, καυστήρα πετρελαίου για ζεστό νερό, μπάρμπεκιου υγραερίου στην πρύμνη, ακόμη και κομπρεσέρ για το γέμισμα καταδυτικών φιαλών υπήρχε! Σκέτη χλιδή και άνεση στα 13,6 μέτρα μήκος και 7.5 μέτρα πλάτος!
Μέχρι το νησάκι της Αλιμιάς μας πήγε η αριστερή Volvo. Για πανιά, ούτε κουβέντα. Αγκυροβολήσαμε για λίγο μέσα στον απάνεμο κόλπο και απολαύσαμε την ηρεμία του τοπίου. Στην παραλία, ένα εκκλησάκι και ό,τι απέμεινε από τον παλιό οικισμό ο οποίος, αν και εγκαταλείφθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έχει χαρακτηριστεί διατηρητέος. Τι κάνουν τώρα οι αρμόδιοι για να δικαιώσουν αυτόν τον χαρακτηρισμό, αυτό καλύτερα ας το αφήσουμε...
Αφού ξεγελάσαμε με κάτι πρόχειρο τα στομάχια μας, σηκώσαμε άγκυρα και πανιά μαζί, αφού ο αέρας, που εν τω μεταξύ είχε ξεμυτίσει για τα καλά από τον μαίστρο, έκανε το χατήρι του Col που περίμενε πώς και πώς αυτή την ευκαιρία.
"Free is always better mate!", έλεγε και ξανάλεγε χαμογελώντας, καθώς ενεργοποιούσε το βίντσι...
Είναι πάντως απίστευτη η δύναμη που κρύβει μέσα του ο αέρας! Με τον κινητήρα κάναμε μέχρι την Αλιμιά 5,5 μίλια την ώρα, με το πανί 9! Σχεδόν πλανάρισε το καταμαράν μέχρι να φθάσουμε στη Χάλκη, ελαχιστοποιώντας έτσι την απόσταση που μας χώριζε από το όμορφο νησί. Τρυπώσαμε στο ήσυχο λιμάνι αναζητώντας μια θέση στον πλωτό προβλήτα. Τα φουντάγια όμως ήταν κοντά. Αδύνατον να ασφαλίσει σ' αυτά η πλώρη. Μόνο μικρά σκάφη φαίνεται ότι έρχονται εδώ, αλλοιώς δεν εξηγείται αυτή η κοντόφθαλμη πρόβλεψη, σκέφτηκα.
Ο Col δεν αισθανόταν ασφαλής, πολύ περισσότερο που θα πλήρωνε κι' όλας για να "απολαύσει" αυτή την... ανασφάλεια! Αποφάσισε λοιπόν να αγκυροβολήσουμε αρόδου και να βγούμε στην ακτή με το φουσκωτό. Ήταν, ομολογουμένως, ένα άψογο αγκυροβόλιο, στο δυτικό άκρο του οικισμού, με το καταμαράν να είναι πρυμοδετημένο στα βράχια μέσω δύο ιμάντων που μας παρείχαν τη δυνατότητα να βγαίνουμε στην παραλία και να επιστρέφουμε στο καταμαράν με το φουσκωτό, χωρίς να χρειάζεται να ενεργοποιούμε τον κινητήρα του και τραβώντας απλώς τους ιμάντες!
Είχε αρχίσει εν τω μεταξύ να βραδιάζει και μαζί άρχισαν και οι κινήσεις για την προετοιμασία του φαγητού. Είχα ήδη αρχίσει να προσαρμόζομαι στις συνήθειες των Αυστραλών που έτρωγαν κανονικό γεύμα μόνο μία φορά την ημέρα, γύρω στις 7,30 με 8 το βράδυ. Μέχρι εκείνη την ώρα την έβγαζαν με καφέδες και ψωμί στην τοστιέρα. Εγώ, που κατά τα ελληνικά έθιμα, συνηθίζω να τρώω μεσημέρι, κόντευα να φάω τα πόδια μου μέχρι τις 8 το βράδυ! Μέχρι αυγά μάτια με κρεμμύδι και ντομάτα τους ετοίμασα για να ξεγελάσω τη δική μου πείνα! Ήταν μάλιστα τόσο έντονη η επιθυμία μου να καταβροχθίσω το περιεχόμενο του πιάτου, ώστε έχυσα κατά λάθος ολόκληρη την πιπεριέρα πάνω από τα αυγά! Γελούσαν οι αθεόφοβοι οι Αυστραλοί με το πάθημά μου, ενώ εγώ αναθεμάτιζα την περίεργη πιπεριέρα τους...
Χοιρινές μπριζόλες έβαλε στην ψησταριά εκείνο το βράδυ ο Mike και τηγάνισε μερικές πατάτες, αφού πρώτα τις έβρασε. Γυάλιζε το μάτι του Col που είχε να γευτεί χοιρινό από την ημέρα που έφυγε από την Αυστραλία! Μεσολάβησε και η παραμονηή του στην Τουρκία, όπου ως γνωστόν το χοιρινό κρέας είναι σε καραντίνα, οπότε ήρθε το γλυκό και έδεσε.
Νωρίς τρώνε, νωρίς πηγαίνουν για ύπνο οι Αυστραλοί. Στις δέκα μου είπαν καληνύχτα και αποσύρθηκαν στις καμπίνες τους. Έμεινα να κοιτάζω τα άστρα ενός υπέροχου ουρανού που είχε πια αποχαιρετίσει τα σύννεφα που τον σκέπαζαν όλες εκείνες τις προηγούμενες ημέρες...
Το επόμενο πρωί ήταν χαρά Θεού. Ζέστη και μια διαύγεια στην ατμόσφαιρα απίστευτη. Είχαμε σκοπό να παραμείνουμε στη Χάλκη εκείνη την ημέρα, μια και το νησάκι άρεσε ιδιαίτερα στους Αυστραλούς. Τηλεφωνήσαμε στον μοναδικό ταξιτζή του νησιού, ο οποίος μας ανέβασε μέχρι το Παλιό Χωριό και το Κάστρο της Χάλκης. Είδε και έπαθε το κακόμοιρο το Mercedes να σκαρφαλώσει στην ανηφόρα. Ένας Θεός ξέρει από πότε είχε να συντηρηθεί...
Οι τεράστιες πινακίδες, που είναι τοποθετημένες στην είσοδο του Παλιού Χωριού και οι οποίες κοστίζουν συνήθως περισσότερο από όσο το ίδιο το έργο, ενημερώνουν τον επισκέπτη ότι για την περίοδο 2007-2013, με την συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα γινόταν η στερέωση και η ανάδειξη του αρχαίου οικισμού στο χωριό της Χάλκης, αλλά και η αποκατάσταση και η ανάδειξη των Μεσαιωνικών μνημείων της. Αν και αφήνουμε ήδη πίσω μας το 2014, τα υποτιθέμενα έργα φαίνεται πως δεν έχουν ακόμη αρχίσει. Τι να εξηγήσω στον Col, ο ο ποίος με ρωτούσε συνεχώς θέλοντας προφανώς ο άνθρωπος να μάθει τι ακριβώς συμβαίνει. Όταν άρχισε να μου εξηγεί με ποιο τρόπο γίνονται τα έργα στην Αυστραλία, μου ήρθε να βάλω τα κλάματα βλέποντας τα χάλια μας...
Αφού περπατήσαμε μέχρι τις επάλξεις του κάστρου και απολαύσαμε από εκεί την απίστευτη θέα του οικισμού και των γύρω μικρών νησιών, κατηφορίσαμε με τα πόδια μέχρι το λιμάνι. Ο Col και ο Mike κάθισαν σε ένα ψητοπωλείο για να παραγγείλουν τον καθιερωμένο γύρο και τη μπύρα τους, ενώ εγώ περιπλανήθηκα για λίγο στα δρομάκια του οικισμού για να συμπληρώσω τα πλάνα που μου έλειπαν.
Επιστρέφοντας στο λιμάνι, εντόπισα ένα ψαρά, που μόλις είχε επιστρέψει και καθάριζε το Συμιακό γαριδάκι που είχε πιαστεί στα δίχτυα του. Άντε τώρα να αφήσεις τέτοια λιχουδιά! Πήρα μισό κιλό, ενώ οι Αυστραλοί με κοιτούσαν περίεργοι. Αυτές τις γαρίδες βλέπεις δεν τις πιάνουν στην πατρίδα τους. Τους έφυγε όμως η περιέργεια όταν λίγο αργότερα τηγάνισα το Συμιακό γαριδάκι και το καταβροχθίσαμε καθισμένοι στο πρυμιό σαλόνι του καταμαράν, συνοδεία λεμονιού...
Ο Μορφέας ήταν πολύ γλυκός εκείνο το βράδυ. Είχα ήδη αρχίσει να το συνηθίζω κι' αυτό. Στις δέκα, ρεμβάζοντας για λίγο τη θάλασσα και τα φώτα του οικισμού από το παράθυρο της καμπίνας μου, ένοιωσα τα μάτια μου να κλείνουν. Το άλλο πρωί θα φεύγαμε για την Κάρπαθο...
Συνεχίζεται : http://www.ribandsea.com/main/index.php/travels/1512-to-finally-my-darling-sto-diafani-kai-tin-olympo