Καθώς ο αναγνώστης, που μου ζήτησε να αφηγηθώ τι έγινε σ' εκείνη την Αποστολή του "Πατραϊκού Ομίλου Φουσκωτών Σκαφών" στον Άη Στράτη και την Ίμβρο, επανήλθε, μου έδωσε με τα σχόλιά του το κίνητρο να αλλάξω γνώμη, να επιστρατεύσω τα τσιπάκια της μνήμης μου, τις φωτογραφίες, τα έγγραφα και το βίντεο από εκείνο το ταξίδι ώστε να μπει κάθε κατεργάρης στον πάγκο του.
Ιδού τι έγραψε ο αναγνώστης μου στο δεύτερο μήνυμά του :
Αγαπητέ Ιωσήφ,
Με λένε ....., είμαι ... χρόνων και κάτοχος φουσκωτού σκάφους.
Απ' το 1989 διάβαζα περιοδικά για σκάφη και η γραφίδα σου μου άρεσε πολύ (ήσουν όπως ο κ. Καββαθάς στους 4Τ), γι' αυτό σε ακολούθησα στην ιστοσελίδα.
Όσο αφορά το εν λόγω ταξίδι, αυτό που περισσότερο δεν μου κολλάει από αυτά που είπανε είναι, πώς εσύ, που είσαι λεπτολόγος και "ψείρας", κανόνισες μεγάλη εκδρομή στην Τουρκία χωρίς τα απαραίτητα έγγραφα, και στο τέλος τους άφησες στα κρύα του λουτρού και έφυγες!
Γι' αυτό και η παράκληση αφήγησης...
Ευχαριστώ πολύ.
Αποστολή στον Άη Στράτη και την Ίμβρο (Αύγουστος 2001).
Θυμάται και γράφει ο Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
"Κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη δώσε κλώτσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινίσει.". Μόνο που αυτό που θα διηγηθώ, μετά από παράκληση του αναγνώστη μου, δεν είναι παραμύθι, αλλά η πραγματική ιστορία μιας Αποστολής Αγάπης στον Άη Στράτη και την Ίμβρο (και όχι μιας εκδρομής στη... βορειοανατολική Τουρκία) που άφησε όμως ανεξίτηλα τραύματα στην ψυχή τη δική μου και του Κώστα Κηπουργού. Μια ιστορία που είχα αποφασίσει να μην τη διηγηθώ ποτέ, κρατώντας μόνο στην προθήκη της μνήμης μου τα χαρούμενα πρόσωπα των ακριτών του Άη Στράτη και της Ίμβρου, του Προέδρου του Άη Στράτη Χαράλαμπου Μακρή, των ιατρών, των παιδιών και των δασκάλων τους.
Θυμάται και γράφει ο Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Κατέβασα το ακουστικό του τηλεφώνου. Μόλις είχα νοιώσει την ανάγκη να κάνω για άλλη μια φορά εμετό! Οι βρισιές και οι απειλές από την άλλη άκρη του σύρματος έδιναν κι' έπαιρναν, κι' εγώ δεν είχα παρά να τις μαγνητοφωνώ, όπως έκανα πάντοτε σ' αυτές τις περιπτώσεις. "Πότε θα σταματήσεις να μιλάς ρε; Δεν έβαλες μυαλό από την τελευταία φορά που κοντέψαμε να σε πετάξουμε στη θάλασσα; Δεν θα κατέβεις το καλοκαίρι στο νησί ρε αλήτη; Θα δεις, θα σε βαράμε όλοι μαζί!".
Δεν μου άφησε περιθώρια να απαντήσω. Τι να απαντήσεις άλλωστε σε έναν ανώνυμο "παλληκαρά"; Ας είναι πάντως καλά ο συμπατριώτης. Αφού τους ενοχλεί ακόμη η γραφή μου, είναι παρήγορο. Μέτρησα τους σφυγμούς μου. Θα έπρεπε να είναι πάνω από 120, ήταν όμως μόνο 80! Κι' αυτό θετικό, σκέφτηκα. Ως πού θα πάει όμως έτσι; Ο δρόμος είναι μοναχικός, απόμερος, σκοτεινός, κακοτράχαλος, γεμάτος πέτρες κι' αγκάθια. Περπατώ προς το φως, παραπατώ, πέφτω, σηκώνομαι, τρέχω, πέφτω πάλι. Διακρίνω κάποια μάτια στο σκοτάδι, δεξιά κι' αριστερά, που παρακολουθούν με αγωνία τις κινήσεις μου. Κάτι φαίνεται πως περιμένουν. Να δουν, ίσως, αν θα τα καταφέρω...
Ήταν εκεί και επιμελήθηκε της βιντεοσκόπησης (αφιλοκερδώς) ο Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Ελάχιστα πράγματα χρειάζονται για να στηθεί ένα γλέντι στην Κάσο. Έτσι έγινε και εκείνη την ημέρα του Αυγούστου. "Θα μαζευτούμε και θα γλεντήσουμε απόψε στη Χέλατρο. Θα φτιάξουμε και σιτάκα. Θα έρθεις;", με ρώτησε ο Νεκτάριος. "Το ρωτάς; Εκεί θα ειμαι!", του απάντησα, και ετοίμασα τη βιντεοκάμερα αφού δεν ετέθησαν από τον διοργανωτή περιορισμοί βιντεοσκόπησης και πνευματικά δικαιώματα...
Πήγα νωρίτερα στην όμορφη αυτή γωνιά της νότιας Κάσου για τα προκαταρκτικά. Ο Νεκτάριος, το γάλα, οι μακαρούνες και τα παρελκόμενα δεν άργησαν να φανούν. Γρήγορα μπήκε το καζάνι στη φωτιά και η Ελένη ανέλαβε εργολαβικά να ανακατέψει επί έξι σχεδόν ώρες το λευκό υγρό μέχρι να γίνει σιτάκα! Οι "καλεσμένοι" δεν άργησαν κι' αυτοί να φανούν. Κάποιοι ήταν ήδη στην παραλία και απολάμβαναν το απογευματινό τους μπάνιο. Κατά τις 8 φάνηκε και πάλι ο Νεκτάριος που είχε φύγει για να φέρει τους οργανοπαίκτες. Τον Ηλία, τον Ανδριανό, τον Μάρκο και τον πατέρα του Ανδριανού Βασίλη Χασαπλαδάκη. Νέα παιδιά οι τρεις πρώτοι, μαθητές του Νεκτάριου o Ανδριανός και ο Ηλίας, του Ντίνου Μηνά ο Μάρκος, που συνεχίζουν με το ταλέντο τους την Κασιώτικη μουσική παράδοση και δίνουν ελπίδα πως τίποτε δεν χάθηκε.
Το τι ακολούθησε, δεν θα το περιγράψω. Λύρα, λαούτο, τσαμπούνα, μαντινάδες, σούστα και πιο πέρα, παράλληλα με τη σιτάκα, τα κάρβουνα με τα κοψίδια. Δείτε το βίντεο που ακολουθεί και μην παραλείψετε να διαβάσετε το υστερόγραφο.
Υ.Γ. Σκοπίμως ανέφερα τη λέξη "αφιλοκερδώς" και αυτό θα κάνω πάντα στο εξής, σαν υπενθύμιση για όσα έχω κάνει, χωρίς να αποβλέπω σε προσωπικό όφελος, για την Κάσο κατά την διάρκεια των 33 τελευταίων ετών και απάντηση στις κακοήθειες που έχουν γραφτεί προσφάτως για το πρόσωπό μου στα μέσα κοινωνικής απομόνωσης από "επώνυμο" Κασιώτη. Θα λάβει βεβαίως σύντομα και την τεκμηριωμένη απάντησή μου σε όσα ανακριβή, ψευδή και συκοφαντικά έγραψε εις βάρος μου στο φατσοβιβλίο, τόσο στον δικό του λογαριασμό όσο και στον λογαριασμό της κυρίας Χάϊντι Παπαδάκη. Εκεί δηλαδή που ξέρει ότι δεν έχω πρόσβαση. Άλλος ένας δίμουρος τσάμπα μάγκας ο οποίος, εάν δεν ζητήσει συγγνώμη, θα υποστεί τις συνέπειες του νόμου. Ας μάθει ότι δεν ανήκω στην κατηγορία εκείνων που λένε πως βρέχει όταν τους φτύνουν...
Επιμέλεια : Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Το "Πρέβελης" προσεγγίζει στο λιμάνι της Κάσου. Ρίχνει τον καταπέλτη, δένει κάβους, άνθρωποι και αυτοκίνητα αποβιβάζονται. Στον προβλήτα τρείς νέοι Κασιώτες ξεσηκώνουν αυτούς που φεύγουν, με τη λύρα, το λαούτο και τις αυτοσχέδιες μαντινάδες. Ένα παλιό έθιμο που δεν έχει όμοιό του σε ολόκληρο τον πλανήτη και αναβιώνει τα τελευταία χρόνια χάρις στην αγάπη των νέων μουσικών και μαντιναδόρων της Κάσου που ακολουθούν τα βήματα των Περσελήδων και του Νεκτάριου Σταματάκη.
Μάτια που βουρκώνουν, χέρια που χαιρετούν, χειροκροτούν, αγκαλιάζουν. Κάποιοι καταφέρνουν να μπουν στο πλοίο λίγο πριν σηκωθεί ο καταπέλτης. Δύσκολο να αποχωριστούν τους φίλους και συγγενείς. Και όταν ο Κυριάκος απελευθερώνει τον κάβο και το καράβι απομακρύνεται, ο Ηλίας, ο Γιώργης και ο Μάρκος συνεχίζουν να ερωτοτροπούν με τις χορδές της λύρας και του λαούτου, ενώ η σούστα καλά κρατεί. Δύσκολος αποχωρισμός, αλλά μοναδικός!
Επιμέλεια : Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Ακριτική Κάσος. Τέλη δεκαετίας του '80, αρχές δεκαετίας του '90. Τόσο κοντά, αλλά και τόσο μακριά, συγχρόνως, στον χρόνο και στον τόπο! Στο παραδοσιακό, πρωτόγονο θα έλεγα, πατητήρι του αείμνηστου μαστρο Δημήτρη, παιδιά, εγγόνια και φίλοι παρακολουθούν τον μούστο που τρέχει απ' τη κτιστή δεξαμενή καθώς ο Μανώλης Πέππης και ο μικρός γιος του Μίμης πατάνε τα σταφύλια. Ο μαστρο Δημήτρης παρακολουθεί και μοιράζει συμβουλές και οδηγίες, ενώ πειράζει τον εγγονό του που δεν έχει ακόμη τη δύναμη να γυρίσει τη μπάρα για την σύνθλιψη των σταφυλιών.
Τα παιδιά ανδρώνονται, οι ενήλικοι γερνούν, οι ηλικιωμένοι φεύγουν, μαζί και κάποια έθιμα που έδεναν άλλοτε σφιχτά τους ανθρώπους των μικρών κοινωνιών. Είναι όμως αυτό το παρελθόν που κρατάει τη μνήμη ζωντανή και δίνει κουράγιο και ελπίδα στους ανθρώπους για τις δύσκολες ημέρες που έρχονται...